“Να στοχαστούμε πάνω στο σώμα της ιστορίας”

Συνέντευξη με τον αναρχικό σύντροφο Γιώργο Κυριακού, συγγραφέα του βιβλίου: Η αντίληψη των διωκτικών αρχών για τον αναρχικό χώρο κατά την περίοδο της δεύτερης επταετίας (1974-1981)” (εκδόσεις Ευτοπική Βιβλιοθήκη)

ΕΚΔΗΛΩΣΗ – ΣΥΖΗΤΗΣΗ

Σάββατο 10 Νοεμβρίου στις 19:00

στον πολιτικό χώρο στη Σπύρου Τρικούπη 44 (Εξάρχεια)

**

Δημοσιεύθηκε στο τρίτο τεύχος της έντυπης παρέμβασης της

Ταξικής Αντεπίθεσης “Έφοδος στον Ουρανό” (Οχτώβρης 2018)

– Από την πτώση της χούντας κι έπειτα αρχίζει και συγκροτείται ο αναρχικός χώρος στην Ελλάδα, μετά από μια απουσία πολλών δεκαετιών. Ποια είναι γενεαλογική του καταγωγή και τα σημεία αναφοράς που τον συγκροτούν ως πολιτικό χώρο;

– Δεν έχω συστηματικά μελετήσει το αρχειακό υλικό της περιόδου, ούτε συστηματικά έχω συνομιλήσει με τους πρώτους αναρχικούς στην Ελλάδα, για τις απαραίτητες διασταυρώσεις που ευνοούν πιο ασφαλείς αποφάνσεις. Μάλιστα δεν έχω δραστηριοποιηθεί ως μέλος του χώρου μας κατά τη διάρκεια της «δεύτερης επταετίας», όπως την ονομάτισε εύστοχα ο γνωστός γελοιογράφος Γ. Ιωάννου σε συλλογή σκίτσων του. Όμως για να μπορέσουμε να προσεγγίσουμε το ζήτημα της καταγωγής του χώρου θα πρέπει να πάρουμε υπόψη μας το σοβαρό κενό που αφήνει η κοινοβουλευτική αριστερά μέσα στη χούντα, την εκ των πραγμάτων «αυτοοργάνωση» του αντιχουντικού αγώνα και σαφώς την εισαγωγή των ιδεολογικών ρευμάτων του κινήματος του γαλλικού Μάη καθώς και της νεολαιίστικης εξέγερσης στις ΗΠΑ. Συνάμα οφείλουμε να δούμε το γεγονός ότι η ελλαδική μεταπολίτευση πραγματοποιείται παράλληλα με τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις (Χιλή, Κύπρος, κλπ.) και αντίρροπα με τους ταξικούς αντιιμπεριαλιστικούς αγώνες που δίνονται σε όλη την οικουμένη σε μια περίοδο (Παλαιστίνη, Αφρική, λατινική Αμερική, κλπ.) που η συγκυριαρχία Ανατολής-Δύσης έχει δώσει ένα νέο νόημα στον ψυχρό πόλεμο αποκαλύπτοντας έμμεσα και διεθνείς σχεδιασμούς που αίρουν την εμπιστοσύνη στην κρατική διαχείριση του σοσιαλισμού. Έτσι, η έστω και μικρή συμμετοχή αναρχικών στον αντιχουντικό αγώνα, που φάνηκε στην κατάληψη της Νομικής και μετά στο Πολυτεχνείο, χωρίς να αναιρεί την ηγεμονική θέση της –μετέπειτα- εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς η οποία είχε προσχωρήσει σε νέα ιδεολογικά ρεύματα (μαοϊσμός, γκεβαρισμός, κλπ.) είχε μια διακριτή παρουσία σε μια γενικευμένη αμφισβήτηση και εξεγερτική διεργασία.

Χωρίς πείρα, οργανωτικές διαδικασίες που να επιχειρούν τη σύνθεση οι αναρχικοί της πρώιμης μεταπολίτευσης είναι παντού: στους εργατικούς αγώνες, στις μαχητικές διαδηλώσεις, στις κινητοποιήσεις των γειτονιών, σε φοιτητικούς αγώνες, στην αντικουλτούρα, στην υπεράσπιση μειονότητας (ψυχασθενείς, ομοφυλόφιλοι, γυναικείο ζήτημα, κλπ.). Η εναντίωση στο κράτος και στους κυρίαρχους θεσμούς του, ο ανταγωνισμός με την αριστερά και τους χειρισμούς της, η αντίθεση με την ιεραρχία, θα λέγαμε ότι υποκαθιστούσε την έλλειψη οργάνωσης αφού υπήρχε ένα διαρκές πεδίο αντιπαράθεσης. Αργότερα, μετά την παρακμή των πρώτων ακηδεμόνευτων εργατικών αγώνων που έδωσαν τη σκυτάλη στους αυτόνομους φοιτητικούς αγώνες (Ν.815) και στο τέλος της επταετίας στους μαθητικούς, ίσως τότε διαμορφώνεται το νέο «επαναστατικό υποκείμενο» της νεολαίας.

Κι αυτό όμως πρέπει να το εξετάσουμε υπό βάρος της καμπής-παρακμής των διεθνών κινημάτων βάσης όσον αφορά τον ταξικό-αντιιμπεριαλιστικό αγώνα όπως και της συστηματικής επεξεργασίας εκ μέρους των κρατών του καπιταλισμού της μητρόπολης με στόχο την αφομοίωση και τον προσανατολισμό ή επιμερισμό τους σε «νέα» κινήματα. Σε κάθε περίπτωση ο απολογισμός της Αυτόνομης Πρωτοβουλίας Πολιτών που εξέδωσε τη συλλογή «Αυτοί οι αγώνες συνεχίζονται», Νοέμβριος 1983, από τη σκοπιά της δράσης των αυτόνομων-αριστεριστών είναι εξαιρετικά χρήσιμος. Γράφουν: «…Οι αναρχικοί αποτελούσαν μια ολιγάριθμη ομάδα στη διάρκεια της διχτατορίας. Παρ’ όλα αυτά τόσο στη διάρκεια της όσο και στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης η παρουσία τους και η δραστηριότητά τους δεν περνά απαρατήρητη. Είναι σημαντική η δραστηριότητά τους τόσο στη διάρκεια των φοιτητικών κινητοποιήσεων π.χ. στη Νομική, όσο και στην εξέγερση του Νοέμβρη, μέσα στην εργατική συνέλευση και στις συγκρούσεις με τις δυνάμεις καταστολής στους δρόμους της Αθήνας. Στη μεταπολιτευτική περίοδο αποτέλεσαν και αποτελούν το κόκκινο πανί για τους ταύρους της εξουσίας και τους υποστηριχτές τους. Από τις πρώτες μέρες της μεταπολίτευσης αντιμετωπίστηκαν τόσο από τους αριστεριστές όσο και από τα κόμματα της αριστεράς με ποικίλους τρόπους που ξεκινούσαν από την προσπάθεια καταγγελίας και περιορισμού τους και έφταναν στις συγκρούσεις με αυτούς. Συγκρούσεις που δεν είχαν τόσο ιδεολογικό χαρακτήρα αλλά πρακτικό, δηλαδή ξυλοδαρμοί. Η αντιμετώπιση του ολιγάριθμου πράγματι των αναρχικών σε σχέση με το κίνημα που αντιπροσώπευαν, με βιαιότητες και την προσπάθεια απομόνωσης εμφανίζουν ένα κύριο χαρακτηριστικό. Είναι η μεθοδολογία αντιμετώπισης των αντίθετων απόψεων. Μια μεθοδολογία που διαπνέει τόσο τα κόμματα της αριστεράς όσο και τους αριστεριστές…»

– Στη μεταβατική μεταχουντική περίοδο της κυβέρνησης Καραμανλή, παρ’ ότι η Αριστερά ενσωματώνεται ομαλά στο κοινοβουλευτικό παιχνίδι, υπάρχουν ακόμα υπολείμματα του σκληρού αντικομμουνιστικού κράτους που συγκροτήθηκε από τον εμφύλιο μέχρι τη χούντα. Ποια ήταν η εικόνα των κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους απέναντι στον νεαρό αναρχικό χώρο και πως τον αντιμετώπιζε;

– Η ηγεσία των μπάτσων συνεχίζοντας το ίδιο μετεμφυλιακό τροπάριο κι έχοντας το «αναρχικό» ως το απόλυτο κακό διαχρονικά, βρέθηκε μπροστά στην ανάπτυξη δράσεων που αυτοχαρακτηρίζονταν «αναρχικές»! Με την ορολογία αυτή ενσωμάτωνε τόσο στο λεξιλόγιό της όσο και στη μεθοδολογία της κατασταλτικής της πολιτικής, τις δράσεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, τις ένοπλες οργανώσεις, την κάθε λογής δραστηριότητα που δεν οριζόταν ως κοινοβουλευτική.

Τεράστια σύγχυση επικρατούσε στα επιτελεία που οδηγούσε και στην αναποτελεσματικότητα. Υπάρχει π.χ. έγγραφο το οποίο αναφέρει για τα μέλη ομάδας «εξτρεμιστών της αριστεράς και αναρχικών»: «εμφορείται υπό κομουνιστικών αρχών», «είναι γενικός γραμματεύς της ΠΑΣΠ Τεργέστης… η σύζυγός του είναι Γιουγκοσλαυϊκής καταγωγής», «εμφορείται υπό ‘’λαϊκο-σοσιαλιστικών’’ αρχών και πιστεύει εις την ένοπλην λαϊκήν εξέγερσιν» «είναι υποστηρικτής των αρχών του ΤΣΕ ΓΚΟΥΕ ΒΑΡΑ… η σύζυγός του είναι βουλγαρικής καταγωγής», «εμφορείται υπό κομ/κών αρχών», «αναπτύσσει φιλοαναρχικήν δραστηριότητα και φέρεται ως υποθάλπτων τους εξτρεμιστάς και αναρχικούς», «Ανήκεν εις την ‘’ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΝ ΑΡΙΣΤΕΡΑ’’ και εξέδιδε τα περιοδικά ‘’ΝΕΑ ΠΟΡΕΙΑ’’ και ‘’ΕΠΙΘΕΣΙΝ’’ εις Τεργέστην… τας 7-11-71 και 29-7-72 συμμετέσχεν εις συσκέψεις της ‘’Α.Α’’… εργάζεται εις τυπογραφείον του Πανεπιστημίου ‘’ΡΩΣΙΚΟ’’ της Τεργέστης’’… τυγχάνει φίλος του ΒΑΛΥΡΑΚΗ Ιωσήφ (του γνωστού αντιχουντικού στελέχους του ΠΑΚ, βουλευτή, υφυπουργού και υπουργού Δημόσιας Τάξης επί κυβερνήσεως ΠΑΣΟΚ…) και συνδέεται στενά με τους αναρχικούς», «εκφράζεται δια της δράσεως: ‘’Χίλιες φορές με την Γιουγκοσλαβία και καμμιά με την Ελλάδα’’», «ενυμφεύθη μετ’ Ιταλού, ευρίσκεται μάλλον εις Λιβύην και κατέχει δυο διαβατήρια Ελληνικόν και Ιταλικόν», «στέλεχος του Κ.Κ. Ιταλίας», «αντιπρόσωπος της Εστίας του φοιτητικού Κτιρίου NEGRELLI, σοσιαλιστικών αρχών».

Σε άλλο έγγραφο αναφέρονται ως στόχοι των «ένοπλων» αναρχικών ανάμεσα σε σχετικά «λογικούς στόχους» για μια ένοπλη δράση (υπουργοί, βιομήχανοι, δικαστές κλπ.) μια καλτσοβιομηχανία, ένα πυρηνικό εργοστάσιο που δεν υπάρχει, ένας λυκειάρχης κάπου στην Αττική κι ένας καθηγητής σε επαρχιακή πόλη! Σε άλλα έγγραφα κατονομάζουν ως αναρχικούς μέλη της ΟΠΑ-Ρήξης ή άλλων οργανώσεων. Σε άλλα τους συνδέουν με διεθνείς τρομοκρατικές ενέργειες, με παλαιστίνιους, αιγύπτιους, με συνδέσμους τρομοκρατών ενώ δε λείπουν οι διαρκείς αναφορές για επικείμενες τρομοκρατικές ενέργειες. Σε άλλο έγγραφο φτάνουν να μιλούν για τα ξυραφάκια που βάζουν στα μαλλιά τους για να τραυματίζονται οι συνάδελφοί τους την ώρα της σύλληψης!

Παρ’ όλη όμως τη σύγχυση, την έλλειψη σοβαρής επίγνωσης και ανάλυσης για το αναρχικό «φρούτο» οι διωκτικές αρχές και για λόγους σκοπιμότητας και αναπαραγωγής του ίδιου του μηχανισμού δημιουργούν την εικόνα σε προϊσταμένους και υφισταμένους τους ότι «τους έχουν στο χέρι» δημιουργώντας ένα κλίμα τρόμου και προετοιμασίας για την αντιμετώπισή τους. Έτσι, στήνουν σκευωρίες με κατηγορίες για τρομοκρατική δράση ενώ έχουν ήδη θωρακιστεί και θεσμικά με νόμους οιονεί ιδιώνυμους (Ν. 410/76, 774/78) που βεβαίως καταγγέλλονται από το μεταπολιτευτικό κίνημα στους δρόμους.

– Ποιος ήταν ο ρόλος του ΠΑΣΟΚ από το 1981 κι έπειτα στην αναβάθμιση και επιστημονικοποίηση του τρόπου με τον οποίον εκφράζονταν οι κατασταλτικοί μηχανισμοί εναντίον του αναρχικού χώρου;

– Όπως ακριβώς το θέτετε, μετά το 1981, οι «μανούλες» του ΠΑΣΟΚ αναβαθμίζουν τους κατασταλτικούς μηχανισμούς. Έτσι λοιπόν όχι μόνο δεν καταργούν τα ΜΑΤ αλλά εμπλουτίζουν το μηχανισμό καταστολής με το σώμα των ΜΕΑ. Το ΠΑΣΟΚ ως νέος διαχειριστής της υπηρεσίας Ασφάλειας, παρόλο που στο μηχανισμό της «αλλαγής» ενυπάρχουν αναγκαία πρόσωπα από τον προηγούμενο και που κάποιες φορές εκφράζουν την αδικαιολόγητη –εν τέλει- ανασφάλειά τους, κάνει μια σχετική χαρτογράφηση του χώρου μας.

Αυτά όσον αφορά το μαστίγιο, διότι το καρότο αφορά στην προσπάθεια αφομοίωσης του νεολαιίστικου αυτού κινήματος κατόπιν μιας συστηματικής και νηφάλιας μελέτης της δραστηριότητάς του. Η εμπλοκή της Γ.Γ. Νέας Γενιάς και του κυρίου Κώστα Λαλιώτη σε στενότατη συνεργασία μετά του κυρίου Στέφανου Μανίκα με χρηματοδοτήσεις και διευκολύνσεις για την προώθηση του ελληνικού ροκ άρα της προσπάθειας για την έμμεση χειραγώγηση της νεολαίας που βρισκόταν εκτός των τειχών κι αποτελούσε φυσική της έκφραση, η συστηματική προσπάθεια της δημιουργίας ελεγχόμενων μηχανισμών στα σχολεία (μαθητικά συμβούλια) στο πλαίσιο της «ενθάρρυνσης της συμμετοχής της νεολαίας» μετάδωσε κάτι παραπάνω από σύγχυση στην αρχή της διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ. Τα κατά Ανδρέα «περήφανα νιάτα» όμως ξεκίνησαν να τρώνε ξύλο τρία χρόνια μετά,σε μια εκ νέου δράση των επιχειρήσεων «Αρετής», άμα τη εμφανίσειτης μουσικής σκηνής πανκ που για ένα χρονικό διάστημα έγινε η πολιτιστική έκφραση του χώρου μας.

Δίπλα σε αυτά θα πρέπει να αναφερθούμε ότι σε όλη τη διάρκεια της καραμανλικής επταετίας οι αναρχικοί και το ΠΑΣΟΚ βρέθηκαν κοντά σε περιστάσεις, όχι βέβαια ως πολιτικοί οργανισμοί αλλά ως πρόσωπα κι από τις δυο πλευρές. Δικηγόροι και μέλη του ΠΑΣΟΚ όπως ο Βαγγέλης Γιαννόπουλος αποτέλεσαν τη νομική υπεράσπιση αναρχικών (Κυρίτσης, Κωσταντινίδης, κλπ.) μέλη του ΠΑΣΟΚ βρέθηκαν κοντά με αναρχικούς σε διάφορες επιτροπές εναντίον επιλογών της κυβέρνησης (τρομονόμοι, απελάσεις αγωνιστών, απεργίες, κλπ.), σε εκδηλώσεις και διαδηλώσεις χωρίς αυτό να σημαίνει μια συνειδητή συστράτευση ή πολιτική συνεργασία. Υποθέτω όπως αντίστοιχα με τον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ όπου π.χ. ο αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης Δραγασάκης έχει το θράσος να υποδέχεται τους εναντίον του, αναρχικούς διαδηλωτές, ως «δικά μας παιδιά», γεγονότα που δεν δικαιολογούν πάλι μια συστράτευση ή πολιτική συνεργασία ερμηνεύοντας έτσι χυδαία την συμπόρευση της προηγούμενης περιόδου στη βάση της κοινωνίας, το ΠΑΣΟΚ αξιοποίησε όσο μπορούσε τις προσβάσεις του όσον αφορά στην κατανόηση άρα και προσπάθεια χειρισμού του χώρου.

Έτσι το «προοδευτικό» ΠΑΣΟΚ στην πρώτη του επταετία πραγματοποίησε τομές στους διωκτικούς μηχανισμούς, σε ένα πλαίσιο «ομοιοπαθητικής θεραπείας» όπως κωμικά αναφέρει ο αγνοημένος μας ιστορικός Νίκος Ψυρούκης: στο όνομα του περιορισμού της δεξιάς στο «χρονοντούλαπο της ιστορίας» αναβάθμισε την καταστολή, στο όνομα της «εθνικής ανεξαρτησίας» ρίζωσε -στην κυριολεξία- τη χώρα στους διεθνείς ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, στο όνομα της προστασίας των «μη προνομιούχων» δημιούργησε τα νέα τζάκια της άρχουσας τάξης ενισχύοντας το θεσμικό και ιδεολογικό υλικό μιας ταξικής επίθεσης αλλάζοντας ουσιαστικά τον κοινωνικό χάρτη με ισχυρές «περιφέρειες» συναίνεσης και καταναλωτικής αδηφαγίας και διαφθοράς των λαϊκών στρωμάτων. Αρκεί να θυμηθεί κανείς ότι το ΠΑΣΟΚ εγκαινίασε σε κάθε γειτονιά το κέτερινγκ σε εκδηλώσεις κομματικές και ελεγχόμενες από το «συντεχνιακό» του κράτος.

Μέσα σε αυτήν την επταετία είναι χαρακτηριστικές οι άτυπες ομάδες «αγανακτισμένων πολιτών», μια σύνθεση ακροδεξιών και πρασινοφρουρών που η παρουσία τους ήταν διακριτή το φθινόπωρο του 1985 στις αντικατασταλτικές δράσεις του αναρχικού χώρου και με κορυφαίο γεγονός τη δολοφονία του μαθητή Μιχάλη Καλτεζά από την αστυνομία. Η συνέχεια της δεκαετίας του ’90 όπως και της πρώτης δεκαετίας της χιλιετίας μας έχουν ένα ενδιαφέρον από την άποψη της συνέχειας του κράτους και της αξιοποίησης των μεταρρυθμίσεων του ’80 με συνέργεια της δυσδιάστατης κατεύθυνσης (κίνημα-κόμμα) του νέου πόλου της «αριστεράς και της προόδου» όπου οι μεταμοντέρνες διακηρύξεις μιας δικαιωλάνδης (φανταστικής χώρας υπεράσπισης των διαχωρισμένων δικαιωμάτων) συναντούν ευμενώς το σύνολο σχεδόν του αναρχικού κινήματος να ακολουθάει –μαχητικά και καλοπροαίρετα βέβαια- έχοντας χάσει τον πολιτικό-ταξικό του ορίζοντα. 

Σημαντικό είναι να επισπεύσουμε ένα διάλογο που θα μας βοηθήσει να στοχαστούμε πάνω στο σώμα της ιστορίας, της πολιτικής σκέψης που πρέπει να παραμένει ανοιχτό πεδίο σύνθεσης, λαμβάνοντας υπόψη μας το τραγικό της ανθρώπινης ύπαρξης σε αυτή την ιδιαίτερη γωνιά του πλανήτη.