Τριάντα ένα χρόνια συμπληρώνονται από τη δολοφονία του 38χρονου καθηγητή Νίκου Τεμπονέρα από μέλη της ΟΝΝΕΔ Αχαΐας κατά τη διάρκεια μαθητικών κινητοποιήσεων. Το φθινόπωρο του 1990, η κυβέρνηση Μητσοτάκη ανακοινώνει πολυνομοσχέδιο για την Παιδεία που προβλέπει μεταξύ άλλων λειτουργία ιδιωτικών ΑΕΙ, κατάργηση της δωρεάν παροχής συγγραμμάτων, επιβολή χρονικού ορίου στις σπουδές, πιθανό περιορισμό του πανεπιστημιακού ασύλου, επιβολή ομοιόμορφης ενδυμασίας, έπαρση της σημαίας κ.ά.

Οι πρώτες καταλήψεις ξεκινούν στα τέλη Οκτωβρίου του 1990 ενώ, μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου, τα υπό κατάληψη γυμνάσια και λύκεια φτάνουν το 70% του συνόλου. Ταυτόχρονα γίνονται πολλές πορείες διαμαρτυρίας με συμμετοχή μεταξύ 10.000 και 30.000 ατόμων, σύμφωνα με δημοσιεύματα της εποχής.

Η κυβέρνηση ελπίζει ότι το κλίμα θα εκτονωθεί με τις διακοπές των Χριστουγέννων, ενώ ο υπουργός Παιδείας δηλώνει ότι τα προεδρικά διατάγματα δεν θα εφαρμοστούν για ένα τρίμηνο, έως ότου γίνουν «πλήρως κατανοητά» από μαθητές και καθηγητές. Σύντομα, οι τρεις μήνες γίνονται δώδεκα και το νομοσχέδιο τροποποιείται μερικώς, χωρίς αλλαγές όμως στα σημαντικότερα σημεία (πειθαρχικές διατάξεις, περικοπές κ.ά.).

Με το νέο χρόνο, όμως, οι μαθητές και φοιτητές αποφασίζουν τη συνέχιση των καταλήψεων στα ΑΕΙ, τα ΤΕΙ και σε 1.800 από τα 3.014 γυμνάσια και λύκεια της χώρας. Ως απάντηση, ο υπουργός Παιδείας, Βασίλης Κοντογιαννόπουλος, δηλώνει ότι όσοι συμπληρώσουν 50 αδικαιολόγητες απουσίες λόγω των καταλήψεων θα χάσουν τη χρονιά.

Στις 07.01.1991, ημέρα επανέναρξης των μαθημάτων μετά τις γιορτές, οι καταλήψεις συνεχίζονται ενώ η Ομοσπονδία Λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης (ΟΛΜΕ) κηρύσσει στάση εργασίας και καλεί τους καθηγητές να βρίσκονται έξω από τα σχολεία «για να συμβάλουν στην αποτροπή προκλήσεων που ίσως επιχειρηθεί να δημιουργηθούν» καθώς έχει γίνει αντιληπτό ότι ο κομματικός μηχανισμός της Νέας Δημοκρατίας έχει κινητοποιήσει ομάδες «αγανακτισμένων γονέων» για να «σπάσουν» τις καταλήψεις.

Από το πρωί της μέρας σημειώνονται μικροεπεισόδια μεταξύ γονέων και καταληψιών, καθηγητών και δημοτικών συμβούλων. Οι καθηγητές αρνούνται να βάλουν απουσίες στους μαθητές και ο υπουργός αποφασίζει την πειθαρχική δίωξή τους, ενώ την επόμενη μέρα, ομάδες ροπαλοφόρων εισβάλουν σε σχολεία και τραυματίζουν μαθητές, υπό τα απαθή βλέμματα των αστυνομικών οργάνων.

Στις 08.01.1991, στις 19.30 το απόγευμα, στην Πάτρα περί τα τριάντα στελέχη της ΟΝΝΕΔ Πάτρας, με επικεφαλής τον τοπικό πρόεδρο της οργάνωσης Ιωάννη Καλαμπόκα, επιτίθενται οπλισμένοι κατά των μαθητών στην κατάληψη του Πολυκλαδικού Λυκείου, χωρίς όμως να επιτύχουν να διώξουν τους νέους.

Μία ώρα αργότερα, η ίδια ομάδα επιτίθεται κατά του 3ου Λυκείου και καταφέρνουν να απωθήσουν τους ελάχιστους μαθητές που βρισκόταν στο χώρο. Σε λίγο, συγκεντρώνονται έξω από το λύκειο δεκάδες μαθητές, καθηγητές, γονείς, δημοτικοί σύμβουλοι της αντιπολίτευσης καθώς και ο δήμαρχος Πάτρας, Α. Καράβολας και ο βουλευτής Αχαΐας του Πα.Σο.Κ, Α. Φούρας.

Τα στελέχη της ΟΝΝΕΔ αρνούνται να υποχωρήσουν από την «αντικατάληψη» και δηλώνουν ότι θα παρατείνουν την κατάληψη του Λυκείου μέχρι αυτό να λειτουργήσει ξανά κανονικά. Σύντομα, τα πνεύματα οξύνονται και αρχίζουν οι συγκρούσεις μεταξύ των δύο πλευρών με εκσφενδονίσεις αντικειμένων, ενώ σημειώνονται οι πρώτοι τραυματισμοί.

Γύρω στις 23.30 το βράδυ, ομάδα καθηγητών και γονέων επιχειρεί να μπει στο κτίριο. Με το άνοιγμα της πόρτας τα μέλη της ΟΝΝΕΔ επιτίθενται στον κόσμο με σιδερολοστούς, καδρόνια και τσιμεντόλιθους. Ο καθηγητής μαθηματικών και μέλος του Εργατικού Αντι-ιμπεριαλιστικού Μετώπου (ΕΑΜ), Νίκος Τεμπονέρας, πέφτει θανάσιμα τραυματισμένος, με ανοιγμένο το κρανίο από το σιδερολοστό του Ι.Καλαμπόκα.

Μεταφέρεται στο νοσοκομείο κλινικά νεκρός και το πρωί της 09.01.1991 παύουν όλες οι ζωτικές λειτουργίες του. Στο νοσοκομείο μεταφέρονται επίσης άλλα τέσσερα άτομα σε σοβαρή κατάσταση και δεκάδες με ελαφρότερα τραύματα. Η ομάδα του Καλαμπόκα εξαφανίζεται ανενόχλητη αφού η αστυνομία κάνει την εμφάνισή της, όταν τα επεισόδια έχουν τελειώσει. Οι αυτόπτες μάρτυρες καταγγέλλουν ως φυσικούς αυτουργούς τον πρόεδρο της ΟΝΝΕΔ Αχαΐας και μέλος του Δημοτικού Συμβουλίου Ι. Καλαμπόκα, το στέλεχος της ΟΝΝΕΔ Α. Μαραγκό και τον συντροφό τους Σ. Σπίνο.

Τις επόμενες μέρες, η νεανική εξέγερση κλιμακώνεται και δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτών συγκρούονται με τα ΜΑΤ στην Πάτρα, την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, ενώ ο υπουργός Παιδείας Β. Κοντογιαννόπουλος παραιτείται. Στις 10.01.1991 κατά τη μεγαλειώδη διαδήλωση 50.000 ατόμων στο κέντρο της Αθήνας, τα ΜΑΤ επιτίθενται στον κύριο όγκο των διαδηλωτών. Οι συγκρούσεις διαρκούν όλη τη μέρα και, όταν οι δυνάμεις καταστολής επιχειρούν να απωθήσουν τον κόσμο προς το Πολυτεχνείο, οι διαδηλωτές αντιστέκονται και οι συγκρούσεις κορυφώνονται.

Βομβίδες ασφυξιογόνων αερίων των ΜΑΤ προκαλούν πυρκαγιά στο κτίριο που στεγαζόταν το κατάστημα ενδυμάτων «Κ. Μαρούσης», στην συμβολή Θεμιστοκλέους και Πανεπιστημίου. Οι πυροσβεστικές δυνάμεις που σπεύδουν στο σημείο για να σβήσουν τη φωτιά δέχονται επίθεση με χημικά αέρια από τα ΜΑΤ και αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τις προσπάθειες, υποφέροντας από σπασμούς λόγω των χημικών. Όταν η πυρκαγιά σβήσει μετά τα μεσάνυχτα, ανασύρονται οι σωροί τεσσάρων πολιτών, μέσα από το κτίριο του καταστήματος.

Η ένταση συνεχίζεται για τα επόμενα εικοσιτετράωρα, με νέες πορείες, καταλήψεις και συγκρούσεις με τα ΜΑΤ, ενόσω ο Γ. Σουφλιάς, αντικαταστάτης του παραιτηθέντος Β. Κοντογιαννόπουλου στο υπουργείο Παιδείας, αποσύρει τα επίμαχα νομοθετήματα και ανακοινώνει την έναρξη διαλόγου για την Παιδεία «από μηδενική βάση», μέχρις ότου ο Πόλεμος του Κόλπου μετατοπίσει το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης.

Ο συγκατηγορούμενος για τη δολοφονία Α. Μαραγκός, απαλλάχτηκε με βούλευμα, ενώ ο Ι. Καλαμπόκας καταδικάστηκε πρωτόδικα από το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Βόλου σε ισόβια κάθειρξη για ανθρωποκτονία εκ προμελέτης – ποινή που σύντομα μειώθηκε και στις 2 Φεβρουαρίου 1998 αφέθηκε ελεύθερος λόγω “καλής συμπεριφοράς”.

Ακολουθεί το κείμενο της αναρχικής ομάδας Δυσήνιος Ίππος από την πόλη της Πάτρας:

Ήταν φθινόπωρο του 1990 όταν η κυβέρνηση Μητσοτάκη (του πρεσβύτερου) εισήγαγε το νομοσχέδιο για την εκπαιδευτική αναδιάρθρωση σε όλες τις βαθμίδες. Μεταξύ άλλων, για την τριτοβάθμια εκπαίδευση προέβλεπε την ίδρυση ιδιωτικών ΑΕΙ, την κατάργηση των δωρεάν συγγραμμάτων, την επιβολή χρονικού ορίου φοίτησης, τον περιορισμό του πανεπιστημιακού ασύλου. Στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση καθόριζε την επαναφορά της ομοιόμορφης ενδυμασίας, τη δημιουργία ειδικού pointsystem για τη συμπεριφορά των μαθητών, την έπαρση και υποστολή σημαίας, την υποχρεωτική προσευχή στην τάξη και στο προαύλιο, τον υποχρεωτικό εκκλησιασμό 3 φορές το χρόνο, την απαγόρευση των αδικαιολόγητων απουσιών, ενώ επανέφερε και τις εισαγωγικές εξετάσεις στο δημοτικό για το γυμνάσιο. Παράλληλα, σε μια κίνηση ρεβανσισμού απέναντι στους εκπαιδευτικούς και τη νικηφόρα απεργία τους το προηγούμενο καλοκαίρι, εν μέσω πανελλαδικών εξετάσεων, καταργούσε την επετηρίδα και εισήγαγε τις προσλήψεις με εξετάσεις και την αξιολόγηση στα σχολεία.

Απέναντι στις εξαγγελίες του υπουργού Κοντογιαννόπουλου, οι κινητοποιήσεις του πανεκπαιδευτικού κινήματος είναι ιδιαίτερα μαζικές και δυναμικές, με αποτέλεσμα λίγο πριν τις διακοπές των Χριστουγέννων να τελούν υπό κατάληψη πάνω από το 70% των σχολείων όλης της χώρας, οι φοιτητές έχουν κλείσει ΑΕΙ και ΤΕΙ, ενώ σε εβδομαδιαία βάση πραγματοποιούνται πορείες δεκάδων χιλιάδων σε όλα τα μεγάλα αστικά κέντρα. Το κίνημα δεν υποχωρεί ούτε μετά τις διακοπές των Χριστουγέννων και η κυβέρνηση περνά στην αντεπίθεση ανακοινώνοντας πως όσοι μαθητές συμπληρώσουν 50 αδικαιολόγητες απουσίες λόγω καταλήψεων, θα χάσουν τη χρονιά. Την ίδια ώρα, οι Κένταυροι και οι Ρεϊντζερς, γνωστές οργανωμένες ομάδες τραμπούκων της οννέδ (νεολαία της ΝΔ), υπό τις διαταγές των Μιχαλολιάκου και Μανωλάκου και υπό την καθοδήγηση των Μεϊμαράκη και Βουλγαράκη, εφαρμόζουν το σχέδιο «αγανακτισμένοι γονείς» με σαφή πρόθεση να «σπάσουν» τις καταλήψεις και να ανοίξουν τα σχολεία. Ως απάντηση, η ΟΛΜΕ κηρύσσει στάση εργασίας στις 7 Γενάρη 1991, πρώτη μέρα έναρξης των μαθημάτων για τη νέα χρονιά, και καλεί τους εκπαιδευτικούς να βρεθούν έξω από τα σχολεία ώστε να αποτρέψουν τις επιθέσεις «εξωσχολικών». Από το πρωί πραγματοποιούνται συγκρούσεις μεταξύ μαθητών και καθηγητών από τη μια και ομάδων κρούσης της ΝΔ από την άλλη έξω από δεκάδες σχολεία σε όλη τη χώρα. Οι καθηγητές αρνούνται να βάλουν απουσίες στους μαθητές και το υπουργείο ενεργοποιεί την πειθαρχική τους δίωξη.


Στις 8 Γενάρη το απόγευμα, στην Πάτρα, περί τα τριάντα στελέχη της οννέδ Πάτρας, με επικεφαλής τον τοπικό πρόεδρο της οργάνωσης, δημοτικό σύμβουλο της παράταξης Νικολόπουλου και γνωστό φασιστοειδές στην τοπική κοινωνία, Γιάννη Καλαμπόκα, επιτίθενται οπλισμένοι κατά των μαθητών στην κατάληψη του Πολυκλαδικού Λυκείου χωρίς όμως να επιτύχουν να διώξουν τους καταληψίες μαθητές και τους καθηγητές που τους υποστήριζαν, καθώς τα γραφεία της ΕΛΜΕ βρίσκονταν τότε ακριβώς από κάτω, στο Παράρτημα. Μια ώρα αργότερα, η ίδια ομάδα καταφέρνει να «σπάσει την κατάληψη στο 3ο Λύκειο στα Ψηλαλώνια, να εισβάλλει στο κτίριο και να διώξει τους καταληψίες. Άμεσα πολύς κόσμος συγκεντρώνεται έξω από το σχολείο και ξεκινούν συγκρούσεις με τους φασίστες, οι οποίοι επιτίθενται με ρόπαλα, τσιμεντόλιθους και σιδερολοστούς. Γύρω στις 23.30 το βράδυ, ομάδα καθηγητών και γονέων επιχειρεί να μπει στο κτίριο με αποτέλεσμα να σωριαστεί θανάσιμα τραυματισμένος από το σιδερολοστό του Καλαμπόκα, ο αγωνιστής καθηγητής και μέλος του Εργατικού Αντι-ιμπεριαλιστικού Μετώπου (ΕΑΜ), Νίκος Τεμπονέρας. Φυσικοί αυτουργοί της δολοφονίας οι Καλαμπόκας, Σπίνος, Μαραγκός, Γραμματίκας και άλλα γνωστά στελέχη της οννέδ που έσπερναν τον τρόμο στα σχολεία. Την πολιτική ευθύνη της δολοφονίας τη χρεώνεται ολόκληρη η κυβέρνηση Μητσοτάκη και ο υπουργός Κοντογιαννόπουλος.

Από την επόμενη μέρα οι δρόμοι των Αθηνών, της Πάτρας και όλων των μεγάλων πόλεων πλημμυρίζουν από χιλιάδες διαδηλωτές και ξεσπάνε εξεγερσιακά γεγονότα. Στην Πάτρα, δεκάδες χιλιάδες κόσμου συμμετέχει στην κηδεία, η οποία μετατρέπεται σε συλλαλητήριο κατά της κυβερνητικής πολιτικής. Στις 10 Γενάρη ’91 κατά τη μεγαλειώδη διαδήλωση 50.000 ατόμων στο κέντρο της Αθήνας, τα ΜΑΤ επιτίθενται στον κύριο όγκο των διαδηλωτών. Οι συγκρούσεις διαρκούν όλη τη μέρα και, όταν οι δυνάμεις καταστολής επιχειρούν να απωθήσουν τον κόσμο προς το Πολυτεχνείο, οι διαδηλωτές αντιστέκονται και οι συγκρούσεις κορυφώνονται. Ασφυξιογόνα χημικά των ΜΑΤ προκαλούν πυρκαγιά στο κτίριο που στεγαζόταν το κατάστημα ενδυμάτων «Κ. Μαρούσης», στην συμβολή Θεμιστοκλέους και Πανεπιστημίου. Οι πυροσβεστικές δυνάμεις που σπεύδουν στο σημείο για να σβήσουν τη φωτιά δέχονται επίθεση με χημικά από τα ΜΑΤ και αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τις προσπάθειες. Όταν η πυρκαγιά σβήσει μετά τα μεσάνυχτα, ανασύρονται οι σωροί τεσσάρων ανθρώπων, μέσα από το κτίριο του καταστήματος. Τέσσερις ακόμα δολοφονημένοι της κρατικής καταστολής. Λίγες μέρες αργότερα, και με ορατό πλέον το ενδεχόμενο γενικευμένης εξέγερσης και πτώσης της κυβέρνησης Μητσοτάκη, ο Σουφλιάς, αντικαθιστά τον Κοντογιαννόπουλο και αποσύρει το προς ψήφιση νομοσχέδιο.

Ο Καλαμπόκας καταδικάζεται πρωτόδικα σε ισόβια, ενώ σταδιακά η ποινή του μειώνεται με αποτέλεσμα να αφεθεί ελεύθερος το Φλεβάρη του 1998. Ο συγκατηγορούμενος του Μαραγκός απαλλάχτηκε με βούλευμα.

Η Νέα Δημοκρατία δεν καταδίκασε ποτέ επί της ουσίας τη δολοφονία Τεμπονέρα. Για αρκετά χρόνια πραγματοποιούσε κινήσεις αλληλεγγύης στον Καλαμπόκα και υποστήριξης στην αθωότητα του. Δικηγόρος του ήταν ο μετέπειτα χρυσαυγίτης βουλευτής και γνωστός χουντικός, Μιχάλης Αρβανίτης. Μετά την αποφυλάκιση του, το κόμμα δεν ξέχασε να τον ανταμείψει για τις υπηρεσίες του διορίζοντας τον διευθυντή στην εθνική τράπεζα του Βόλου, θέση την οποία κατέχει μέχρι σήμερα.

Σήμερα, ζώντας σε μια ακόμα πιο σκληρή πραγματικότητα κρατικού ολοκληρωτισμού και τρομοκρατίας, οφείλουμε να γενικεύσουμε τις αντιστάσεις σε κάθε μέτωπο του κοινωνικού και ταξικού πολέμου. Οφείλουμε να μην ξεχάσουμε πως το δίκιο το έχουμε εμείς και πως ο μόνος δρόμος είναι οι αγώνες μας!

Τιμάμε τους νεκρούς μας συνεχίζοντας να αγωνιζόμαστε για έναν πιο δίκαιο και ελεύθερο κόσμο.

Η μόνη πραγματική εκδίκηση για χάρη τους θα είναι η τελική αναμέτρηση με τους εχθρούς της ελευθερίας, η συνολική κοινωνική απελευθέρωση, που θα τους στείλει μια για πάντα να “κοσμούν” τα χρονοντούλαπα της ιστορίας.