Συγκέντρωση αλληλεγγύης ενόψει της απόφασης της δίκης των συντρόφων Π. Γεωργιάδη και Μ.Τ. και της συντρόφισσας Ε.Μ., Τετάρτη 2/3, 9πμ, Λουκάρεως

“Ίσως εκεί που κάποιος αντιστέκεται χωρίς ελπίδα, ίσως εκεί να αρχίζει η ανθρώπινη ιστορία, που λέμε, κι η ομορφιά του ανθρώπου.” -Ρίτσος-

Στις 14 Φλεβάρη 2022 ξεκίνησε μια δίκη fast track. Μια δίκη, στην οποία από την πρώτη στιγμή φάνηκε η προκατάληψη της έδρας απέναντι τόσο στους κατηγορούμενους όσο και στους μάρτυρες υπεράσπισης, αλλά κυρίως απέναντι στην πραγματική φύση της υπόθεσης που δεν είναι άλλη από αυτή μιας πολιτικής δίκης.

Η δίκη ξεκίνησε με την εξέταση των μαρτύρων κατηγορίας, δύο άνδρες της αντιτρομοκρατικής. Κανείς τους δεν μπόρεσε να απαντήσει στο πώς αποδεικνύεται το κομμάτι της κατηγορίας που σχετίζεται με την διάθεση των εκρηκτικών σε τρίτους. Οι αόριστες απαντήσεις και οι κραυγαλέες αντιφάσεις με τα όσα είχαν καταθέσει προανακριτικά προκάλεσαν τον εκνευρισμό της εισαγγελέως Ευθυμίας Σωτηροπούλου, η οποία απευθυνόμενη στον έναν εκ των δύο είπε ειρωνικά: «Ναι εντάξει… καταλαβαίνετε ότι καλό θα ήταν ειδικά σε τέτοιες υποθέσεις να κρατάτε ένα αντίγραφο της αρχικής κατάθεσής σας. Να έρχεστε διαβασμένος τουλάχιστον».

Στη συνέχεια, ακολούθησαν οι μάρτυρες υπεράσπισης. Η Πρόεδρος, Παρασκευή Γρίβα, εξέφρασε την έντονη δυσφορία της για τον μεγάλο αριθμό τους, γεγονός που απέδειξε άλλωστε στη συνέχεια με το πόσο γρήγορα τους «ξεπέταξε» μην αφήνοντας κανέναν/καμία να ολοκληρώσει την κατάθεσή του/της. Αποκορύφωμα αυτής της επίθεσης ήταν οι ερωτήσεις, με νόημα, της εισαγγελέας στον μάρτυρα, καθηγητή πανεπιστημίου και αγωνιστή, Τ. Πολίτη για το αν στη σχολή στην οποία διδάσκει είχαν πραγματοποιηθεί καταλήψεις και τι σχέση μπορεί να έχει ένας καθηγητής πανεπιστημίου με έναν άνθρωπο με απολυτήριο λυκείου όπως είναι ο κατηγορούμενος.

Μπορεί το κατηγορητήριο που αντιμετωπίζει ο σύντροφος να είναι υπερδιογκωμένο (από πλημμεληματικού βαθμού κατηγορίες σε κακουργηματικό), όμως οποιοσδήποτε προσπαθούσε να το θίξει αυτό κοβόταν με συνοπτικές διαδικασίες.

Είναι γνωστή η apriori κοινωνική και ταξική θέση της πλειοψηφίας των δικαστών απέναντι στους κατηγορούμενους, ειδικά όταν αυτοί είναι μετανάστες, μικροπαραβάτες, φτωχοδιάβολοι, πολιτικοί κρατούμενοι και κοινωνικοί αγωνιστές. Η ευκολία με την οποία μοιράζουν καταδίκες και επιβάλλουν πολυετείς καθείρξεις δεν μπορεί να ερμηνευθεί και να αναλυθεί έξω από την ανισότητα και την αδικία του καπιταλιστικού συστήματος που γεννά και θρέφει τις αξίες της εκμετάλλευσης και του ανταγωνισμού.

Για τον κόσμο της εξουσίας, ένας αγωνιστής όπως ο Πολύκαρπος αποτελεί απειλή και φόβο και πρέπει να εξουδετερωθεί από το κράτος και τους θεσμούς. Αποτελεί ένα σύμβολο Αντίστασης που πρέπει να ισοπεδωθεί. Όχι για αυτά που βρεθήκαν στην κατοχή του, αλλά για την ανυποταξία που εκφράζει, για την αγωνιστική και αμετανόητη στάση του όλα αυτά τα χρόνια. Επειδή δεν «σωφρονίστηκε» από την πρέζα, τα ψυχοφάρμακα, την εθελοδουλία και την μοναξιά που προσφέρει απλόχερα η φυλακή. Επειδή τόλμησε να ανοίξει την πόρτα του σπιτιού του στον πιο κυνηγημένο δραπέτη των ελληνικών φυλακών εκφράζοντας έμπρακτα την αλληλεγγύη του.

Γι’ αυτό και η πρόεδρος δεν επέτρεψε στον σύντροφο Πολύκαρπο να απολογηθεί. Επέλεξε την λογοκρισία και την φίμωση του, διακόπτοντάς τον συνεχώς, μη επιτρέποντάς του στην ουσία να ολοκληρώσει ούτε μια φράση. Κατά την υποχρεωτικά ολιγόλεπτη απολογία του, ο σύντροφος έκανε λόγο για στημένες υποθέσεις και αναφέρθηκε σε «φάμπρικα ανώνυμων τηλεφωνημάτων». Μπορεί η έδρα να διατεινόταν διαρκώς πως η δίκη δεν είναι πολιτική, όμως με την συνολική της στάση έκανε σαφές πως η απόφαση είναι ειλημμένη και πως μοναδικό κριτήριο είναι η πολιτική θέση και δράση του συντρόφου τόσα χρόνια μέσα στο ανταγωνιστικό κίνημα. Άλλωστε, το γεγονός ότι ο Π. Γεωργιάδης έχει καταδικαστεί στο παρελθόν δεν έπαψε να υπενθυμίζεται ούτε στιγμή από την έδρα του δικαστηρίου, καταδεικνύοντας για ακόμα μια φορά ότι και σε αυτή την δίκη συγκρούονται αξιακά δυο διαφορετικοί κόσμοι.

Η σύλληψη του συντρόφου το 2004 για τοποθέτηση εμπρηστικού μηχανισμού σε φορτηγό της εταιρείας security GROUP 4 αποτελεί την πρώτη αναμέτρηση του συντρόφου με τις δικαστικές αρχές και με την σωφρονιστική μαφία. Η αστυνομία τότε τον συνέλαβε παραδειγματικά, επιχειρώντας να ανακόψει ένα κύμα εμπρηστικών επιθέσεων που πραγματοποιήθηκαν στη Θεσσαλονίκη. Η προκήρυξη μεταξύ άλλων ανέφερε: «Εμείς οι φτωχοί, με τα πλούσια όνειρα γεμάτα φωτιά, θα τιμούμε για πάντα το λήσταρχο Χάρη Τεμπερεκίδη…».

Στις 21.8.2008 ο σύντροφος συλλαμβάνεται ξανά αυτή την φορά για την αλληλεγγύη του στον φυγόδικο Βασίλη Παλαιοκώστα. Σε κείμενο του ανέφερε:

«Όταν κάποια μέρα στις αρχές του 2007 έλαβα ένα τηλεφώνημα από έναν παλιό φίλο, ο οποίος ζητούσε τη βοήθεια μου για να κρυφτεί από τα κρατικά μαντρόσκυλα που τον κυνηγούσαν, δέχτηκα χωρίς δεύτερη σκέψη και ανεπιφύλαχτα να του την προσφέρω. Από τότε γνώριζα και είχα συνείδηση όλων των κινδύνων που συνόδευαν την απόφαση μου αυτή. Για μένα η αλληλεγγύη στο πρόσωπο του Βασίλη Παλαιόκωστα δεν πήγαζε από την αποθέωση ενός παράνομου φετιχισμού, αλλά εκπλήρωνε συγκεκριμένα στοιχεία της αντιεξουσιαστικής μου κοσμοθέασης. Ο Βασίλης είναι σάρκα από τη σάρκα του προλεταριάτου, ένιωσε στο πετσί του από την εφηβική του ηλικία την εργοδοτική τρομοκρατία και την καπιταλιστική εκμετάλλευση, όντας μισθωτός σκλάβος σε εργοστάσιο. Γρήγορα, μισοενστικτωδώς και μισοσυνειδητά , οπλίστηκε και στράφηκε εναντίον των εκμεταλλευτών και των μαντρόσκυλων τους. Όχι, ο Βασίλης Παλαιοκώστας δεν είναι ‘’κοινός κακοποιός’’, δεν είναι ‘’ποινικός” έτσι απλά και πολύ περισσότερο δεν έχει καμιά σχέση με το “οργανωμένο έγκλημα”. Δεν ανήκει σε εκείνο τον ιδιαίτερο τομέα της οικονομίας της μαύρης συσσώρευσης κεφαλαίου και του παράνομου καπιταλισμού. Για μένα, λοιπόν, η αλληλεγγύη στο πρόσωπο του Βασίλη Παλαιοκώστα ήταν απλά ένας ακόμα σταθμός σε ένα διαρκές ταξίδι ταξικής αλληλεγγύης: προς κάθε εκμεταλλευόμενο, προς κάθε καταπιεσμένο, ανεξάρτητα από εθνικότητα ή φύλο».

Λίγα χρόνια αργότερα, το 2015, συλλαμβάνεται μαζί με άλλους συντρόφους/συντρόφισσες για την κατάληψη της πρυτανείας. Η Κατάληψη πραγματοποιήθηκε σε ένδειξη αλληλεγγύης στον αγώνα και την απεργία πείνας των πολιτικών κρατουμένων στις φυλακές. Τα κύρια αιτήματα συνοψίζονταν στην κατάργηση του ειδικού καθεστώτος εξαίρεσης εναντίων αγωνιστών. (187, 187α, «κουκουλονόμος», κατάργηση του νόμου για τις φυλακές τύπου Γ, οριοθέτηση της χρήσης και της επεξεργασίας του DNA, απελευθέρωση για λόγους υγείας του μέλους της Ε.Ο 17Ν, Σ. Ξηρού.)

Όπως ο ίδιος ανέφερε σε κείμενο του, «εάν κάτι κατέδειξε η κατάληψη της Πρυτανείας, ακόμα πιο μακριά από την ανάδειξη των δίκαιων αιτημάτων των φυλακισμένων συντρόφων μας, ήταν και η αυταπόδεικτη αλήθεια πως ο κοινωνικός-ταξικός ανταγωνισμός συνεχίζεται και μετά την εκλογική νίκη της ροζ αριστεράς και το σχηματισμό κυβέρνησης με την λουμπενική δεξιά. Και παρά το βραχύβιο χαρακτήρα της, μιας και ήταν κατάληψη ειδικού σκοπού και κοινού αγώνα με τους απεργούς πείνας πολιτικούς κρατούμενους, κατάφερε να συναντηθεί πέρα από το κλασικό διακηρυκτικό επίπεδο με αγώνες που αναπτύσσονται στο κοινωνικό και το πολιτικό πεδίο: με το κίνημα ενάντια στην εξόρυξη χρυσού στη Χαλκιδική, με τον αγώνα ενάντια στην κατάργηση της κυριακάτικης αργίας, με τη διεθνιστική αλληλεγγύη στον αγώνα του Λαϊκού Μετώπου στην Τουρκία κλπ».

Θα μπορούσαμε να αναφερθούμε σε δεκάδες ακόμα στιγμές του απελευθερωτικού αγώνα που ο σύντροφος άφησε ισχυρό το αποτύπωμα του.

Στην κατάθεση του σαν μάρτυρας υπεράσπισης του τότε πολιτικού κρατούμενου Δημήτρη Μπουρζούκου στο δικαστήριο για την υπόθεση απαλλοτρίωσης τράπεζας στο Βελβεντό το 2014, όπου μεταξύ άλλων υποστήριξε:

«Αρχικά, σκοπός μου υπήρξε, σε πλήρη συντονισμό με τους συντρόφους, να προχωρήσω σε μια πολιτική υπεράσπιση της επαναστατικής απαλλοτρίωσης, ως μιας πράξης όχι μονάχα δίκαιης, αλλά και ιστορικά αναγκαίας. Ως αντιεξουσιαστής κομμουνιστής, άλλωστε, θεωρώ την απαλλοτρίωση ως αναπόσπαστο κομμάτι του διαρκή αγώνα για τη συνολική απαλλοτρίωση της αστικής τάξης, για μια αταξική κοινωνία. Για αυτό αναφέρθηκα και σχετικά εκτενώς σε παραδείγματα που επαναστατικά κινήματα χρησιμοποίησαν τη μέθοδο αυτή, όπως οι Γερμανοί κομμουνιστές, οι Ρώσοι μπολσεβίκοι (όπως τουλάχιστον αναφέρει ο Hobsbawm), ο Δημοκρατικός Στρατός στην Ελλάδα, οι αναρχοσυνδικαλιστές της CNT κλπ. Αναφέρθηκα στην ίδια την εκμεταλλευτική- ληστρική βάση του καπιταλισμού με την

απόσπαση της υπεραξίας της εργατικής τάξης από το κεφάλαιο. Ανέφερα πως πάνω στο αίμα των σκοτωμένων παιδιών και τις πολεμικές επενδύσεις (όπως αυτή της Γάζας), στα ορυχεία, στο αιματοκύλισμα στις βραζιλιάνικες φαβέλες κλπ, χτίζεται όλο το προνομιούχο υπόβαθρο που επιτρέπει στους δικαστές να απολαμβάνουν τους παχυλούς μισθούς τους, παίζοντας έναν συγκεκριμένο ταξικό ρόλο, υπηρετώντας το κεφάλαιο. Και για κερασάκι στην τούρτα, κάλεσα τους δικαστές αν πραγματικά είναι στεναχωρημένοι και προβληματισμένοι όπως λένε, να αφήσουν αμέσως ελεύθερους τους συντρόφους γιατί είναι το πιο υγιές κομμάτι της κοινωνίας και ακολούθως να παραιτηθούν ή να αυτοκτονήσουν».

Τέλος στο επίκαιρο, για την εποχή που διανύουμε, βιβλίο που πρόσφατα έγραψε μέσα από τη φυλακή με τίτλο: «Γεωπολιτικός μεντεσές : Ένστολο κράτος, γεωστρατηγικοί ανταγωνισμοί, έρπων παγκόσμιος πόλεμος», μεταξύ άλλων αναφέρει:

«Το καπιταλιστικό-ιμπεριαλιστικό σύστημα δεν πρέπει να το βλέπουμε αποκλειστικά και μόνο ως σύστημα οικονομικής εκμετάλλευσης. Πρέπει να το βλέπουμε επιπλέον και ως σύστημα παραγωγής υλικών και πνευματικών σκουπιδιών, ως σύστημα παραγωγής στερημένων και ακρωτηριασμένων ανθρώπινων υπάρξεων, ως σύστημα παραγωγής ενός ανθρωπολογικού τύπου -του Homo Economicus- που βρίσκει ικανοποίηση μονάχα μέσω της μιζέριας της καταναλωτικής φρενίτιδας. «Η καρδιά ενός ανθρώπου είναι παράξενο πράγμα, ιδίως όταν ο άνθρωπος την καρδιά του την έχει στη χρηματοσακούλα του», έγραφε ο Μαρξ στον πρώτο τόμο του Κεφαλαίου. Το καπιταλιστικό-ιμπεριαλιστικό σύστημα έχει αποικιοποιήσει ολόκληρη τη ζωή, ξεκινώντας από το κάθε σπίτι και φτάνοντας σε ολόκληρο τον πλανήτη. Συνακόλουθα, την κρίση του συστήματος δεν πρέπει να τη βλέπουμε μονάχα στην οικονομική/τεχνοκρατική της διάσταση, αλλά ως συνάρθρωση πολλαπλών κρίσεων (οικονομικής, οικολογικής, επισιτιστικής, πολιτιστικής κλπ). Η βαναυσότητα στις καθημερινές σχέσεις (όπως και στις διεθνείς) είναι μια από τις όψεις αυτής της κρίσης».

Είναι σαφές ότι ο σύντροφος δεν δικάζεται για τις σφαίρες και τα εκρηκτικά που βρέθηκαν αλλά κυρίως για αυτό που συμβολίζει ως ανυπότακτος αγωνιστής.

Γιατί συνεχίζει να παλεύει για την επαναστατική προοπτική σαν μονόδρομο στο καπιταλιστικό/ ιμπεριαλιστικό σύστημα. Γιατί συνεχίζει να αγωνίζεται στις φυλακές, ως πολιτικός κρατούμενος, απέναντι στην δολοφονική διαχείριση της πανδημίας και στην θανατοπολιτική της Κυβέρνησης Μητσοτάκη που οδηγεί έμμεσα ή άμεσα σε δολοφονίες κρατουμένων.

«Γιατί τα όπλα της αλληλεγγύης και της αξιοπρέπειας δεν παραδίδονται. Και όπως έλεγε κι αδερφός μας Χρήστος Πολίτης: «ΥΠΟΜΟΝΗ, ΔΥΝΑΜΗ, ΠΙΣΤΗ ΣΤΗΝ ΥΠΟΘΕΣΗ!»

-απόσπασμα από κείμενο του Π. Γεωργιάδη-

ΛΕΥΤΕΡΙΑ στον αγωνιστή Πολύκαρπο Γεωργιάδη

ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ στην διωκόμενη συντρόφισσα Ε.Μ. και στον διωκόμενο σύντροφο Μ.Τ.

ΚΑΝΕΝΑΣ/ΚΑΜΙΑ ΜΟΝΟΣ/ΜΟΝΗ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΚΡΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗ – ΟΥΤΕ

ΒΗΜΑ ΠΙΣΩ

Συγκέντρωση Αλληλεγγύης: Τετάρτη 2 Μάρτη 2022 Εφετείο Αθηνών, Λουκάρεως, 9.00.

Ταξική Αντεπίθεση (Ομάδα Αναρχικών και Κομμουνιστ(ρι)ών)