[Great Sea Interconnector] Ηλεκτρική σύνδεση Ελλάδας – Κύπρου & Ισραήλ: Οι mega business του ελληνικού καπιταλισμού και οι τυχοδιωκτικές απόπειρες αναβάθμισης του είναι βαμμένες στο αίμα των λαών της Μέσης Ανατολής
Υπογράφτηκε τελικά στις 20 Σεπτεμβρίου μετά από διαβουλεύσεις μηνών, και αφού προηγήθηκε επίσημη συνάντηση του Έλληνα και Κυπριου πρωθυπουργού για το θέμα, όσο κυρίως η σαφής ισραηλινή και αμερικανική παρέμβαση, η διακρατική συμφωνία για την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας Κύπρου και Ισραήλ, σύμφωνα με κοινή ανακοίνωση των υπουργείων Ενέργειας Ελλάδας και Κύπρου.
Το μεγάλης οικονομικής και γεωστρατηγικής σημασίας έργο (συνολικού μήκος 1300 km -το μεγαλύτερο θαλάσσιο καλώδιο παγκοσμίως- που θα ποντιστεί σε βάθος που φτάνει τα 3000 μέτρα) βρισκόταν για μήνες υπό αίρεση εξαιτίας σοβαρών αμφιβολιών τόσο για την οικονομική βιωσιμότητα του εγχειρήματος, όσο και εξαιτίας δισταγμών της κυπριακής πλευράς σε σχέση με τις τουρκικές αντιδράσεις που μια τέτοια κίνηση θα πυροδοτούσε. Σημειώνουμε ότι η όδευση του έργου από την Κύπρο προς την Κρήτη διέρχεται από περιοχή ΑΟΖ που η Κύπρος θεωρεί δική της, όσο όμως και η Τουρκία μέσω του τουρκολιβυκού μνημονίου. Τελικά οι εγγυήσεις που δόθηκαν από την αμερικανική πλευρά όσο και από την ισραηλινή άμβλυναν τις αναστολές και το έργο πλέον μπαίνει –μέχρι αποδείξεως του εναντίου βέβαια, ας θυμηθούμε και τον East Med –σε τροχιά υλοποίησης, πάρα τις πάγιες τουρκικές θέσεις ότι ένα τέτοιο έργο δεν μπορεί να προχωρήσει χωρίς τη διευθέτηση των ζητημάτων οριοθέτησης των ΑΟΖ.
Μιλώντας για την άξια του έργου για το Ισραήλ –και υπερασπιζόμενος ως εκ τούτου την ανάγκη τέλεσης του- ο υπουργός Ενέργειας του Ισραήλ Κοέν υπογράμμισε: « ο Great Sea Interconnector», είναι ένα πρωτοποριακό έργο που θα ενισχύσει την περιφερειακή ενεργειακή ασφάλεια. Το έργο θα συνδέσει το ηλεκτρικό δίκτυο του Ισραήλ με το ευρωπαϊκό μέσω της Κύπρου και της Ελλάδας και θα ενισχύσει την ενεργειακή ασφάλεια στην περιοχή. Αυτό το πρωτοποριακό έργο αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα για το Ισραήλ, καθώς ενισχύει την περιφερειακή ενεργειακή ασφάλεια, παρέχει πρόσβαση σε ποικίλες ενεργειακές αγορές και ενισχύει την ενσωμάτωση του Ισραήλ στο ευρωπαϊκό ενεργειακό δίκτυο».
Στην πραγματικότητα λοιπόν το πολυδιαφημισμένο έργο είναι ένα έργο στρατηγικής υποδομής για τα συμφέροντα του Ισραήλ πρώτιστα –άρα και των Αμερικανών συμμάχων του- από το οποίο βεβαία θα ωφεληθεί τα μέγιστα το ελληνικό κεφάλαιο (ΔΕΗ, Ομιλος Κοπελούζου κ.α) και το κυπριακό, οδηγώντας ωστόσο τους λαούς και των δυο χωρών σε πολύ επικίνδυνους δρόμους σύγκρουσης με τον τουρκικό εθνικισμό, την ώρα μάλιστα που θα εμφανίζονται όλο και πιο ευκρινώς στους λαούς της Μέσης Ανατολής ως εχθρός τους με ότι αυτό μπορεί να συνεπάγεται (Θυμίζουμε τα πρόσφατες δηλώσεις του ηγέτη της Χεζμπολάχ Νασράλα για την Κύπρο).
Σε κάθε περίπτωση, το τι σημαίνει μια τέτοιας κλίμακας οικονομική συμφωνία σε πολιτικό και γεωστρατηγικό επίπεδο είναι προφανές. Τη στιγμή που το ελληνικό κράτος ως οπλισμένο χέρι των ΗΠΑ και του Ισραήλ συμμετέχει ενεργά στην σφαγή του παλαιστινιακού λαού και στην ιμπεριαλιστική εκστρατεία στη Μ. Ανατολή, χέρι χέρι με την Κύπρο, το προχώρημα του έργου και η απρόσκοπτη μελλοντική λειτουργία του έχει ως προϋπόθεση τη συντριβή κάθε αποσταθεροποιητικής απειλής της ευρύτερης θαλάσσιας περιοχής (με πρώτη βέβαια αυτή της Παλαιστινιακής Αντίστασης) αλλά και μια -πολεμική;- επίλυση του αστικού ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού.
Ενώ σε ότι αφορά τα πολυδιαφημιζόμενα οικονομικά και περιβαλλοντικά οφέλη του έργου, τα πρώτα θα έχουν αντίκρισμα μόνο στο μεγάλο κεφάλαιο των χωρών της ΕΕ, τα δε δεύτερα, θα είναι τόσο απτά, όσο απτά ήταν τα αποτελέσματα στα βουνά και τα νησιά από την τοποθέτηση των αιολικών πάρκων και των ανεμογεννητριών.
Τελικά, αν κάτι επιβεβαιώνει και αυτό το γιγαντιαίο καπιταλιστικό project, είναι η στενή συνύφανση του οικονομικού με το πολιτικό και γεωστρατηγικό επίπεδο στη χάραξη των στρατηγικών κερδοφορίας του κεφαλαίου και βέβαια ότι η πάλη για τον έλεγχο και τη νομή των οδών και των πηγών ενεργείας ανοίγει τον δρόμο στον πόλεμο και είναι βαμμένη στο αίμα των λαών.