Στις αρχές Ιανουαρίου του 1919 ξέσπασε στη Γερμανία η Επανάσταση των Σπαρτακιστών. Στην εξέγερση αυτή πρωταγωνιστούσε το προλεταριάτο του Βερολίνου ενώ επικεφαλής είχαν τεθεί οι ηγέτες του νεαρού Κομμουνιστικού Κόμματος Καρλ Λίμπκνεχτ, Βίλχελμ Πικ, Ρόζα Λούξεμπουργκ.

Μετά την προδοσία της ηγεσίας του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος και την ανοιχτή συνεργασία της με τις αστικές πολιτικές δυνάμεις και τα εθνικιστικά στοιχεία του στρατού, η επανάσταση συντρίφθηκε και χιλιάδες εργάτες συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν. Η οριστική επικράτηση της αντεπανάστασης έγινε στις 11 Ιανουαρίου.

Στις 13 Ιανουαρίου η Κεντρική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας πήρε απόφαση για να περάσουν στην παρανομία ο Καρλ Λίμπκνεχτ και η Ρόζα Λούξεμπουργκ. Την ίδια μέρα στην προλεταριακή εφημερίδα «Ρότε Φάνε», δημοσιεύτηκε άρθρο της Ρ. Λούξεμπουργκ με τίτλο «Η τάξη επικρατεί στο Βερολίνο», όπου εξηγούνται οι λόγοι της ήττας της επανάστασης.

Στις 14 Ιανουαρίου στην ίδια εφημερίδα δημοσιεύεται άρθρο του Καρλ Λίμπκνεχτ με τίτλο «Παραβλέποντας το καθετί», όπου τόνιζε: «Ναι, οι επαναστάτες εργάτες του Βερολίνου συντρίφτηκαν και οι Εμπερτ-Σάιντεμαν-Νόσκε νίκησαν… Αλλά υπάρχουν ήττες που ισοδυναμούν με νίκες, και υπάρχουν νίκες που είναι πιο μοιραίες από τις ήττες… Οι νικημένοι σήμερα εργάτες θα γίνουν αύριονικητές γιατί η ήττα έγινε γι’ αυτούς μάθημα».

Στις 15 Ιανουαρίου 1919 η Ασφάλεια κατάφερε να εντοπίσει το κρησφύγετο όπου κρύβονταν ο Λίμπκνεχτ και η Λούξεμπουργκ. Οι ασφαλίτες εισέβαλαν και συνέλαβαν τους δύο ηγέτες, τους οποίους μετέφεραν στο Επιτελείο Μεραρχίας Ιππικού της Φρουράς του Βερολίνου. Εκεί εκτελέστηκαν από αποθηριωμένους αξιωματικούς. Για να καλύψουν τα ίχνη τους, οι δολοφόνοι έστειλαν το πτώμα του Λίμπκνεχτ στο νεκροτομείο ως «πτώμα αγνώστου ανδρός», ενώ το πτώμα της Λούξεμπουργκ πετάχτηκε σε μια διώρυγα όπου βρέθηκε στις 31 του Μάη 1919.

Η είδηση της δολοφονίας των δύο ξεχωριστών ηγετών του γερμανικού προλεταριάτου συγκλόνισε ολόκληρη τη Γερμανία αλλά και ολόκληρο τον κόσμο, όπου οι εργαζόμενοι πραγματοποίησαν δεκάδες μαχητικές διαδηλώσεις. Η κηδεία του Λίμπκνεχτ στις 25 του Γενάρη 1919 και της Λούξεμπουργκ στις 13 του Ιούνη 1919 μετατράπηκαν σε μεγάλες και μαχητικές διαδηλώσεις των Γερμανών εργατών.

Καρλ Λίμπκνετχ

Ο Καρλ Λίμπκνεχτ (Karl Liebknecht) γεννήθηκε στη Λειψία στις 1871. Ήταν γιος του Βίλχελμ Λίμπκνεχτ, ιδρυτικού μέλους του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος της Γερμανίας (από το 1891 Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας) και της δεύτερης συζύγου του Ναταλίε Ρεχ.

Το 1907 ο Λίμπκνεχτ έγραψε το βιβλίο Μιλιταρισμός και Αντιμιλιταρισμός (Militarismus und Antimilitarismus), που θεωρήθηκε ανατρεπτικό από τις αρχές. συνελήφθη και καταδικάστηκε σε φυλάκιση 18 μηνών. Τον επόμενο χρόνο εξελέγη βουλευτής στο τοπικό κοινοβούλιο της Πρωσίας, παρότι βρισκόταν στη φυλακή. Το 1912 εξελέγη βουλευτής στη Γερμανική Βουλή με τη σημαία του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, του οποίου υπήρξε σημαίνον στέλεχος της αριστερής πτέρυγας. Στις 2 Δεκεμβρίου 1914 ήταν το μοναδικό μέλος της Βουλής που καταψήφισε τις επιπλέον πολεμικές πιστώσεις. Ήταν δεινός επικριτής της ηγεσίας του κόμματος υπό τον Καρλ Κάουτσκι και της απόφασής του να υποστηρίξει τη συμμετοχή της Γερμανίας στον πόλεμο.

Στα τέλη του 1914 ίδρυσε μαζί με τους Ρόζα Λούξεμπουργκ, Λέο Γιόγκιχες, Πάουλ Λέβι, Ερνεστ Μέγερ, Φραντς Μέρινγκ και Κλάρα Τσέτκιν την Ένωση Σπάρτακος (Spartakusbund), η οποία σύντομα κηρύχθηκε παράνομη. Ο Λίμπκνεχτ συνελήφθη και στάλθηκε στο Ανατολικό Μέτωπο, παρά την ασυλία που είχε ως βουλευτής. Αρνήθηκε να πολεμήσει και χρησιμοποιήθηκε σε βοηθητική υπηρεσία. Επανήλθε στη Γερμανία το 1915, λόγω της χειροτέρευσης της υγείας του.

Την ίδια χρονιά μίλησε ανοιχτά για τη μετατροπή του εθνικού πολέμου σε ταξικό πόλεμο και την Πρωτομαγιά του 1916 συνελήφθη εκ νέου, κατά τη διάρκεια αντιπολεμικής διαδήλωσης στο Βερολίνο. Καταδικάσθηκε σε δυόμιση χρόνια φυλάκισης για εσχάτη προδοσία και αργότερα η ποινή του αυξήθηκε σε φυλάκιση 4 ετών και ενός μηνός. Την ίδια χρονιά διαγράφηκε από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα. Τον Οκτώβριο του 1918 κι ενώ η Γερμανία βρισκόταν σε επαναστατικό αναβρασμό, του δόθηκε αμνηστία από την κυβέρνηση του πρίγκηπα Μαξ της Βάδης.

Χαρακτικό της Käthe Kollwitz για τον θάνατο του Καρλ Λίμπκνεχτ

Στις 9 Νοεμβρίου 1918, την ημέρα της εκθρόνισης του Κάιζερ Γουλιέλμου Β’, ο Καρλ Λίμπκνεχτ ανακήρυξε από το μπαλκόνι του Δημαρχείου του Βερολίνου την Ελεύθερη Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Γερμανίας στο πρότυπο της Σοβιετικής Ένωσης, δύο ώρες μετά την ανακήρυξη της Γερμανικής Δημοκρατίας από τον σοσιαλδημοκράτη Φίλιπ Σάιντεμαν. Δύο ημέρες αργότερα έληξε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, με τη συνθηκολόγηση της Γερμανίας.

Στα ελληνικά κείμενά του μπορούν να βρεθούν στο μεταφρασμένο βιβλίο του «Μιλιταρισμός και Αντιμιλιταρισμός», στο «Ο βασικός εχθρός βρίσκεται στην ίδια μας τη χώρα. Κείμενα των Γερμανών κομμουνιστών στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο» καθώς και στο διαδίκτυο όπως εδώ.

Ρόζα Λούξεμπουργκ

Η Ρόζα Λούξεμπουργκ γεννήθηκε στις 5 Μαρτίου 1871 στο Ζάμοστς της Ρωσίας (σήμερα στην Πολωνία) και ήταν το νεότερο από τα πέντε παιδιά μιας μεσοαστικής εβραϊκής οικογένειας. Από τα μαθητικά της χρόνια αναμίχθηκε σε παράνομες πολιτικές δραστηριότητες και το 1889, σε ηλικία 18 ετών, μετανάστευσε στη Ελβετία και συγκεκριμένα στην Ζυρίχη, όπου σπούδασε νομικά και πολιτική οικονομία, αποκτώντας το διδακτορικό της δίπλωμα το 1898.

Το 1898, αφού παντρεύτηκε τον Γκούσταφ Λίμπεκ για να αποκτήσει γερμανική υπηκοότητα, εγκαταστάθηκε στο Βερολίνο για να εργαστεί στο Γερμανικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (SPD). Σχεδόν αμέσως ενεπλάκη στις πολιτικές διαμάχες που ταλάνιζαν το μεγαλύτερο και ισχυρότερο κόμμα της Β’ Διεθνούς. Ο ρεφορμιστής Έντουαρντ Μπερνστάιν, ο πατέρας της σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας, υποστήριζε ότι ο Μαρξ ήταν ξεπερασμένος και ότι ο σοσιαλισμός σε κράτη με υψηλό επίπεδο εκβιομηχάνισης θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί μέσω της κοινοβουλευτικής οδού και την συνδικαλιστική πίεση στο κατεστημένο. Η Λούξεμπουργκ απέρριψε την θεώρηση αυτή του Μπερνστάιν, στο βιβλίο της «Κοινωνική μεταρρύθμιση ή επανάσταση;», στο οποίο υποστήριζε την αναγκαιότητα της επανάστασης, προβάλλοντας το επιχείρημα ότι ο κοινοβουλευτισμός δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια αστική απάτη.

Η Ρωσική Επανάσταση του 1905, διέψευσε κάποια από τα πιστεύω της Λούξεμπουργκ. Μέχρι τότε θεωρούσε ότι η Γερμανία ήταν η χώρα στην οποία ήταν περισσότερο πιθανό να γεννηθεί η παγκόσμια επανάσταση. Τώρα πλέον πίστευε ότι θα μπορούσε να ξεσπάσει στη Ρωσία. Πήγε στη Βαρσοβία, συμμετείχε στον αγώνα, συνελήφθη και φυλακίστηκε. Από την εμπειρία αυτή γεννήθηκε η θεωρία της για την επαναστατική μαζική δράση, που εξέθεσε στο κείμενό της «Μαζική απεργία, κόμμα και συνδικάτα». Η Λούξεμπουργκ πίστευε τώρα ότι η μαζική απεργία θα μπορούσε να ριζοσπαστικοποιήσει τους εργάτες και να αποτελέσει το σημαντικότερο μέσο τού προλεταριάτου για την επίτευξη της σοσιαλιστικής νίκης.

Μετά την απόλυσή της από τη φυλακή της Βαρσοβίας, δίδαξε στη σχολή τού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος στο Βερολίνο (1907-1914), όπου έγραψε το βιβλίο «Η συσσώρευση τού κεφαλαίου» . Στην ανάλυση αυτή περιγράφει τον ιμπεριαλισμό και το αποτέλεσμα δυναμικής επέκτασης του καπιταλισμού στις υπανάπτυκτες περιοχές του κόσμου. Την περίοδο αυτή διέκοψε εντελώς τη σχέση της με την επίσημη κομματική ηγεσία των Άουγκουστ Μπέμπελ και Καρλ Κάουτσκι, οι οποίοι διαφωνούσαν με την αδιάκοπες εκκλήσεις της για την ριζοσπαστικοποίηση των μαζών.

Μετά την απόλυσή της από τη φυλακή της Βαρσοβίας, δίδαξε στη σχολή τού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος στο Βερολίνο (1907-1914), όπου έγραψε το βιβλίο «Η συσσώρευση τού κεφαλαίου». Στην ανάλυση αυτή περιγράφει τον ιμπεριαλισμό και το αποτέλεσμα δυναμικής επέκτασης του καπιταλισμού στις υπανάπτυκτες περιοχές του κόσμου. Την περίοδο αυτή διέκοψε εντελώς τη σχέση της με την επίσημη κομματική ηγεσία των Άουγκουστ Μπέμπελ και Καρλ Κάουτσκι, οι οποίοι διαφωνούσαν με την αδιάκοπες εκκλήσεις της για την ριζοσπαστικοποίηση των μαζών.

Με την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα υποστήριξε τη γερμανική κυβέρνηση, απόφαση με την οποία διαφώνησε η Λούξεμπουργκ, περνώντας αμέσως στην αντιπολίτευση. Συμμάχησε με τον Καρλ Λίμπκνεχτ και άλλα ριζοσπαστικά στοιχεία της αριστερής πτέρυγας και σχημάτισαν την Ένωση Σπάρτακος, που είχε ως αποκλειστικό στόχο να θέσει με επανάσταση τέλος στον πόλεμο και να εγκαθιδρύσει προλεταριακή κυβέρνηση. Τα μέλη της ήταν γνωστοί και ως «Σπαρτακιστές».

Το θεωρητικό θεμέλιο της οργάνωσης ήταν το φυλλάδιο της Λούξεμπουργκ «Η κρίση της σοσιαλδημοκρατίας» (1916), γραμμένο στη φυλακή με το ψευδώνυμο Γιούνιους. Στο κείμενο αυτό συμφωνούσε με τον Λένιν, υποστηρίζοντας την ανατροπή της κυβέρνησης και τον σχηματισμό μιας νέας Διεθνούς, ισχυρής και ικανής να εμποδίσει μια καινούρια μαζική σφαγή. Η πραγματική επιρροή τής Ένωσης Σπάρτακος κατά τον πόλεμο παρέμενε, ωστόσο, μικρή.

Η Ρόζα είχε σε μία σειρά θεμάτων έντονες διαφωνίες με τους μπολσεβίκους και τον Λένιν (κυρίως γύρω από το “εθνικό ζήτημα” αλλά και για τον ρόλο και την δομή ενός επαναστατικού κομμουνιστικού κόμματος) με τον ίδιο να γράφει μετά τον θάνατό της:

“Ένας αετός βουλιάζει συχνά χαμηλότερα από μια κότα, Μια κότα αντίθετα ποτέ δε φτάνει το πέταγμα του αετού. Η Ρόζα έκανε λάθος στο ζήτημα της ανεξαρτησίας της Πολωνίας, έκανε λάθος το 1903 στην κρίση της για τους μενσεβίκους, έκανε λάθος για τη θεωρία της περί συσσώρευσης κεφαλαίου, έκανε λάθος όταν τον Ιούλη του 1914 επιδίωκε πλάι στους Πλεχάνοφ, Βαντερβέλντε, Κάουτσκι κ.ά την επανένωση μπολσεβίκων και μενσεβίκων. Έκανε λάθος στις σημειώσεις της από τη φυλακή (επιπλέον μετά την αποφυλάκιση της στα τέλη του 1918 και στις αρχές του 1919 διόρθωσε το μεγαλύτερο μέρος των λαθών της). Αλλά παρόλα τα λάθη της είναι και θα μείνει αετός.

Όχι μόνο θα παραμείνει για πάντα πολύτιμη η μνήμη της για τους κομμουνιστές σε όλο τον κόσμο, αλλά η βιογραφία και η έκδοση των απάντων της (που αναβάλλεται ασυγχώρητα από τους Γερμανούς κομμουνιστές, κάτι που μόνο εν μέρει δικαιολογείται από τον τεράστιο αριθμό θυμάτων) θα είναι χρήσιμη διδασκαλία για πολλές γενιές κομμουνιστών σε όλο τον κόσμο”.

Μερικά από τα βιβλία της που έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά είναι τα: «Ρώσικη Επανάσταση», «Η συσσώρευση του Κεφαλαίου. Μια συμβολή στην οικονομική εξήγηση του Ιμπεριαλισμού», «Τι είναι η Πολιτική Οικονομία», «Και τώρα καταδικάστε με», «Ακμή και παρακμή της πρωτόγονης κομμουνιστικής κοινωνίας (από τα μαθήματα της Ρ.Λ. στο κομματικό Λαϊκό Πανεπιστήμιο του Βερολίνου)»«Μαζική απεργία, κόμμα, συνδικάτα», «Η εργατική τάξη και ο Πόλεμος», «Μεταρρύθμιση ή Επανάσταση», «Αλληλογραφία», «Τι ζητάει ο Σπάρτακος»«Απεργία. Αυθορμητισμός των μαζών», «Γράμματα απ’ τη φυλακή», «Σοσιαλισμός και Δημοκρατία (Οργανωτικά προβλήματα της ρωσικής σοσιαλδημοκρατίας)».

Μία ταξικά και πολιτικά φορτισμένη (όπως θα έπρεπε να είναι κάθε αντίστοιχη δουλειά, παρά τις πιθανές διαφορετικές αναγνώσεις και ερμηνείες που μπορούν να παράξουν τόσο καθοριστικά γεγονότα) παρουσίαση των γεγονότων της περιόδου 1918-1921 από το Διαλυτικό.

Το τελευταίο άρθρο της Λούξεμπουργκ λίγο μετά την ήττα της επανάστασης στην Γερμανία: “Η ήττα μας είναι καμάρι και δύναμη του διεθνούς σοσιαλισμού

Το παρακάτω κείμενο αποτελεί το τελευταίο γραπτό της Ρόζας, μετά την ήττα των Σπαρτακιστών στο Βερολίνο και λίγο πριν από τη δολοφονία της από τις επίλεκτες ομάδες που χρησιμοποίησε η «σοσιαλδημοκρατική» κυβέρνηση. Το μεταφράσαμε, γνωρίζοντας ότι παρότι έχουν γίνει ξανά μεταφράσεις, δεν μπορεί να βρεθεί ηλεκτρονικά κάποια στο διαδίκτυο στα ελληνικά.

«H τάξη βασιλεύει στη Βαρσοβία!» διακήρυξε ο υπουργός Σεμπαστιανί στην παρισινή Βουλή των Αντιπροσώπων το 1831, όταν μετά την έφοδο τους στο προάστιο της Πράγκα, οι επιτιθέμενοι στρατιώτες εισέβαλλαν στην πολωνική πρωτεύουσα για να αρχίσουν τη σφαγή των επαναστατών.

«Η τάξη βασιλεύει στο Βερολίνο!» Έτσι διακυρήττει θριαμβευτικά ο αστικός τύπος, έτσι δηλώνουν ο Έμπερτ και ο Νόσκε, και οι αξιωματικοί του “νικηφόρου στρατού”, τους οποίους ο μικροαστικός όχλος στο Βερολίνο χειροκροτά κουνώντας χαρτομάντηλα και φωνάζοντας «Ουρά!». Η δόξα και η τιμή των γερμανικών όπλων έχουν δικαιωθεί από την αρχή της παγκόσμιας ιστορίας. Αυτοί που κατατροπώθηκαν στην Φλάνδρα και στην Αργκόν επανόρθωσαν τη φήμη τους με μια λαμπρή νίκη – πάνω από 300 Σπαρτακιστές στο κτήριο της Φόρβερτς (Vorwarts).Οι μέρες που οι ένδοξοι γερμανοί στρατιώτες εισέβαλλαν στο Βέλγιο, και οι μέρες του στρατηγού Φον Έμιχ, του κατακτητή της Λιέγης, ωχριούν μπροστά στα κατορθώματα των Ράινχαρτ και σία στους δρόμους του Βερολίνου.Οι μαινόμενοι στρατιώτες της κυβέρνησης κατέσφαξαν τους απεσταλμένους που προσπάθησαν να διαπραγματευτούν την παράδοση του κτηρίου της Φόρβερτς, χρησιμοποιώντας τους υποκόπανους των τουφεκιών για να τους χτυπήσουν μέχρι να μην αναγνωρίζονται.Οι αιχμάλωτοι παρατάχθηκαν στον τοίχο και κατεσφάγησαν τόσο βίαια που πετάχτηκαν παντού ιστοί από τα μυαλά και τα κρανία τους. Εν όψει τόσο ένδοξων πράξεων, ποιος θα θυμηθεί τις εξευτελιστικές ήττες από τους Γάλλους, τους Βρετανούς και τους Αμερικάνους; Tώρα ο Σπάρτακος είναι ο εχθρός, το Βερολίνο ο τόπος που οι αξιωματικοί μας μπορούν να αποκομίσουν θριάμβους, και ο Νόσκε, ο “εργάτης”, είναι ο στρατηγός που μπορεί να μας οδηγήσει σε νίκες εκεί που απέτυχε ο Λούντεντορφ.

Ποιος δε θυμάται τους μεθυσμένους πανηγυρισμούς του όχλου του “νόμου και της τάξης” στο Παρίσι, αυτά τα Διονύσια που γιόρτασε η μπουρζουαζία πάνω από τα πτώματα των κομμουνάρων; Αυτή η μπουρζουαζία που είχε ντροπιαστικά παραδοθεί στους Πρώσσους, και είχε εγκαταλείψει την πρωτεύουσα στους εισβολείς, τρέχοντας για να σωθούν σαν οι πιο δειλοί από τους δειλούς. Ω, πως το ανδρικό θάρρος αυτών των εκλεκτών γιων της αστικής τάξης, της «χρυσής νεολαίας» και του σώματος των αξιωματικών επανήρθε στη ζωή απέναντι στους πεινασμένους και άσχημα οπλισμένους παριζιάνους προλετάριους και τις ανυπεράσπιστες γυναίκες και τα παιδιά τους.Πως αυτοί οι θαρραλέοι γιοι του Άρη, που είχαν λυγίσει απέναντι στον ξένο εχθρό, επέδειξαν τέτοια κτηνώδη σκληρότητα απέναντι στους ανυπεράσπιστους, τους αιχμαλώτους και τους νεκρούς.

“Η τάξη βασιλεύει στη Βαρσοβία!” “H τάξη βασιλεύει στο Παρίσι!” “Η τάξη βασιλεύει στο Βερολίνο!” Κάθε μισό αιώνα είναι αυτό που γράφεται στις ανακοινώσεις από τους φύλακες της “τάξης” από το ένα επίκεντρο κοσμοϊστορικής πάλης στο άλλο.Και μέσα στην ευφορία τους οι νικητές δεν καταφέρνουν να παρατηρήσουν, πως κάθε “τάξη” που έχει ανάγκη τακτικά να συντηρείται με μια αιματοβαμμένη σφαγή βαδίζει αταλάντευτα προς το δικό της ιστορικό πεπρωμένο, την καταστροφή της.

Τι ήταν αυτή η πρόσφατη «εβδομάδα του Σπαρτάκου» στο Βερολίνο; Τι μας έφερε; Tι μας διδάσκει; Τη στιγμή που είμαστε ακόμα στα μισά της μάχης, τη στιγμή που η αντεπανάσταση ακόμα ουρλιάζει για τη νίκη της, οι προλετάριοι πρέπει να λάβουν υπόψη τους το τι έχει συμβεί και να υπολογίσουν τα γεγονότα και τις συνέπειες τους με τη μεγάλη μεζούρα της ιστορίας. Η επανάσταση δεν έχει χρόνο για να χάσει, συνεχίζει να προχωρά βιαστικά πάνω από τους ακόμα ανοιχτούς τάφους, πάνω από “νίκες” και “ήττες”, προς το μεγάλο της στόχο. Το πρώτο καθήκον για τους μαχητές του διεθνούς σοσιαλισμού είναι να ακολουθήσουν συνειδητά τις αρχές και το μονοπάτι της επανάστασης.

Έπρεπε κανείς να περιμένει την τελική νίκη του επαναστατικού προλεταριάτου σε αυτή τη σύγκρουση; Μπορούσαμε να περιμένουμε την ανατροπή των Έμπερτ-Σάιντεμαν και την εγκαθίδρυση μιας σοσιαλιστικής δικτατορίας; Σίγουρα όχι, αν συνυπολογίζαμε όλες τις μεταβλητές που βαραίνουν αυτό το ερώτημα.Ο αδύναμος κρίκος στον επαναστατικό σκοπό είναι η πολιτική ανωριμότητα των μαζών των στρατωτών, που ακόμα επιτρέπουν στους αξιωματικούς τους να τους μεταχειρίζονται ενάντια στο λαό, για αντεπαναστικούς σκοπούς. Αυτό από μόνο του δείχνει πως καμία επαναστική νίκη με διάρκεια δεν ήταν δυνατή σε αυτή τη συγκυρία. Από την άλλη, η ανωριμότητα των στρατιωτών είναι η ίδια ένα σύμπτωμα της γενικής ανωριμότητας της γερμανικής επανάστασης.

Η επαρχία, από την οποία προήλθε ένα μεγάλο ποσοστό των απλών στρατιωτών, πολύ λίγο αγγίχτηκε από την επανάσταση.Μέχρι στιγμής, το Βερολίνο παραμένει πρακτικά απομονωμένο από την υπόλοιπη χώρα.Τα επαναστικά κέντρα στις επαρχίες – η Ρηνανία, η βόρεια ακτή, το Μπρούνσβικ, η Σαξωνία, η Βυρτεμβέργη – παραμένουν ψυχί τε και σώματι στο πλευρό των βερολινέζων εργατών, είναι αλήθεια. Όμως μέχρι στιγμής δε προελαύνουν σε απόλυτο συντονισμό μεταξύ τους, δεν υπάρχει ενότητα δράσης, που θα έκανε το άλμα προς τα εμπρός και τη μαχητική θέληση της βερολινέζικης εργατικής τάξης ασύγκριτα αποτελεσματικότερη. Επίσης, υπάρχει – και αυτή είναι η βαθύτερη αιτία της πολιτικής ανωριμότητας της επανάστασης – και ο οικονομικός αγώνας, αυτό το τεκτονικό υπόβαθρο που τροφοδοτεί την επάνασταση και που βρίσκεται μόνο στο αρχικό του στάδιο. Και αυτή είναι η υποβόσκουσα αιτία που η επαναστατική ταξική πάλη βρίσκεται ακόμα σε βρεφική ηλικία.

Από όλα αυτά προκύπτει το γεγονός πως μια απόφασιστική και με διάρκεια νίκη δε μπορούσε να αναμένεται αυτή τη στιγμή.Αυτό σημαίνει πως η πάλη της προηγούμενης εβδομάδας ήταν “λάθος”; Η απάντηση θα ήταν και αν μιλούσαμε για μια προσχεδιασμένη επιδρομή ή ένα πραξικόπημα.Αυτό όμως πυροδότησε αυτή την εβδομάδα μαχών; Όπως σε όλες τις προηγούμενες περιπτώσεις, όπως στις 6 και στις 24 του Δεκέμβρη, ήταν μια κτηνώδης πρόκληση από την κυβέρνηση.Όπως το λουτρό αίματος απέναντι στους ανυπεράσπιστους διαδηλωτές στην Χάουσεστράσε, όπως η σφαγή των ναυτών, έτσι και τώρα η έφοδος στο αρχηγείο της αστυνομίας του Βερολίνου ήταν η αιτία όλων των γεγονότων που ακολούθησαν.Η επανάσταση δεν αναπτύσσεται ομοιόμορφα βάσει της δικής της βούλησης, σε ένα ξεκάθαρο πεδίο μάχης, σύμφωνα με ένα πονηρό σχέδιο κάποιων έξυπνων “στρατηγών”.

Οι εχθροί της επανάστασης μπορούν επίσης να πάρουν την πρωτοβουλία των κινήσεων, και κατά κανόνα το κάνουν πιο συχνά απ’ότι το κάνει η επανάσταση. Αντιμέτωποι με την ξεδιάντροπη πρόκληση Έμπερτ-Σάιντεμαν οι επαναστάτες εργάτες εξωθήθηκαν στο να πάρουν τα όπλα. Όντως, η τιμή της επανάστασης εξαρτώνταν από το να αποκρουστεί η επίθεση αμέσως με πλήρη ισχύ, για να αποτρέψει την αντεπανάσταση από το να προχωρήσει προς τα μπροστά, και τελικά οι επαναστατικές τάξεις του προλεταριάτου και το ηθικό κύρος της γερμανικής επανάστασης στη Διεθνή να κλονιστούν.

Η άμεση και αυθόρμητη αντίσταση που διεξήχθη από τις βερολινέζικες μάζες έπαλλε με τέτοια ενέργεια και αποφασιστικότητα που στον πρώτο γύρο η ηθική νίκη κερδήθηκε από τους “δρόμους”.

Τώρα είναι ένας από τους θεμελιώδεις, εσωτερικούς νόμους της επανάστασης ότι ποτέ δε στέκεται ακίνητη, ποτέ δε στέκεται παθητική ή άβουλη σε κανένα στάδιο, αφού γίνει το πρώτο βήμα. Η καλύτερη άμυνα είναι ένα δυνατό χτύπημα. Αυτός είναι ο στοιχειώδης κανόνας κάθε μάχης, μα είναι ξεχωριστά αληθινός για κάθε ένα στάδιο της επανάστασης. Είναι μια επίδειξη του υγειούς ενστίκτου και της εσωτερικής δύναμης του βερολινέζικου προλεταριάτου ότι δεν κατευνάστηκε με την παλινόρθωση του Άιχορν (που είχε απαιτήσει) μα κατέλαβε αυθόρμητα τα κέντρα διοίκησης της αντεπανάστασης: τον τύπο, την ημί-επίσημη υπηρεσία τύπου, τα γραφεία της Φόρβερτς. Όλα αυτά τα μέτρα ήταν αποτέλεσμα της ενστικτώδους συνειδητοποίησης των μαζών πως απο τη μεριά της, η αντεπανάσταση δε θα δεχόταν την ήττα αλλά θα συνέχιζε με μια γενική επίδειξη της δικής της δύναμης.

Εδώ ξανά στεκόμαστε μπροστά σε ένα από τους μεγάλους ιστορικούς νόμους της επανάστασης πάνω στον οποίο συντρίβονται όλες οι σοφιστείες και η αλαζονία των τιποτένιων “επαναστατών” σαν του USPD που ψάχνουν συνεχώς δικαιολογία για να υποχωρήσουν από τον αγώνα. Από τη στιγμή που το θεμελιώδες ζήτημα της επανάστασης έχει τεθεί – και σε αυτή την επανάσταση είναι η ανατροπή της κυβέρνησης Έμπερτ-Σάιντεμαν, το κυρίαρχο εμπόδιο στη νίκη του σοσιαλισμού – τότε αυτό το βασικό ζήτημα θα επανέλθει ξανά και ξανά στην ολότητα του.Με την αναπόφευκτη φύση όπως ενός φυσικού νόμου, κάθε επιμέρους κεφάλαιο της πάλης θα αποκαλύψει το πρόβλημα αυτό πλήρως ανεξάρτητα από το πόσο προετοιμασμένη να το λύσει είναι η επανάσταση ή πόσο ανώριμη είναι η κατάσταση. «Κάτω οι Έμπερτ-Σάιντεμαν!» – αυτό το σύνθημα προκύπτει αναπόφευκτα σε κάθε επαναστατική κρίση αφού είναι η μόνη συνταγή που συνενώνει όλες τις επιμέρους μάχες. Φέρνοντας έτσι αυτόματα, βάσει της δικιάς του εσωτερικής, αντικειμενικής λογικής, κάθε επεισόδιο της σύγκρουσης αυτής σε σημείο βρασμού, ανεξάρτητα από το αν το θέλει κανείς ή όχι.

Λόγω αυτής της αντίφασης, στα αρχικά στάδια της επαναστατικής διαδικασία μεταξύ του καθήκοντος που τίθεται και της απουσίας οποιονδήποτε προϋποθέσεων για να λυθεί αυτό, οι μάχες της επανάστασης ξεχωριστά η καθε μία καταλήγουν στην τυπική ήττα.Η επανάσταση όμως είναι η μόνη μορφή “πολέμου” – κι αυτός είναι ένας αξιοπερίεργος νόμος της ιστορίας – στην οποία η τελική νίκη μπορεί να προετοιμαστεί μόνο με μια σειρά από “ήττες”.

Tι μας δείχνει όλη η ιστορία του σοσιαλισμού και όλων των σύγχρονων επαναστάσεων; H πρώτη σπίθα ταξικής πάλης στην Ευρώπη, η εξέγερση των υφαντών μεταξιού στη Λυόν το 1831 κατέληξε σε βαριά ήττα; το κίνημα των Χαρτιστών στη Βρετανία κατέληξε σε ήττα; η εξέγερση του παρισινού προλεταριάτου τις μέρες του Ιουνίου του 1848 συνετρίβη και η Παρισινή Κομμούνα κατέληξε σε τρομερή ήττα. Ολόκληρο το μονοπάτι του σοσιαλισμού – σε ότι αφορά την επαναστατική πάλη – είναι στρωμένο με συντριπτικές ήττες και μόνο. Κι όμως, την ίδια στιγμή, η ιστορία προελαύνει χωρίς δισταγμό, βήμα το βήμα προς την τελική νίκη! Που θα είμασταν σήμερα χωρίς αυτές τις “ήττες“, από τις οποίες αντλούμε ιστορική πείρα, κατανόηση, δύναμη και ιδεαλισμό; Σήμερα, όπως προχωράμε προς την τελευταία μάχη του προλεταριακού ταξικού πολέμου, στέκουμε πάνω στα θεμέλια αυτών ακριβώς των ήττων, και δεθα μπορούσαμε χωρίς καμία από αυτές, γιατί η καθεμία συμβάλλει στη δικιά μας δύναμη και κατανόηση.

Η επαναστατική πάλη είναι ακριβώς το αντίθετο της κοινοβουλευτικής πάλης. Στη Γερμανία, για τέσσερις δεκαετίες είχαμε μόνο κοινοβουλευτικές “νίκες”. Πρακτικά βαδίζαμε από νίκη σε νίκη. Και όταν βρεθήκαμε αντιμέτωποι με τη μεγάλη ιστορική δοκιμασία της 4ης Αυγούστου 1914, το αποτέλεσμα ήταν η καταστροφική πολιτική και ηθική ήττα, μια εξοργιστική κατάρρευση και σήψη χωρίς προηγούμενο. Μέχρι στιγμής, οι επαναστάσεις δε μας έχουν δώσει τίποτα παρά ήττες. Αυτές οι αναπόφευκτες ήττες μας δίνουν σωρεία εγγυήσεων για την τελική νίκη.

Υπάρχει μοναχά ένας όρος. Το ερώτημα του γιατί προέκυψε η κάθε ήττα πρέπει να απαντηθεί. Προέκυψε γιατί η μαχητική, ενεργητική έφοδος προς τα μπρος των μαζών συγκρούστηκε με το φραγμό ανώριμων ιστορικών συνθηκών, ή ήταν η αναποφαστικότητα, η αδράνεια και η εύθραυστη εσωτερική συγκρότηση που χαντάκωσε την ίδια την επαναστατική παρόρμηση;

Kλασσικά παραδείγματα και των δύο περιπτώσεων είναι η επανάσταση του Φλεβάρη στη Γαλλία από τη μία και του Μάρτη στη Γερμανία από την άλλη. Το θάρρος του παρισινού προλεταριάτου έγινε μια πηγή ενέργειας για την ταξική πάλη ολόκληρου του διεθνούς προλεταριάτου. Τα ελεεινά γεγονότα της γερμανικής επανάστασης του Μάρτη του ίδιου έτους γίναν βαρίδι στην ανάπτυξη ολόκληρης της σύγχρονης Γερμανίας σαν μια αλυσίδα με μπάλα.Συγκεκριμένα στην ιστορία της επίσημης γερμανικής Σοσιαλδημοκρατίας, τα γεγονότα αυτά αντηχούν στις τελευταίες εξελίξεις της γερμανικής επανάστασης και μέσα στη δραματική κρίση που μόλις βιώσαμε.

Πως εμφανίζεται η ήττα της «εβδομάδας του Σπάρτακου» στο φως του παραπάνω ιστορικού ερωτήματος; Ήταν μια περίπτωση μαινόμενης, ανεξέλεγκτης συγκρουόμενης με μια ανεπαρκώς ωριμασμένη κατάσταση, ή ήταν μια περίπτωση αδύναμης και αναποφασιστικής δράσης;

Και τα δύο! Η κρίση είχε διπλή φύση. Η αντίφαση ανάμεσα στην ισχυρή και αποφασιστική επίθεση των βερολινέζικων μαζών από τη μία και της αναποφασιστικής και άτολμης απραξίας της ηγεσίας του Βερολίνου από την άλλη στιγμάτισε αυτό το τελευταίο επεισόδιο. Η ηγεσία απέτυχε. Μια νέα ηγεσία όμως μπορεί και πρέπει να δημιουργηθεί από τις μάζες για τις μάζες. Οι μάζες είναι ο καθοριστικός παράγοντας. Είναι ο βράχος πάνω στον οποίο θα χτιστεί η τελική νίκη της επανάστασης. Οι μάζες στάθηκαν στο ύψος τους απέναντι στην πρόκληση και μέσα από αυτή την “ήττα” σφυρηλάτησαν έναν κρίκο στην αλυσίδα των ιστορικών ηττών, που είναι το καμάρι και η δύναμη του διεθνούς σοσιαλισμού. Αυτός είναι ο λόγος που οι μελλοντικές νίκες θα ξεπηδήσουν από αυτή την “ήττα”.

«Η τάξη βασιλεύει στο Βερολίνο!».

Ηλίθιοι δήμιοι! Η “τάξη” σας είναι χτισμένη πάνω στην άμμο. Αύριο η επανάσταση θα υψωθεί ξανά και βροντώντας τα όπλα της με τις σάλπιγγες να αντηχούν θα αναγγείλει προκαλώντας σας τρόμο:

ΗΜΟΥΝ,ΕΙΜΑΙ, ΘΑ ΕΙΜΑΙ!».

Μετάφραση: Κώστας Αρβανίτης σε δημοσίευση της Ελληνοφρένειας

Ο ποιητής και κομμουνιστής Μιχάλης Κατσαρός στο ποίημα “Στο νεκρό δάσος” γράφει:

Στο νεκρό δάσος των λέξεων προχωράω.
Ανάβω τα χλωμά φανάρια στους δρόμους
προσπαθώ ν’ αναστήσω.
Τα ονόματα που πυρπόλησαν τις καρδιές
σε μυστικές συνεδριάσεις
το ονόματα που οδήγησαν
όλα δολοφονούνται.
Τώρα κυκλοφορούν σε ανάκτορα ξένοι
ντύνονται επίσημα στις δεξιώσεις
σε διπλωματικά συνέδρια ανταλλάσσονται χειραψίες
φρικτά υπομνήματα
παρευρίσκονται στις γιορτές υποκλίνονται –
Τώρα πεθαίνουν.

Ω Ρόζα Λουξεμπουργκ Λένιν ποιητές.
Ω Τέλμαν Τάνεφ
παγωμένοι σε επίσημες αίθουσες
δαφνοστεφείς ήρωες
μυικά πρόσωπα
ελάτε.

Οι εξουσίες σήμερα χαϊδεύονται σαν ερωτιάρες γάτες
πάνω στις στέγες μας
οι πρόεδροι ανταλλάσσουν επισκέψεις
οι πατριάρχες πάλι ενθρονίζονται
κάτω από τα νόμιμα κάδρα σας
μας περιπαίζουν.

Εγώ έχω μέσα στη θύμηση μου
την ώρα που ανέβαινε το πλήθος στις σκάλες με τη φωτιά κρατώντας τη
μεγάλη ταμπέλα
«Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ».
Έχω στη θύμηση μου την ατμομηχανή που έφερε
τη νύχτα τον Λένιν
τον έξαλλο Μαγιακόφσκυ που πυροβολούσε τους υπουργούς
τους φοιτητές αγκαλιασμένους με τους χωριάτες.

Πως βγήκανε πάλι απ’ αυτή τη φωτιά
ο Κος Διευθυντής
ο διπλωματικός ακόλουθος
ο Κος πρέσβυς;
Και τώρα τι πρέπει να γίνει
σ’ αυτό το νεκροταφείο των ονομάτων
σ’ αυτό το νεκροταφείο των λέξεων;

πως θα ξαναβαφτισουμε τις πυρκαγιές
«Ελευθερία», «ισότητα», «εξουσία»;

Αφιέρωμα της Κατιούσα στους δύο επαναστάτες