Οι ρίζες της 8η Μάρτη δε βρίσκονται σε μία απροσδιόριστη γιορτή αγάπης και θαυμασμού του «ωραίου φύλου», αλλά στους εργατικούς αγώνες γυναικών στις Η.Π.Α. στις αρχές του 20ου αιώνα. Μπορεί να μην έχουμε τρόπο να επιβεβαιώσουμε αν η αφορμή για να καθιερωθεί αυτή η ημέρα ήταν η απεργία των εργατριών ιματισμού το 1857 ή η διαδήλωση απεργών το 1908 στη Νέα Υόρκη, η μαχητική απεργία και «η εξέγερση των 20.000» τον χειμώνα του 1910 ή η φωτιά της TriangleWaist με τις κλειδωμένες εργάτριες μέσα και η απεργία των κλωστοϋφαντουργιών στο Λόρενς της Μασαχουσέτης το 1912. Το σίγουρο, όμως, είναι ότι έμπνευση για την καθιέρωση της 8η Μάρτη ως ημέρα μνήμης ήταν η μαχητικότητα των γυναικών για τη βελτίωση των συνθηκών ζωής τους, των ταπεινών εργατριών – ντόπιων και μεταναστριών –  που μοχθούσαν καθημερινά στα εργοστάσια. Ήταν η θέληση των υποτιμημένων γυναικών να διεκδικήσουν όσα τούς ανήκουν, όσα τούς αξίζουν και όχι ένας ύμνος στους ρόλους της «τέλειας γυναίκας» αντικείμενο για την ηδονή των αντρών, της «ήσυχης κυρίας» που κάθεται στα αυγά της, της «καλής μάνας και νοικοκυράς» που δε βγαίνει από το σπίτι, της «υπάκουης εργαζόμενης» που υπηρετεί αφεντικά και πελάτες. 

Είναι αυτή η μνήμη των γυναικείων εργατικών αγώνων που πρέπει να κρατήσουμε σήμερα ζωντανή κόντρα στην εμπορευματοποίηση και απονοηματοδότηση της ημέρας. Ο κόσμος της εργασίας, άλλωστε, συνεχίζει να δέχεται κατάφορη επίθεση, είτε μιλάμε για άμεση μείωση μισθού και έμμεση μέσω των αλλεπάλληλων κυμάτων ανατιμήσεων και ακρίβειας βασικών αγαθών, είτε για τη χειροτέρευση των συνθηκών εργασίας μας. Η επισφάλεια και η μαύρη εργασία αποτελεί τη ζοφερή πραγματικότητα για τις περισσότερες από εμάς, ειδικά για τις μετανάστριες, κάθε βδομάδα χάνουμε ανθρώπους της τάξης μας από τα ελλιπή μέτρα προστασίας (είτε υγειονομικά είτε ατομικής προστασίας) και την εντατικοποίηση της εργασίας μας, και η εκμετάλλευση των εργοδοτών με τις απλήρωτες υπερωρίες μας και τα ελαστικά ωράρια νομιμοποιήθηκε με το χυδαίο νομοσχέδιο Χατζηδάκη. Η δε καταπίεση στις γυναίκες εργαζόμενες είναι ακόμα μεγαλύτερη. Από τη μία το ποσοστό ανεργίας είναι σημαντικά υψηλότερο σε σχέση με το αντίστοιχο των αντρών, από την άλλη σαν γυναίκες εργαζόμενες είμαστε υπο-αμειβόμενες, ενώ ο μισθός μας μειώνεται κι άλλο έμμεσα με τα πάγια έξοδα της περιόδου μας και πιθανών φαρμάκων και εξετάσεων κατά την κύηση ή με σκοπό αυτής. Κι όλα αυτά τη στιγμή που το «νοικοκυριό» και η ανατροφή των παιδιών εξακολουθούν να παραμένουν σχεδόν αποκλειστικά γυναικεία υποχρέωση, πάντα απλήρωτη, σίγουρα όμως αναγκαία για τη λειτουργία της κοινωνίας.  

Συμπληρωματικά, οι άδειες δεν ανταποκρίνονται στις πραγματικές μας ανάγκες. Ούτε για μια εργαζόμενη, ως προς τον κύκλο και τους πόνους του που συχνά μας διπλώνουν στα δύο, ούτε για την εργαζόμενη – μέλλουσα μητέρα, με την άδεια κύησης να μην ανταποκρίνεται στις ιδιαίτερες απαιτήσεις αυτής της περιόδου, ούτε για την εργαζόμενη πλέον μητέρα, από την άδεια λοχείας που θα μας αναγκάσει να επιστρέψουμε σχεδόν αμέσως στη δουλειά αφήνοντας ένα νεογέννητο στο σπίτι, μέχρι τις ανύπαρκτες γονικές άδειες, ακόμα και για τις μονογονεϊκές οικογένειες. Ακόμα και κατά τη διάρκεια της πανδημίας και των λοκντάουν, οι άδειες «ειδικού σκοπού» για τις εργαζόμενες μητέρες για την περίοδο που τα σχολεία ήταν κλειστά ίσχυαν μόνο για τους δύο πρώτους μήνες, ενώ μέχρι τώρα αναγκαζόμαστε να εργαζόμαστε ακόμα και στις περιπτώσεις που τα παιδιά μας νοσούν. Μάλιστα ορίστηκε περικοπή 50% (!) του μισθού μας για τις πρώτες 4 ημέρες άδειας «ειδικού σκοπού» που λαμβάνουμε. 

Όλα αυτά υποβαθμίζονται ως υπερβολές και προβλήματα της «γυναικείας μας φύσης» και ταυτόχρονα προβάλλονται ως ένα αχρείαστο βάρος που υποχρεώνεται ο κάθε εργοδότης να «κουβαλήσει». Ενώ στην πραγματικότητα, είναι η καταπίεση και η παραγνώριση των αναγκών μας με βάση το κέρδος. Ο έλεγχος αυτός πάνω στις ζωές και στα σώματά μας είναι εμφανής από τα πιο μικρά καθημερινά πράγματα όταν μας ζητείται να συμπεριφερθούμε όπως «αρμόζει» στο φύλο μας: Να «συνεισφέρουμε» με λίγη φροντίδα, καλοσύνη, ευγένεια και πάντα υπάκουα όταν το απαιτούν οι συνθήκες. Αλλά πηγαίνει και ένα βήμα παραπέρα, όταν καλούμαστε να κοινοποιήσουμε τον οικογενειακό μας προγραμματισμό με τον κίνδυνο η απάντησή μας να μάς οδηγήσει στην ανεργία. Με απλά λόγια, όσες γυναίκες επιθυμούμε να γίνουμε μητέρες είτε μάς απολύουν, είτε δεν μάς προσλαμβάνουν. Κι εάν τελικά «καταφέρουμε» να διατηρήσουμε την εργασία μας, ερχόμαστε αντιμέτωπες με τα ανύπαρκτα μέτρα υποστήριξής τους.  

Οι έμφυλες διακρίσεις που βιώνουμε ως γυναίκες, όμως, δεν περιορίζονται μόνο στο εργασιακό κομμάτι, αλλά ακουμπούν όλες τις πτυχές της ζωής μας. Ξεκινούν από την έμφυλη ταυτότητά μας ως τέτοια, και άρα αφορούν την ίδια μας την ύπαρξη. Είναι η θεσμική καταπίεση, από το κράτος, την εκκλησία και μια μεγάλη μερίδα συντηρητικών επιστημόνων και «ειδικών», που προσπαθεί να ελέγξει κάθε πτυχή της γυναικείας ζωής, σεξουαλικότητας και αυτοδιάθεσης. Τον τελευταίο καιρό μόνο, έχουμε δει αντιεπιστημονικές ασυναρτησίες περί προγεννητικού ελέγχου μέσα σε σχολεία, συνέδρια που μας καλούσαν να σώσουμε τη χώρα από την υπογονιμότητα, αφού πρώτα όριζαν τις εργαζόμενες γυναίκες ως υπαίτιες αυτής, και σκοταδιστικές εκστρατείες κατά των εκτρώσεων υποκινούμενες από εκκλησία και συντηρητικούς φορείς. Είναι η όξυνση της έμφυλης βίας και η θέαση της γυναίκας ως ιδιοκτησίας της οικογένειάς της, του πατέρα, του αδερφού ή του άντρα της.  

Κόντρα στο δυτικό αφήγημα ότι οι γυναίκες δεν έχουμε πια λόγο να μιλάμε για πατριαρχία, καθώς τα κράτη και η Ε.Ε. φροντίζουν δήθεν να λαμβάνουν μέτρα για την ενίσχυση της θέση της γυναίκα, στην πραγματικότητα αυτά απευθύνονται σε ένα μικρό ποσοστό από εμάς και οι 20 γυναικοκτονίες του τελευταίου καιρού, οι βιασμοί που έγιναν γνωστοί και αυτοί που δεν έγιναν, τα καθημερινά περιστατικά κακοποιήσεων και εκδικητικής πορνογραφίας, επιβεβαιώνουν ακριβώς το αντίθετο. Από τις καταγγελίες έμφυλης βίας στον χώρο του αθλητισμού και του θεάτρου και τη διάδοση του metoo που ενθάρρυνε την κοινοποίηση ανάλογων βιωμάτων, δημιουργώντας ένα πρώτο άτυπο δίκτυο καταγγελιών και αλληλοϋποστήριξης έστω κι αν βασίστηκε στη σφαίρα του διαδικτύου, ξεκίνησε να μπαίνει από πολλές γυναίκες ο όρος «πατριαρχία» κεντρικά, καταδεικνύοντας τις κανιβαλικές της διαστάσεις. Αν και ελπιδοφόρο, θα πρέπει σιγά-σιγά να σπάσουμε τη σφαίρα του προσωπικού. Κόντρα στην προσπάθεια για αφομοίωση των αντιδράσεών μας από την κυριαρχία, να ριζοσπαστικοποίησουμε τον αγώνα μας ενάντια στην πατριαρχία συνδέοντάς τον με τον συνολικό αγώνα ενάντια στον κόσμο της εξουσίας, στο κράτος, το κεφάλαιο και το ξεπέρασμά τους.

Κι ενώ σε αυτή τη λογική τα αντανακλαστικά της κοινωνίας σταδιακά οξύνονται, όπως πρόσφατα έδειξαν και οι αυθόρμητες πορείες της Θεσσαλονίκης με την ξεκάθαρη στοχοποίηση των βιαστών της Γεωργίας, ο κυρίαρχος λόγος και οι μηχανισμοί του συνεχίζουν να συγκαλύπτουν τον κάθε λογής κανίβαλο: Τα καθεστωτικά μέσα εξακολουθούν να ξεπλένουν τους κακοποιητές, βαφτίζοντας τους γυναικοκτόνους «θολωμένους από τη ζήλεια», τους βιαστές «ωραία παιδιά, που δεν έχουν ανάγκη», τους ομαδικούς βιασμούς «ροζ πάρτυ» και δίνοντας άπλετο χρόνο στον κάθε Μπαλάσκα και στις συμβουλές του για το πώς να πάρουν πίσω τη ζωή τους οι επίδοξοι γυναικοκτόνοι. Απέναντι στην αδιαφορία για τις καταγγελίες ενδοοικογενειακής, έμφυλης βίας και την παρακώληση διαδικασιών από τους μπάτσους, το στίγμα και την ψυχοφθόρα δικαστική διαδικασία αλλά και τη συγκάλυψη που προσφέρουν οι δικαστικές αρχές, περιστατικά όπως η βοήθεια μιας άγνωστης σερβιτόρας σε θύμα τράφικινγκ στην Ηλιούπολη τον περασμένο χρόνο, αλλά και η δική μας μικρή καθημερινή εμπειρία, μάς δείχνουν ότι πέραν της άμεσης δράσης, μπορούμε και πρέπει να βασιστούμε η μία στην άλλη.

Οι ταυτότητες που έχουμε είναι πολλές: Γυναίκα, εργαζόμενη, φοιτήτρια, νέα, άνεργη, μετανάστρια, κρατούμενη, ΑΜΕΑ, μητέρα. Και αντίστοιχες είναι οι καταπιέσεις που δεχόμαστε. Θα πρέπει να δούμε αυτές τις καταπιέσεις και ξέχωρα και ως σύνολο. Αν μια γυναίκα εργαζόμενη βιώνει την έμφυλη διάκριση και βία, οι γυναίκες που έχουν εκδιωχθεί στο περιθώριο της κοινωνίας είναι ακόμα πιο εκτεθειμένες απέναντι στη βία στο σώμα και τη ζωή τους. Οι μετανάστριες, που η ζωή τους θεωρείται λαθραία, οι έγκλειστες, που θεωρούνται περιττές και οι ΑΜΕΑ δεν έχουν δικαίωμα να μιλάνε για αυτοδιάθεση. Αναγνωρίζοντας τις πολλαπλές εκφάνσεις της πατριαρχίας που αλληλοεπιδρούν εντός ενός συστήματος που βασίζεται στις εξουσιαστικές σχέσεις και ιεραρχεί το κέρδος πάνω από τις ζωές μας, κατανοούμε ότι η γυναικεία χειραφέτηση μπορεί να επέλθει μόνο μέσω του συνολικού κοινωνικού μετασχηματισμού. Ο αντι-πατριαρχικός αγώνας πρέπει να είναι ένας αγώνας που αφορά τη διάλυση των έμφυλων διακρίσεων και ταυτόχρονα να πάει και χέρι χέρι με τον αγώνα ενάντια στο σύστημα που τις θρέφει και θρέφεται μέσω αυτών. Να συμπεριλάβουμε τον αγώνα ενάντια στην πατριαρχία στον συνολικό αγώνα ενάντια σε κράτος και κεφάλαιο. Να οργανωθούμε στους χώρους εργασίας μας και σε κάθε κοινωνικό πεδίο ενάντια στην εργασιακή εκμετάλλευση και τις έμφυλες και ταξικές διακρίσεις. Να μπούμε στα σωματεία μας και να θέσουμε ως προτεραιότητα και τις δικές μας ανάγκες ως γυναίκες και εργαζόμενες. Να διεκδικήσουμε τη ζωή μας κόντρα στη συνολική υποβάθμιση της ποιότητάς της. Να στήσουμε τα δικά μας δίκτυα αλληλεγγύης και δομές αλληλοβοήθειας ενάντια στην έμφυλη βία και όσους τη συγκαλύπτουν. Να βρεθούμε στους δρόμους του αγώνα για την ταξική απελευθέρωση και τη γυναικεία χειραφέτηση. 

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΑΓΩΝΑΣ ΤΩΝ ΓΥΝΑΙΚΩΝ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΑΣ

ΕΝΕΡΓΗ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ  ΚΑΙ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΗ ΣΤΑ ΣΩΜΑΤΕΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΧΩΡΟΥΣ ΔΟΥΛΕΙΑΣ

ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΕΜΦΥΛΗ ΒΙΑ, ΠΟΤΕ ΚΑΜΙΑ ΜΟΝΗ

ΑΝΤΙ-ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟΣ, ΑΝΤΙ-ΚΡΑΤΙΚΟΣ, ΑΝΤΙ-ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΕΝΑΝ ΚΟΣΜΟ ΙΣΟΤΗΤΑΣ, ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ

Κατάληψη Παλιού Νεκροτομείου (Αλεξ/πολη) | Πέλοτο, στον δρόμο για την αναρχία και τον κουμμουνισμό (Ξάνθη) 

Αναρχική ομάδα «δυσήνιος ίππος» (Πάτρα)| Ταξική Αντεπίθεση, ομάδα αναρχικών & κομμουνιστ(ρι)ων (Αθήνα, Θεσσ/νίκη) 

Αθηνα: Στηριζουμε τις απεργιακες κινητοποιησεις, 13.00, πλατεια κλαυθμωνος. Πορεια, 18.00, πλατεια κλαυθμωνος.
Θεσσαλονίκη: στηρίζουμε τις απεργιακές κινητοποιήσεις 13.00 άγαλμα Βενιζέλου, πορεία 18.00 άγαλμα Βενιζέλου
Πάτρα: 18:00, Πλ.γεωργιου
Αλεξανδρούπολη: 19:00 Αναγνωστηριο