Ταξική Αντεπίθεση | Για την Παλαιστινιακή Αντίσταση, το κίνημα αλληλεγγύης και τις συγκρούσεις στη διαδήλωση της 7ης Οκτώβρη 2025 έξω από την πρεσβεία του Ισραήλ
                            [Ι]
Δύο χρόνια περάσανε από την ιστορική στρατιωτική επιχείρηση που πραγματοποίησαν οι οργανώσεις της Παλαιστινιακής Αντίστασης στις 7 Οκτώβρη 2023, εκπληρώνοντας τις λαϊκές προσδοκίες για δικαιοσύνη και αντίσταση ενάντια στο σιωνιστικό κράτος κατακτητή. Απέναντι στη συκοφαντική εκστρατεία για την 7η Οκτώβρη από “φίλους” και εχθρούς του Παλαιστινιακού Αγώνα, οφείλουμε να τοποθετηθούμε για ακόμα μια φορά προς υπεράσπιση της, μέσα από την αντιιμπεριαλιστική/ ταξική σκοπιά με την οποία τοποθετούμαστε.
Η επιχείρηση της 7ης Οκτώβρη αποτέλεσε την κορύφωση μιας σειράς πολύμορφων πολιτικοστρατιωτικών πρακτικών της Παλαιστινιακής Αντίστασης με σταθερό στόχο την απελευθέρωση του παλαιστινιακού λαού από την αποικιακή κατοχή δεκαετιών και την ίδρυση ανεξάρτητού παλαιστινιακού κράτους στα όρια της ιστορικής Παλαιστίνης. Από τις εξεγερτικές Ιντιφάντα του 1987 και του 2000 μέχρι τον ένοπλο αγώνα (είτε με τη μορφή αντάρτικου είτε με τη μορφή λαϊκού στρατού), και από τις μαζικές απεργίες πείνας των Παλαιστίνιων πολιτικών κρατουμένων απέναντι στην αποκτηνωμένη βία των δεσμοφυλάκων μέχρι τις ματωμένες Παρασκευές των ειρηνικών διαμαρτυριών και τις εργατικές απεργίες στη Δυτική Όχθη που αιματοκυλίστηκαν από τον Ισραηλινό στρατό και τους εποίκους, ο παλαιστινιακός λαός για δεκαετίες πραγματοποιεί ένα συγκλονιστικό αγώνα κρατώντας σε πείσμα των εχθρών του την παλαιστινιακή υπόθεση στο επίκεντρο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος και μετατρέποντας την σε πηγή έμπνευσης και ελπίδας για τους λαούς και τα επαναστατικά κινήματα όλου του κόσμου.
Για δεκαετίες η συνθήκη της αποικιακής κατοχής, του απαρτχάιντ και του αργού καθημερινού θανάτου που αυτή επέβαλε, αποτελεί τη συνθήκη ζωής για τον λαό της Παλαιστίνης που εξολοθρεύονταν τόσο από τον στρατό και τους εποίκους μέσα και έξω από τις φυλακές, όσο και από τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης (μολυσματικές ασθένειες, έλλειψη φαρμάκων και βασικών ειδών διατροφής, πόσιμου νερού, μαζική φτώχια και ανεργία) που επικρατούσαν στη Δυτική Όχθη και στη Γάζα, τη μεγαλύτερη ανοιχτή φυλακή του κόσμου.
Η στρατιωτική επιχείρηση της 7ης Οκτώβρη αποτέλεσε την αντίδραση σε αυτή τη συνθήκη και στην εξάντληση όλων των μέσων δράσης απέναντι της, αντίδραση η οποία γινόταν ακόμα πιο επιτακτική από τη στιγμή που η φασιστική κυβέρνηση Νετανιάχου Μπεν Γκιβρ, επέτεινε το καθεστώς ασφυξίας στη Γάζα και τη Δυτική Όχθη, ενώ οι υπό την αιγίδα των ΗΠΑ συμφωνίες του Αβραάμ για την ομαλοποίηση των σχέσεων των αντιδραστικών αραβικών καθεστώτων (με προεξάρχων το Σαουδαραβικό) με το Ισραήλ, βρισκόταν σε τροχιά επικύρωσης.
Η 7η Οκτώβρη δεν ήταν λοιπόν μια πράξη απελπισίας ή το προϊόν μιας γενικής και αφηρημένης εξεγερτικής κατάστασης, αλλά η πλέον εναργής -υλικά και συμβολικά- απόπειρα εξόδου από αυτήν τη συνθήκη, μια ενέργεια πολιτικά και στρατιωτικά συντονισμένη με τον στρατηγικό στόχο του παλαιστινιακού λαού για εθνική απελευθέρωση, όπως αποδεικνύεται και από την πολύπλευρη –και εξόχως αποτελεσματική- οργάνωση της Γάζας (τούνελ, επιμελητεία) για τα σιωνιστικά αντίποινα, τις περίτεχνες τακτικές μάχης που εφαρμόστηκαν κι οι οποίες προκάλεσαν σοβαρές απώλειες στον κατακτητή υπονομεύοντας την εσωτερική του συνοχή, αλλά και από την αντοχή και τη μαζική συμμετοχή του πληθυσμού στην Αντίσταση (ένοπλος λαός).
Ασφαλώς δεν είμαστε σε θέση να κάνουμε ακόμα έναν απολογισμό της επιχείρησης της 7ης Οκτώβρη αφενός επειδή οι μάχες στη Γάζα όπως και η γενοκτονία συνεχίζουν να εξελίσσονται, αφετέρου επειδή εκτιμούμε ότι δεν μας αντιστοιχεί να απολογίσουμε ένα τέτοιου βεληνεκούς γεγονός, όταν η ίδια η Αντίσταση δεν έχει ακόμα προβεί σε κάτι τέτοιο. Αν έπρεπε όμως να σημειώσουμε κάτι θα λέγαμε ότι ο παλαιστινιακός αγώνας –και η 7η Οκτώβρη ως κομμάτι του- δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν μονόπρακτο αλλά σαν μια μακρόχρονη διαδικασία, όπου η μια γενιά δίνει τη σκυτάλη του αγώνα στην άλλη. Και σε αυτό το πλαίσιο το γεγονός ότι η Αντίσταση διατηρεί –παρά τα πλήγματα που έχει δεχτεί- ένα ικανό μέρος της μαχητικής της ισχύος και την λαϊκή υποστήριξη παρά τις δεκάδες χιλιάδες των νεκρών και την καταστροφή ουσιαστικά της Γάζας, ενώ έχει απελευθερώσει χιλιάδες πολιτικούς κρατούμενους και μπορέσει να δημιουργήσει ένα παγκόσμιο κοινωνικό κίνημα προς υπεράσπιση της, είναι κάτι που ασφαλώς εγγράφεται στα ιστορικά επιτεύγματα της. Επιτεύγματα που λειτουργούν ως πυξίδα και ως παράδειγμα για τους λαούς όλου του κόσμου που μάχονται για την λευτεριά τους, και γι αυτό τον το λόγο αποτελούν διαχρονικές επαναστατικές παρακαταθήκες.
Απεναντίας αυτό που θεωρούμε χρέος μας είναι να πιάσουμε το κόκκινο νήμα από την επιχείρηση της 7ης Οκτώβρη – και ανταποκρινόμενοι ουσιαστικά στο κάλεσμα της- να μεταφέρουμε τον αντιιμπεριαλιστικό πόλεμο στα μετόπισθεν των μητροπόλεων του δυτικού κόσμου, στον οποίο και ανήκουμε, και ο οποίος φέρει το κύριο βάρος της γενοκτονίας. Και όταν αναφερόμαστε σε πόλεμο μιλάμε για όλες εκείνες τις πολύμορφες πρακτικές (διαδηλώσεις, απεργίες, συγκρούσεις, καταλήψεις, σαμποτάζ, ανταρτικές ενέργειες) που οφείλουν να αναπτυχθούν προκειμένου να πλήξουν το Ισραηλινό Κράτος και τους συμμάχους του τόσο πολιτικά όσο και οικονομικά και στρατιωτικά.
                             [ΙΙ]  
Σε αυτήν την κατεύθυνση, παρά τις σημαντικές προσπάθειες που αναμφίβολα έγιναν, θεωρούμε ότι στην Ελλάδα το κίνημα αλληλεγγύης στον παλαιστινιακό λαό δεν κατάφερε να πραγματοποιήσει εκείνες τις υπερβάσεις προκειμένου να πετύχει τους παραπάνω σκοπούς, σε αντίθεση πχ με την Ιταλία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες ή ακόμα και τις ΗΠΑ όπου αναπτύχθηκαν μαζικά αντιπολεμικά γεγονότα, ενίοτε μάλιστα συγκρουσιακά και με έντονο συχνά το προλεταριακό στοιχείο.
Το εγχώριο κίνημα – παρότι ένα τμήμα του τουλάχιστον βρέθηκε αμέσως μετά την 7η Οκτώβρη στους δρόμους- δεν μπόρεσε να γίνει ο καταλύτης για την ανάπτυξη ενός μαζικού μαχητικού ρεύματος εντός της ελληνικής κοινωνίας και τελικά περιορίστηκε σε επαναλαμβανόμενες διαδηλώσεις και αυτοματισμούς χωρίς ενιαίο κέντρο χάραξης στρατηγικής, μετατρέποντας πολλές φορές τους τακτικούς στόχους σε στρατηγικούς.
Υπό μία έννοια δεν θα μπορούσε να είναι και διαφορετικά όταν το κίνημα και συνολικά η κοινωνία βρίσκονται σε μια υπερδεκαετή περίοδο κάμψης των κοινωνικών και ταξικών αντιστάσεων –παρά τα επιμέρους ξεσπάσματα ή τις αναμφισβήτητες κορυφώσεις τους όπως τα Τέμπη-, αλλά και του αντιπολεμικού/αντιιμπεριαλιστικού κινήματος που διαχρονικά αποτελούσε κρίσιμο παράγοντα για την όξυνση των αγώνων, την ωρίμανση των συνειδήσεων και την κοινωνική συσπείρωση γύρω από πανανθρώπινα οράματα, ιδανικά και ιδέες (Ειρήνη, Δικαιοσύνη).
Ασφαλώς οι αιτίες για την οπισθοχώρηση αυτή είναι σύνθετες, όμως ειδικά για την οπισθοχώρηση του αντιπολεμικού κινήματος οφείλουμε μεταξύ άλλων να τις αναζητήσουμε στην οπισθοχώρηση του αντιιμπεριαλιστικού ρεύματος και στην επέλαση μεταμοντέρνων /αστικών αφηγήσεων που συνέβαλλαν στον εξοβελισμό κρίσιμων πολιτικών εννοιών από τη φαρέτρα των κινημάτων (πχ λαϊκός αγώνας), την υποτίμηση ή και την περιφρόνηση ιστορικών αγώνων των λαών (αντιαποικιακοί/ εθνικοαπελευθερωτικοί), στην αποδυνάμωση του αντιαμερικανικού/ αντισιωνιστικού αισθήματος στην εργατική τάξη και στο ανταγωνιστικό κίνημα, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα και την αποδυνάμωση της στοχοποίησης τελικά του ίδιου του ελληνικού κράτους και κεφαλαίου για την συμμετοχή τους στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και πολέμους.
Όπως στην πράξη αποδείχθηκε κανένα πολιτικό ρεύμα που διαχωρίζει το ελληνικό καπιταλιστικό σύστημα από το ιμπεριαλιστικό μπλοκ μέσα στο οποίο αυτό υπάγεται, δε μπορεί να είναι ουσιωδώς απειλητικό και επικίνδυνο, καταλήγοντας τελικά –παρά τη πομπώδη ταξική λογοκοπία του- να σιωπά για τα εγκλήματα των ιμπεριαλιστών και των Ελλήνων συνεργών τους.
Σίγουρα, η πολυπλοκότητα των διαρκώς μεταβαλλόμενων γεωπολιτικών ισορροπιών και των ιμπεριαλιστικών και των διακρατικών ανταγωνισμών συχνά δυσκολεύει πολύ την -επιβεβλημένη για την εξαγωγή της ορθής πολιτικής θέσης-συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης. Αν κάτι όμως έχει φανεί μέσα στα χρόνια, είναι ότι η διάσταση μεταξύ των αντιιμπεριαλιστικών εργαλείων ανάλυσης και των ταξικών πολιτικών αναλύσεων και θέσεων μάχης, αποτελεί οδηγό για την μετατροπή των κινημάτων είτε σε δούρειο ίππο ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και φιλελεύθερων ή δικτατορικών καθεστώτων μέσα από την απόσπαση της γεωπολιτικής από την ταξική πάλη, είτε ακόμα και σε απολογητές ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων και συνθηκών κατοχής στο όνομα ενός υποτιθέμενου καθαρού αντικαπιταλισμού, ο οποίος όμως κλείνει τα ματιά στις συνθήκες ζωής εκατομμυρίων προλετάριων που ζουν υπό τη μπότα της αποικιοκρατίας και του ιμπεριαλισμού.
Στο σημείο αυτό θα αρκεστούμε να αναφέρουμε ότι αντιλαμβανόμαστε ως διαλεκτική και ταυτόχρονα επαναστατική, τη δυνατότητα μιας πολιτικής οργάνωσης/συλλογικότητας, την ίδια στιγμή που αναγνωρίζει τη δίκαιη αυτοάμυνα του Ιράν απέναντι στην επαπειλούμενη ισοπέδωση του από το Ισραήλ και τις ΗΠΑ, ταυτόχρονα να μην λειτουργεί η παραπάνω θέση ανασταλτικά στην εναντίωση του σε αυτό το καθεστώς όταν το προλεταριάτο ή οι γυναίκες πυροδοτούν μαχητικούς εργατικούς και φεμινιστικούς αγώνες, όταν ξεσηκώνονται για δικαιώματα και ελευθερίες. Όπως επίσης και η γεωπολιτική διαπίστωση ότι το ΝΑΤΟ αντικειμενικά επιδιώκει την περικύκλωση της Ρωσίας και αποτελεί τον βασικό εμπρηστή του πολέμου στην Ουκρανία μέσα από την πριμοδότηση του πραξικοπήματος του Μαϊντάν και των ναζιστικών οργανώσεων που αιματοκύλισαν την Ανατολική Ουκρανία για χρόνια, οφείλει την ίδια στιγμή να μην υποκρύπτει και τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα της Ρωσίας και βέβαια να μην υπονομεύει βασικές ταξικές, αντιφασιστικές και αντιπολεμικές θέσεις αυτονόητης στήριξης του αντιφασιστικού κινήματος και του προλεταριάτου της Ρωσίας και της δική του ταξικής πάλης απέναντι στους εκμεταλλευτές του. Όπως επίσης και το γεγονός ότι υποστηρίζουμε λαϊκά αντάρτικα όπως η Χεζμπολαχ στο Λίβανο και οι Χούθι στην Υεμένη που είναι αλληλέγγυα με το ίδιο τους το αίμα στην Παλαιστινιακή Αντίσταση, δε συνεπάγεται την άκριτη αποδοχή των συμβόλων τους και του κοινωνικού τους προγράμματος.
Αντίστοιχα αποτελεί κηλίδωση για το παγκόσμιο επαναστατικό κίνημα το γεγονός της άκριτης αλληλεγγύης με το Κουρδικό κίνημα με όρους μάλιστα στήριξης της «κοινωνικής επανάστασης» στη Ροτζάβα, όταν αποτελεί γεγονός ότι παρά τους ποταμούς αίματος που κατέθεσαν μέσα από τον ένοπλο αγώνα τους οι Κούρδοι στον αγώνα τους για ανεξαρτησία ενάντια στο τουρκικό φασιστικό κράτος –παρότι πλέον ο Οτσαλάν διακήρυξε αυτοβούλως το τέλος του PKK στην Τουρκία- , την ίδια στιγμή αποτελούν τους καλύτερους συμμάχους των μεγαλύτερων φονικών μηχανών του πλανήτη (ΗΠΑ και Ισραήλ), αποτελώντας εγγυητή για τα οικονομικά και γεωπολιτικά συμφέροντα τους στην κρίσιμη περιοχή της Βορειοανατολικής Συρίας.
Με τον παλλαϊκό της χαρακτήρα και το μοναδικό πνεύμα αυτοθυσίας που ανέδειξε, θεωρούμε ότι η Παλαιστινιακή Αντίσταση συνολικά και πιο ειδικά η επιχείρηση της 7ης Οκτώβρη κατάφερε σε ένα βαθμό να λειάνει εντός του εγχώριου κινήματος τις παραπάνω αντιθέσεις, και να το ριζοσπαστικοποιήσει, γεννώντας μια νέα ελπιδοφόρα αντιιμπεριαλιστική συνείδηση που διαμόρφωσε όρους μετωπικής συμπόρευσης, κάτι το οποίο φάνηκε σε αρκετές πρωτοβουλίες αγώνα που αναλήφθηκαν.
Παρόλα αυτά δεν έγινε δυνατό να δημιουργηθεί ένα πλατύ και σε διάρκεια επαναστατικό / πολιτικό κέντρο στήριξης της Αντίστασης μεταξύ πολιτικών συλλογικοτήτων και οργανώσεων με αντιιμπεριαλιστική/ ταξική ανάλυση.
Ένα κέντρο που εκτός από τον πολιτικό λόγο θα επιδίωκε και μια πραγματική αναμέτρηση με το ελληνικό κράτος και τους ιμπεριαλιστές, αντίστοιχη της γενοκτονίας που υφίστανται οι Παλαιστίνιοι, όσο και της πολύπλευρης συμμετοχής του ελληνικού κράτους σε αυτήν. Εφαρμόστηκαν αποκομμένοι σχεδιασμοί που ορισμένοι κατάφεραν να λειτουργήσουν συνθετικά/υπερβατικά και να λειτουργήσουν ως αγκάθι στους σχεδιασμούς του ελληνικού κράτους, αλλά η καταστολή κατάφερε τελικά να τους οριοθετήσει όχι με μεγάλη δυσκολία είναι η αλήθεια, αναγκάζοντας τους στην αναδίπλωση και στην επανάληψη των αυτοσχεδιασμών και της έλλειψης επαναστατικής στρατηγικής.
Οι κινητοποιήσεις για την Παλαιστίνη δεν κατάφεραν λοιπόν να ριζοσπαστικοποιηθούν και να μαζικοποιηθούν, όχι επειδή βεβαία επειδή η πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας υποστηρίζει το Ισραήλ, αφού όσοι και όσες υπάρχουμε μέσα σε κοινωνικούς τόπους συνάντησης και επαφής με το προλεταριάτο διαπιστώνουμε ακριβώς το αντίθετο, αλλά επειδή το κίνημα δεν κατάφερε να εμπνεύσει τον λαϊκό παράγοντα να ξεσηκωθεί για την Παλαιστινιακή Υπόθεση.
Δεν κατάφερε να προσδώσει εξαρχής ριζοσπαστικά και επαναστατικά χαρακτηριστικά στην υπόθεση στήριξης της Παλαιστινιακής Αντίστασης όπως ακριβώς αντιστοιχούσε στην ίδια την φυσιογνωμία και τα περιεχόμενα της.
Ως προς αυτό, ανάμεσα σε αλλά, τα παραδείγματα του March το Gaza και του Global Somud Flotila είναι ενδεικτικά. Ασφαλώς η διεθνιστική κινητοποίηση με δεκάδες καράβια προς την Παλαιστίνη του March το Gaza και του Global Somud Flotila εκπλήρωσε ένα χρέος της διεθνιστικής αλληλεγγύης στον Παλαιστινιακό λαό και δημιούργησε μια πολύ σημαντική παγκόσμια κινητοποίηση -στην οποία μέσω του March to Gaza συμμετείχαμε και ως ομάδα- , που έφερε σε δύσκολη θέση το Ισραήλ, συμβάλλοντας έστω και πρόσκαιρα στη διεθνή του απομόνωση.
Σίγουρα τόσο η καταστολή από την αιγυπτιακή Χούντα, ή τα ρεσάλτο ισραηλινών στρατιωτών σε πλοία σε διεθνή ύδατα και ο εγκλεισμός σε ισραηλινές φυλακές έστω και για λίγες μέρες είναι γεγονότα μεγάλης πολιτικής σημασίας που απαιτούν αυταπάρνηση και υψηλό αξιακό φορτίο για να αντιμετωπιστούν. Γι αυτό και σταθήκαμε αλληλέγγυοι συμμετέχοντας σε όλες τις διαδηλώσεις, ενώ διοργανώσαμε πολιτικές εκδηλώσεις επιχειρώντας να αναδείξουμε τον μαχόμενο αγωνιστικό πόλο εντός αυτών.
Οι κεντρικοί διοργανωτές ωστόσο των εγχειρημάτων, στην Ελλάδα τουλάχιστον, από ότι φάνηκε δεν θέλησαν να βαθύνουν το περιεχόμενο τους. Ασφαλώς δεν παραγνωρίζουμε την πολυμορφία του κινήματος αλληλεγγύης στον παλαιστινιακό λαό, και τις διαφορετικές εντάσεις και περιεχόμενα του. Ωστόσο η συνεχής αναφορά στον ανθρωπιστικό ειρηνικό χαρακτήρα του κινήματος αλληλεγγύης, η αποστασιοποίηση από το ένοπλο υποκείμενο της αντίστασης, η αυτοαναφορικότητα γύρω από την καταστολή που συνοδεύτηκε και με την τουλάχιστον αναντίστοιχη “πανηγυρική” υποδοχή στο αεροδρόμιο, και βέβαια η άκριτη αποδοχή –μέσω μιας θολής επίκλησης της μετωπικής δράσης- της συμμετοχής κομμάτων που συμμετείχαν σε κυβερνήσεις πλήρως συμμαχικές με το Ισραήλ την περίοδο 2015-2019, και τα οποία μάλιστα κεφαλαιοποίησαν πολιτικά οφέλη από την κινητοποίηση (πετυχαίνοντας το πολιτικό ξέπλυμα για το παρελθόν τους), είναι γεγονότα που εγείρουν σοβαρό προβληματισμό.
Την ίδια ώρα οι πολιτικές οργανώσεις και οι αγωνιστές και αγωνίστριες του αντικαπιταλιστικού/διεθνιστικού/αντιιμπεριαλιστικού κινήματος που συμμετείχαν δεν κατάφεραν παρά τις αξιοσημείωτες παρεμβάσεις τους να αλλάξουν τη γενική φυσιογνωμία των εγχειρημάτων.
Λίγες ημέρες αργότερα καταδείχθηκε στην πράξη η πολιτικά οριοθετημένη αντίληψη που φέρουν κομμάτια του κινήματος, όταν στην διαδήλωση υπεράσπισης Παλαιστινιακής Αντίστασης της 7ης Οκτώβρη συμμετείχαν μόλις 3 χιλιάδες αγωνιστές/τριες, ενώ η διαδήλωση αλληλεγγύης στους «δικούς μας» Ευρωπαίους συλληφθέντες κινητοποίησε 15 χιλιάδες.
                            [ΙΙΙ]   
Ένα από τα βασικά επίδικα για την ελληνική κυβέρνηση αυτά τα δυο χρόνια ήταν οι πρεσβείες των ΗΠΑ και του Ισραήλ να αποτελέσουν συγκρουσιακό άβατο για το κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη. Αντίστοιχα όπως επίδικό για το κίνημα –θα έπρεπε να -ήταν να επιχειρηθεί συλλογικά να αντιπαρατεθεί με την κρατική καταστολή έξω από αυτές. Γιατί στην πραγματικότητα αν δεν γινόταν απόπειρα να γίνει αυτό τώρα που η γενοκτονία ενός λαού ήταν καθημερνή εικόνα στις ειδήσεις και η αντίσταση μας καλούσε με τη δράση της να σταθούμε έμπρακτα αλληλέγγυοι, θα ήταν σαν να παίρναμε οριστικά ως κίνημα διαζύγιο με τη σύγκρουση στο δρόμο, με ότι αυτό συνεπάγεται για το παρόν και το μέλλον των εγχώριων αντιστάσεων.
Στην κατεύθυνση αυτή ως Ταξική Αντεπίθεση καλέσαμε ανοιχτή συζήτηση συνέλευση για τη συγκρότηση μετωπικού μαχητικού μπλοκ στη διαδήλωση της 7ης Οκτωβρίου, το οποίο μέσα από πολιτικές και οργανωτικές υπερβάσεις θα επιχειρούσε να στείλει έμπρακτο μήνυμα υποστήριξης του Παλαιστινιακού λαού και της Αντίστασης του.
Όπως φάνηκε ωστόσο τόσο από την ανταπόκριση στο κάλεσμα, όσο κυρίως και από την ίδια τη διαδήλωση, η μεγαλύτερη μερίδα του ανταγωνιστικού κινήματος, αντιλήφθηκε –και- τη διαδήλωση αυτή σαν «μια διαδήλωση ακόμα», επιλέγοντας να μη ριζοσπαστικοποιήσει τη στάση του όπως και να μη συγκροτηθεί γύρω από ένα ενιαίο και μαχητικό μπλοκ που θα αναλάβει την ευθύνη της σύγκρουσης.
Η αποφυγή συγκεκριμένης ανάληψης καθηκόντων στην κορύφωση ενός γενοκτονικού πολέμου αλλά και την Αντίστασης σε αυτόν, ακόμα κι αν δεν τίθεται ρητά ως άποψη τελικά καταλήγει να αποτυπώνεται στον δρόμο ως τέτοια. Η άρνηση πολιτικών ομάδων και οργανώσεων ακόμα και να συντονιστούνε στον δρόμο την ημέρα εκείνη είναι δηλωτική του κατακερματισμού και της αποτύπωσης του στον δρόμο που είναι και η δημιουργία πολλών μπλοκ με μικρή συμμετοχή χωρίς διάθεση συνεννόησης του ενός με το άλλο. Κάτι που θεωρούμε ότι αν δεν αναληφθούν πρωτοβουλίες, κινδυνεύει να γίνει μη αναστρέψιμη κατάσταση για το ελλαδικό κίνημα, αφού δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ότι στο άμεσο τουλάχιστον μέλλον θα υπάρξει κάτι πιο συγκλονιστικό που θα ταρακουνήσει την ανθρωπότητα πέρα από την Παλαιστινιακή Αντίσταση και την γενοκτονία σε βάρος του Παλαιστινιακού λαού.
Να υπενθυμίσουμε ότι αυτά ακριβώς τα μετωπικά μπλοκ αποτέλεσαν διαχρονικά για το επαναστατικό κίνημα την δύναμη πυρός του απέναντι στο κράτος, το κεφάλαιο, τον φασισμό και τον Ιμπεριαλισμό. Εμφάνισαν ένα άλλο πολιτικό και οργανωτικό μοντέλο σκέψης και μια νοοτροπία πολιτικής ευθύνης απέναντι στο κίνημα και συνολικά στην αγωνιζόμενη κοινωνία. Απολογίζοντας τις παθογένειες του αφορμαλιστικού τρόπου δράσης, τα μαζικά, περιφρουρημένα και μαχητικά μπλοκ κατάφεραν να ορίζουν τον χρόνο και τον τόπο των συγκρούσεων, να αναλαμβάνουν την πολιτική ευθύνη και το κόστος για αυτές με τα πανό και τα σύμβολα τους, να αποτελούν έμπρακτη αντιπρόταση για την συγκρότηση ενός αντίπαλου επαναστατικού πόλου. Ακόμα κατάφεραν να λειτουργούν στη πράξη ως κοινότητες αγώνα, συσπειρώνοντας πολιτικές ομάδες που αναλάμβαναν από κοινού την περιφρούρηση , την υπεράσπιση και την πολιτική συνδιαμόρφωση του μπλοκ. Επίσκεψη Ομπάμα, απόφαση δίκης Χ.Α, Τέμπη, απεργία πείνας Κουφοντίνα και άλλες ιστορικές στιγμές των τελευταίων ετών αποτελούν λαμπρά παραδείγματα όσων γράφουμε παραπάνω.
Τον ρόλο αυτό ανέλαβε στη διαδήλωση της 7ης Οκτώβρη να φέρει εις πέρας το μπλοκ των “Αναρχικών και Κομμουνιστών” που πλαισιώθηκε από 100 συντρόφους και συντρόφισσες. Με την συμμετοχή πολιτικών ομάδων και οργανώσεων από τον Αναρχικό χώρο και την Κομμουνιστική Αριστερά συγκροτήθηκε ένα μαχητικό και περιφρουρημένο μπλοκ που στεκόμενο στο τέλος της πρεσβείας συγκρούστηκε κατά μέτωπο με τις δυνάμεις καταστολής που την φρουρούσαν. Μετά την λυσσαλέα επίθεση των ΜΑΤ στο μπλοκ των Αναρχικών Κομμουνιστών και τις μάχες σώμα με σώμα με την περιφρούρηση, οι δυνάμεις καταστολής κατόρθωσαν αφού έσπασαν την περιφρούρηση να εξαπολύσουν κατασταλτικό πογκρόμ εναντίον συνολικά της διαδήλωσης η οποία αντιστάθηκε με αξιοπρέπεια και μαχητικότητα με δεκάδες τραυματισμούς και συλλήψεις αγωνιστών και αγωνιστριών.
Παρότι οι συγκρούσεις διεξήχθησαν στοχευμένα έξω από την πρεσβεία, παρότι μέσα από κανένα μπλοκ που δέχθηκε κατασταλτικά πλήγματα δεν πραγματοποιήθηκαν επιθέσεις, παρότι ήταν εμφανές ότι οι δυνάμεις πέρα του μπλοκ της ανοιχτής διαδικασίας δεν συμμετείχαν στις συγκρούσεις, η κρατική καταστολή -ακολουθώντας ρητή κυβερνητική εντολή- και λειτουργώντας ως οπλισμένο χέρι του σιωνισμού, αιματοκύλισε ολόκληρη τη διαδήλωση. Κάτι που προφανώς αποτέλεσε μήνυμα του κράτους ώστε με γενικευμένα αιματηρά αντίποινα να στείλουν τρομοκρατικό μήνυμα απέναντι σε τέτοιου είδους δράσεις.
Για το ελληνικό Κράτος, την κυβέρνηση και τον εκλεκτό των ΗΠΑ και των σιωνιστών «υπουργό Προστασίας του Πολίτη» Μιχάλη Χρυσοχοΐδη αποτελεί κόκκινη γραμμή η δημιουργία συγκρούσεων έξω από τις πρεσβείες των ΗΠΑ και του Ισραήλ. Η επιλογή ενός αγωνιστικού υποκειμένου να συγκρουστεί έξω από την πρεσβεία των Σιωνιστών την 7η του Οκτώβρη απαιτούσε υψηλό συνειδησιακό και πολιτικό υπόβαθρο που πήγαζε μέσα από την κατανόηση της συγκεκριμένης ημερομηνίας σταθμού και των περιεχομένων της για τις λαϊκές αντιστάσεις. Τα συνθήματα «Αλληλεγγύη στην Παλαιστινιακή Αντίσταση» και οι «Οι Λαοί νικούν με το όπλο στο χέρι» αν δεν θέλουν να αποτελούν μια απλή λογοκοπία, αλλά να εκφράζουν αυτό που λένε, θα πρέπει να οδηγούν τον κόσμο που τα φωνάζει, σε προωθημένες πολιτικά και οργανωτικά δράσεις.
Κάτι που όπως φάνηκε και στη διαδήλωση της 7ης Οκτώβρη, σημαντικό τμήμα της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς και του Αναρχικού χώρου δεν ήταν έτοιμο ούτε καν να επικοινωνήσει, φτάνοντας να υποβιβάζουν το επίπεδο της συζήτησης και τα επαναστατικά καθήκοντα απέναντι σε μια συντελούμενη γενοκτονία στο αν ήταν ορθή η πραγματοποίηση συγκρούσεων έξω από την πρεσβεία του Ισραήλ, ενώ η συζήτηση θα έπρεπε να είναι ανοιχτή γύρω από τις μορφές και τα μέσα πάλης και να διεξάγεται σε ένα επίπεδο προσαρμογής των καθηκόντων απέναντι σε μια εν εξελίξει γενοκτονία και όχι προσαρμογής του γεγονότος της γενοκτονίας στους χρόνους, τα θέλω και τα μέτρα μας.
Παρότι η αλληλεγγύη μας είναι δεδομένη και έμπρακτη στους συλληφθέντες/εισες και στους τραυματίες αγωνιστές/τριες, θα θέλαμε να σταθούμε σε ορισμένα ακόμα σημεία. Από τις ανακοινώσεις της πλειοψηφίας των συλλογικοτήτων και των οργανώσεων δεν υπήρχαν αναφορές για τις συγκρούσεις έξω από την σιωνιστική Πρεσβεία, σαν να μην πραγματοποιήθηκαν ποτέ. Αυτή η γραμμή εκτός από την πολιτική θυματοποίηση που παράγει, δυστυχώς αποτελεί και πολιτική ακροβασία αφού εμμέσως αναγνωρίζει ότι η κατασταλτική επίθεση θα ήταν νομιμοποιημένη από πλευράς κυβέρνησης, εφόσον είχαν προηγηθεί συγκρούσεις έξω από την πρεσβεία.
Αν υποθέσουμε ότι δεν αποτελεί για όλες τις οργανώσεις πολιτική θέση ο παραπάνω ισχυρισμός μας, αλλά ότι αποτελεί υπερασπιστική γραμμή άμυνας σε κάποιο δικαστήριο αναρωτιόμαστε για ποιο λόγο δεν αρκεί η υπεράσπιση της αλήθειας και των καταγεγραμμένων, το αιματοκύλισμα και τσάκισμα μιας ολόκληρης διαδήλωσης επειδή μια μικρή μερίδα κόσμου επέλεξε να συγκρουστεί έξω από την πρεσβεία;
Με την προσωρινή εκεχειρία στη Γάζα να δοκιμάζεται από τις μεθοδεύσεις ΗΠΑ Ισραήλ κι ενώ ένας νέος γύρος γενοκτονικού πολέμου κραδαίνεται σαν απειλή την στιγμή που ο Παλαιστινιακός λαός και η Αντίσταση του, βρίσκεται μεν υπό πίεση αλλά πάντα με το μαχαίρι στα δόντια, για το επαναστατικό κίνημα αποτελεί καθήκον και συνάμα ιστορική ευκαιρία να εντείνει την δράση του ενάντια στο Ισραηλινό Κράτος και τις ΗΠΑ, αλλά και στις αστικές τάξεις των χωρών του.
Απαιτούνται υπερβάσεις και ενότητα κάτι που διδάσκουν και οι Οργανώσεις της Αντίστασης. Τη στιγμή που το κίνημα αλληλεγγύης στον παλαιστινιακό λαό λαμβάνει παγκόσμια απεργιακό και εξεγερτικό χαρακτήρα, ας αντλήσουμε δύναμη από την αστείρευτη δύναμη του παλαιστινιακού λαού αλλά και από τις μεγάλες παρακαταθήκες της ιστορίας των εγχώριων αντιστάσεων, ώστε να αντιστοιχήσουμε τη δράση μας στο επίπεδο που αντιστοιχεί στις ιστορική εποχή που διανύουμε.
        

