Κοινή ανακοίνωση συλλογικοτήτων για τον αγώνα των αγροτών

ΝΙΚΗ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΤΗΣ ΦΤΩΧΗΣ ΑΓΡΟΤΙΑΣ

Οι αγροτικές κινητοποιήσεις ξεχωρίζουν όχι μόνο για τη μαζικότητα, αλλά για κάτι βαθύτερο: τον ακέραιο δυναμισμό και την αποφασιστικότητα μιας φτωχοποιημένης αγροτικής βάσης που κατεβαίνει στον δρόμο όχι “για να διαμαρτυρηθεί“, αλλά για να επιβιώσει.
Σε μια περίοδο γενικευμένης ταξικής αφαίμαξης, κινηματικής υποχώρησης και αδυναμίας κατάκτησης ουσιαστικών νικών, ο αγροτικός αγώνας ηχεί σαν υπενθύμιση ότι υπάρχουν ακόμη κοινωνικά στρώματα που, όταν φτάνουν στο όριο, κινητοποιούνται με ένταση, επιμονή και συλλογικότητα. Αυτός είναι ο κινητήρας που μας κάνει να στρέφουμε με αγωνία αλλά και θαυμασμό το βλέμμα μας στις αγροτικές κινητοποιήσεις, γιατί συμπυκνώνουν μια υπαρξιακή αντίσταση απέναντι σε μια συνολική αναδιάρθρωση που τους σπρώχνει στον αφανισμό.
Έναν αφανισμό και μια αναδιάρθωση που εκκινούν από την στρατηγική επιλογή της Ευρωπαϊκής Ένωσης να καλύπτει κρίσιμα τμήματα της αγροτικής παραγωγής μέσω εισαγωγών από φθηνές καπιταλιστικές περιφέρειες, πιέζοντας τις τιμές και καταστρέφοντας τον μικρό παραγωγό. Και από την άλλη, στη συγκρότηση -εντός της ίδιας της ευρωπαϊκής αγοράς- μιας χούφτας μονοπωλιακών κολοσσών που ελέγχουν κομβικά προϊόντα, το εμπόριο, τη μεταποίηση, τα εφόδια και την εφοδιαστική αλυσίδα. Αυτός ο διπλός μηχανισμός (φθηνές εισαγωγές και μονοπωλιακός έλεγχος) συμπιέζει το αγροτικό εισόδημα, διογκώνει το κόστος παραγωγής, και μετατρέπει τον μικροαγρότη σε κρίκο χωρίς δύναμη διαπραγμάτευσης.
Η συνέπεια είναι ότι ο μικροπαραγωγός δεν «δυσκολεύεται απλώς», αλλά ωθείται συστηματικά σε έξοδο από τον κλάδο. Και μέσα σε αυτή τη συνθήκη, η μοναδική «διέξοδος» που συχνά του απομένει είναι η αφομοίωση στην παρασιτική τουριστική οικονομία, έναν από τους κεντρικούς πυλώνες της ελληνικής καπιταλιστικής ανάπτυξης. Έναν μονόδρομο που διαλύει περαιτέρω την παραγωγική βάση της χώρας και προκαλεί αλυσιδωτές επιπτώσεις στο περιβάλλον, στη χρήση γης, στην αναδιάρθρωση του χώρου, στις σχέσεις εργασίας, και στην ίδια τη συνοχή των τοπικών κοινωνιών.

Μέσα σε αυτή τη μεγάλη εικόνα, τα σκάνδαλα και η κρατική διαχείριση δεν είναι «παρέκκλιση» από τον κανόνα, αλλά η έκφρασή του. Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, όπως και άλλα αντίστοιχα, είναι καθημερινά περιστατικά της σκανδαλώδους διαχείρισης μιας πολιτικής και οικονομικής ελίτ η οποία για να πλουτίζουν μια χούφτα καπιταλιστές, βιομήχανοι, εργολάβοι, εφοπλιστές και τραπεζίτες, υφαρπάζει καθημερινά και «νόμιμα» τον ιδρώτα και τους κόπους της συντριπτικής πλειοψηφίας του λαού.

Επί της ουσίας, έχει γίνει ξεκάθαρο ότι είναι η πολιτική και οικονομική ελίτ αυτή που διαχειρίζεται μεγάλο μέρος των επιδοτήσεων με όρους πελατειακούς και ελεγχόμενους, γεγονός που αποδομεί και τα αφηγήματα που ήθελαν την ευθύνη να βαραίνει «τους ίδιους τους αγρότες», σαν να είναι εκείνοι το πρόβλημα. Ενώ στην ουσία το πρόβλημα είναι δομικό και αφορά την ίδια την αρχιτεκτονική της αγροτικής πολιτικής και της αγοράς, όπως συγκροτείται από τις κατευθύνσεις της ΕΕ, τον μονοπωλιακό έλεγχο και την κρατική-πελατειακή διαχείριση των επιδοτήσεων, οι οποίες δεν αποτελούν ουσιαστικό μηχανισμό στήριξης των μικροαγροτών, αλλά είναι ταξικά κατευθυνόμενες ώστε να ενισχύουν τη συγκεντροποίηση της παραγωγής διατηρώντας τους μικρούς παραγωγούς σε καθεστώς εξάρτησης και ανασφάλειας και εν τέλει αφανισμού.
Και ακριβώς επειδή η ντόπια αστική τάξη έχει προσδεθεί οργανικά στις στρατηγικές κατευθύνσεις του ευρωπαϊκού ιμπεριαλιστικού κέντρου και των μονοπωλίων, μέσα σε ένα περιβάλλον βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης και επιταχυνόμενης αναδιάρθρωσης, η επιβολή αυτών των στρατηγικών καθίσταται μονόδρομος. Οι επιλογές που έχουν ήδη χαραχθεί δεν επιδέχονται ουσιαστική κοινωνική διαπραγμάτευση, τα δημοσιονομικά όρια, η πίεση των αγορών και οι δεσμεύσεις απέναντι στους υπερεθνικούς μηχανισμούς ταξικής κυριαρχίας καθιστούν σαφές ότι δεν υπάρχουν περιθώρια ούτε για παραχωρήσεις ούτε για «εξαγορά» κοινωνικής συναίνεσης, ακόμη και με περιορισμένα ανταλλάγματα.

Σε αυτή τη βάση, η ντόπια αστική εξουσία εμφανίζεται σήμερα δομικά αδιάλλακτη με αποτέλεσμα κάθε συλλογικός αγώνας που αμφισβητεί έμπρακτα τις κυρίαρχες κατευθύνσεις της επιβαλλόμενης καπιταλιστικής αναδιάρθωσης να αντιμετωπίζεται όχι ως κοινωνικό αίτημα, αλλά ως εμπόδιο που πρέπει να καμφθεί. Η κρατική βία και ο αυταρχισμός δεν λειτουργούν ως εξαίρεση, αλλά ως αναγκαίο συμπλήρωμα μιας πολιτικής, που ακριβώς επειδή δεν μπορεί να αποκτήσει κοινωνική νομιμοποίηση, επιβάλλεται δια της καταστολής. Έτσι, ο υπαρξιακός αγώνας επιβίωσης που δίνει σήμερα ο αγροτικός κόσμος απαντιέται από το κράτος με ποινικοποίηση των κινητοποιήσεων, απειλές για βαριές ποινικές κυρώσεις, απόπειρες διάσπασης της συλλογικότητας, συκοφάντηση του κινήματος και μετατροπή του αγωνιζόμενου αγρότη σε «παραβάτη».

Σε αυτήν ακριβώς τη συγκυρία, η μαζικότητα, η επιμονή και η διάρκεια του αγροτικού αγώνα τον αναδεικνύουν σε κεντρικό ταξικό επίδικο για όλους όσοι βιώνουμε καθημερινά την ταξική αφαίμαξη – τα 13ωρα, τις δύο δουλειές, τους μισθούς που δεν επαρκούν για αξιοπρεπή ζωή. Οφείλουμε, λοιπόν, να δούμε αυτόν τον αγώνα ως δικό μας αγώνα. Γιατί οι πολιτικές που εξαθλιώνουν την εργατική τάξη είναι οι ίδιες πολιτικές που οδηγούν στον αφανισμό τους μικροαγρότες. Είναι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, ενός μοντέλου καπιταλιστικής ανάπτυξης που στηρίζεται στους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, στη λεηλασία της καπιταλιστικής περιφέρειας, στη μονοπωλιακή συγκέντρωση, στην πειθάρχηση της κοινωνίας και στη μεταφορά του κόστους της κρίσης στην ταξική βάση.

Σε αυτή τη συγκυρία, το έμπρακτο πολιτικό επίδικο που τίθεται επιτακτικά είναι το να στηριχθεί αποφασιστικά ο αγροτικός αγώνας. Γιατί μαζί με τον αφανισμό των μικροαγροτών δεν διακυβεύεται μόνο η επιβίωση ενός ακόμη κοινωνικού στρώματος, αλλά η ίδια η δυνατότητα ύπαρξης ενός ταξικού αναχώματος απέναντι στη γενικευμένη επίθεση που βιώνουμε. Η ήττα αυτού του αγώνα θα σηματοδοτήσει την ακόμη πιο εμφατική επιβολή ενός καθεστώτος αυταρχισμού, βίας και κοινωνικού κατακερματισμού, βαθαίνοντας συνολικά την επίθεση στην τάξης μας.
Η έμπρακτη στήριξη των αγροτικών κινητοποιήσεων δεν αποτελεί μια γενικόλογη χειρονομία αλληλεγγύης, αλλά αναγκαία συλλογική απάντηση στον επιβαλλόμενο δρόμο της ταξικής αφαίμαξης. Μόνη ρεαλιστική διέξοδος απέναντι σε μια επίθεση που είναι ενιαία, συνολική και ταξική είναι η σύνδεση των αγώνων – αγροτών, εργαζομένων, νεολαίας, ανέργων, μεταναστών εργατών γης. Γιατί στην πραγματικότητα ο αγροτικός αγώνας επαναφέρει με οξύ τρόπο το κεντρικό πολιτικό ερώτημα της εποχής μας, για το αν θα αποδεχτούμε τη σταδιακή μετατροπή της ζωής μας σε καθεστώς μόνιμης εξαθλίωσης ή αν θα επιχειρήσουμε, μέσα από πραγματικές κοινωνικές συμμαχίες και ταξικούς αγώνες, να ξαναχτίσουμε μια δύναμη συλλογικής αντίστασης ικανή να μπλοκάρει την αφαίμαξη και να ανοίξει δρόμους αξιοπρεπούς και ρήξης που θα ξεκλειδώσουν ακόμα πιο βαθιά ζητήματα και επίδικα. Και αυτό το ερώτημα δεν αφορά μόνο τους αγρότες. Αφορά το σύνολο της τάξης μας!

Παύση κάθε δίωξης στους αγωνιζόμενους αγρότες!

Απέναντι στη επίθεση του κράτους και του κεφαλαίου, στη φτώχεια, την εκμετάλλευση και την κρατική τρομοκρατία, η αλληλεγγύη είναι το όπλο μας!

Εργατιά και αγροτιά, μια φωνή και μια γροθιά!

  • ΤΑΞΙΚΗ ΑΝΤΕΠΙΘΕΣΗ (Ομάδα Αναρχικών και Κομμουνιστ(ρι)ών – ΑΘΗΝΑ)
  • ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΚΗ ΠΕΡΙΠΟΛΟΣ (Αναρχικοί/ες για τον κοινό βηματισμό της τάξης μας – ΚΡΗΤΗ)
  • ΑΝΑΡΧΙΚΗ ΟΜΑΔΑ ΔΥΣΗΝΙΟΣ ΙΠΠΟΣ (ΠΑΤΡΑ)
  • ΠΕΛΟΤΟ (Στο δρόμο για τον Κομμουνισμό και την Αναρχία – ΞΑΝΘΗ)
  • ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΚΑΤΑΛΗΨΗΣ ΠΑΛΙΟΥ ΝΕΚΡΟΤΟΜΕΙΟΥ (ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗ)
  • ΑΝΟΙΧΤΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΣΠΟΡΑ (ΛΑΡΙΣΑ)