«Ο πόλεμος αποτελεί ένα σημείο καμπής στην παγκόσμια γεωπολιτική τάξη, στις μακροοικονομικές τάσεις και στις αγορές κεφαλαίου»
(Λάρι Φινκ, ιδρυτής της Black Rock)

Στις 7 Απριλίου του 2022 προσερχόμενος στη σύνοδο των υπουργών εξωτερικών του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες ο Ουκρανός ΥΠΕΞ Ντμίτρο Κουλέμπα έκανε μια σαφέστατη δήλωση για το τι ζητάει το Κίεβο από τη Συμμαχία: «Η ατζέντα μου είναι πολύ απλή. Περιλαμβάνει μόνο τρία αντικείμενα: όπλα, όπλα και όπλα. Τα κράτη του NATO φυσικά έσπευσαν να υλοποιήσουν το χατίρι στο χαϊδεμένου τους παιδιού, προσφέροντας απλόχερα τεράστια πακέτα στρατιωτικής βοήθειας που περιλαμβάναν μεταξύ άλλων: το σλοβάκικο σύστημα αεράμυνας S-300, το πυραυλικό σύστημα Javelin, αντιαεροπορικά συστήματα Stringer, τακτικά μη επανδρωμένα εναέρια συστήματα, τεθωρακισμένα Stormer, καλάσνικοφ, αντιαρματικά, πυρομαχικά κλπ. Ήταν, μάλιστα, τέτοιος ο όγκος της στρατιωτικής ενίσχυσης που ώθησε το υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ να δημιουργήσει ένα Κέντρο Ελέγχου στο αρχηγείο της Ευρωπαϊκής Διοίκησης των ΗΠΑ, που βρίσκεται στη Στουτγάρδης της Γερμανίας, με σκοπό τον «εξορθολογισμό της παράδοσης του στρατιωτικού υλικού», καθώς υπάρχουν διάφορες επιφυλάξεις για το ενδεχόμενο ο οπλισμός να πέσει σε «λάθος χέρια». Πρωταθλήτριες σ’ αυτή τη φρενήρη κούρσα εξοπλισμού του καθεστώτος του Κιέβου είναι (όπως ήταν αναμενόμενο) οι ΗΠΑ. Από την έναρξη της ρωσικής ιμπεριαλιστικής εισβολής στην Ουκρανία ο Μπάιντεν έχει ανακοινώσει πακέτο βοήθειας 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων. Η πλουσιοπάροχη στρατιωτική (και όχι μόνο) ενίσχυση του Κιέβου δεν είναι κάτι καινούριο, καθώς από το ξέσπασμα του υβριδικού πραξικοπήματος του Ευρω-μαϊντάν 2014 μέχρι τις παραμονές της ρωσικής εισβολής οι ΗΠΑ έχουν παράσχει στρατιωτική βοήθεια ύψους 2,7 δισεκατομμυρίων. Τα τελευταία χρόνια η Ουκρανία με τη βοήθεια των προστατών της οχυρώθηκε μιλιταριστικά αυξάνοντας τις πολεμικές της δαπάνες της κατά 72%, ενώ πέρσι οι στρατιωτικές δαπάνες έφτασαν στα 5,9 δισ. δολάρια (3,2% του ΑΕΠ).


Φυσικά, μόνο αφελείς θα πίστευαν πως κίνητρο του ΝΑΤΟ είναι η προσήλωσή του στα ανθρωπιστικά ιδεώδη, την ανεξαρτησία της Ουκρανίας, την παγκόσμια ελευθερία και τη δημοκρατία που παίρνουν υλική μορφή στο πρόσωπο του Ζελένσκι (ο οποίος παρεμπιπτόντως είναι και τυπικά δικτάτορας αφού απαγόρευσε τη λειτουργία όσων κομμάτων θεωρεί πως δεν ευθυγραμμίζονται με την πολιτική του). Στην πραγματικότητα, η αντοχή του καθεστώτος Ζελένσκι στον μακροπρόθεσμο χερσαίο πόλεμο (αφού οι ρωσικοί σχεδιασμοί για κεραυνοβόλο πόλεμο πήγαν περίπατο) αποτελεί διαπραγματευτικό χαρτί στα χέρια του ευρωατλαντικού μπλοκ στο πλαίσιο του οξυμένου ανταγωνισμού με τη Ρωσία. Όπως σε ολόκληρο τον πλανήτη, έτσι και στα εδάφη της Ουκρανίας από το 2014 μέχρι σήμερα το χυμένο αίμα, ο θάνατος, η προσφυγιά ξεπουλιούνται στο παζάρι των ανταγωνιστικών συμφερόντων, στο πλαίσιο ενός εν εξελίξει έρποντος παγκοσμίου πολέμου ληστρικού, αρπακτικού και ιμπεριαλιστικού απ’ όλες τις πλευρές. Η ασυμμετρία ισχύος ανάμεσα στις μεγάλες δυνάμεις του καπιταλιστικού-ιμπεριαλιστικού συστήματος δεν μεταβάλει καθόλου αυτόν τον χαρακτήρα του πολέμου.
Η στρατιωτικοποίηση των οικονομιών, η μιλιταριστική οχύρωση των κρατών και η ξέφρενη κούρσα εξοπλισμών αποτελούν τα ορατά σημάδια πως μέρα με τη μέρα τα σύννεφα ενός γενικευμένου σφαγείου για τους λαούς ολοένα και πυκνώνουν. Η ευρωπαϊκή ήπειρος μετατρέπεται για μια φορά ακόμα σε πυριτιδαποθήκη. Σύμφωνα με τον αναλυτή του ιταλικού Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων IAI, Αλεσάντρο Μαρόνε, η ΕΕ αναπροσανατολίζει το «αμυντικό» της δόγμα, καθώς: «Μια σειρά από ιστορικά κατώφλια έχουν ξεπεραστεί τις τελευταίες εβδομάδες. Ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν θα είναι σύντομος, η αύξηση του προϋπολογισμού της Γερμανίας θα έχει τεράστιο αντίκτυπο στη γερμανική και ευρωπαϊκή βιομηχανία. Και οι δαπάνες 500 εκατομμυρίων ευρώ της ΕΕ για όπλα για τον πόλεμο αποτελούν ορόσημο στις σχέσεις με τη Ρωσία».
Ίσως το πιο εμφατικό γεγονός του (ακόμα πιο) επιθετικού αναπροσανατολισμού της ΕΕ είναι οι εξαγγελίες του Γερμανού καγκελάριου Σ0λτς στις 27 Φεβρουαρίου του 2022 για την αναθεώρηση της γερμανικής οστπολιτίκ και την επαναστρατιωτικοποίηση της γερμανικής οικονομίας με ένα εξοπλιστικό πρόγραμμα μαμούθ ύψους 100 δισεκατομμυρίων ευρώ. Ο Σολτς υποσχέθηκε πως η Γερμανία θα υλοποιήσει το πάγιο αίτημα των ΗΠΑ (που για χρόνια αποτελούσε ένα μόνιμο αγκάθι στις σχέσεις των δυο χωρών) για στρατιωτικές δαπάνες άνω του 2% επί του ΑΕΠ. Παράλληλα, σε φάση σχεδιασμού βρίσκεται και η ανάπτυξη νέου μαχητικού αεροσκάφους (FCAS) από Γαλλία και Γερμανία, η αγορά νέων μεταγωγικών ελικοπτέρων και ο εκσυγχρονισμός των αμερικανικών αντιαεροπορικών πυραύλων τύπου Patriot. Φωνές υπάρχουν για επαναφορά της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας και ενίσχυση των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων με 20.000 επιπλέον προσλήψεις καραβανάδων. Σύμφωνα με δηλώσεις κορυφαίων υπουργών της Γερμανίας απώτερος στόχος της κυβέρνησης είναι να αποκτήσει η χώρα «εντός της δεκαετίας, έναν από τους πιο ισχυρούς και καλύτερα εξοπλισμένους στρατούς στην Ευρώπη» που θα αποτελέσει τον στρατιωτικό πυρήνα των νέων μιλιταριστικών δομών της ΕΕ.
Στο πλαίσιο της στρατιωτικοποίησης της Ευρώπης εντάσσεται και η ένταξη της Δανίας στην «αμυντική» πολιτική της ΕΕ (που φυσικά συνοδεύεται από αύξηση των εξοπλιστικών δαπανών) και η εξαγγελία προσχώρησης στο ΝΑΤΟ της Φινλανδίας και της Σουηδίας (και μάλιστα χωρίς δημοψηφίσματα). Άλλωστε, η Φιλανδία που η θέση της είναι στρατηγική στο πλαίσιο του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού ΕΕ – Ρωσίας, έχει υπογράψει συμφωνία με την Lockheed Martin για παραλαβή μέχρι το 2030 64 πολεμικών αεροσκαφών F-35A Lightning II. Και κάπως έτσι ο διάλογος για «φιλανδοποίηση» της Ουκρανίας μετατρέπεται σε διάλογο για «ουκρανοποίηση» της Φιλανδίας…
Από την κούρσα των εξοπλισμών δεν λείπει και το ελληνικό κράτος, με τη δαπανηρή αγορά Rafale και φρεγατών Belharra, την αναβάθμιση 83 αεροσκαφών F-16 σε Viper, το σχεδιασμό για αγορά κορβέτων για το Πολεμικό Ναυτικό και τις πρωτοβουλίες για τον εκσυγχρονισμό και την αναβάθμιση και των τριών κλάδων των ενόπλων δυνάμεων. Το ελληνικό κράτος συμμετέχει στην υλοποίηση στρατιωτικών προγραμμάτων στο πλαίσιο της Μόνιμης Διαρθρωμένης Συνεργασίας της ΕΕ (PESCO), ενώ επιχειρηματικοί όμιλοι έχουν παρουσία σε «αμυντικά» προγράμματα που χρηματοδοτούνται από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Άμυνας. Επίσης, στην (κατά τ’ άλλα «αμυνόμενη») Ελλάδα παράγονται βόμβες διασποράς (GRM49 και GRM20) και εισάγονται ανάλογες βόμβες από ΗΠΑ, Γερμανία και Γαλλία. Αξίζει να σημειωθεί πως η Ελλάδα ανήκει στο γκρουπ των κρατών (μαζί με τις ΗΠΑ, τη Ρωσία και την Ουκρανία) που αρνούνται να υπογράψουν τη Σύμβαση για τα Πυρομαχικά Διασποράς. Μακροχρόνιος (αλλά δύσκολος) διακηρυγμένος σκοπός είναι η Ελλάδα να πάψει να είναι απλός πελάτης οπλικών συστημάτων και να ενταχθεί στα προγράμματα για την ανάπτυξη οπλικών συστημάτων που σχεδιάζουν ΕΕ και ΗΠΑ. Βεβαίως, η γλαφυρή απάντηση του τουρκικού εθνικισμού σ’ αυτές τις φιλοδοξίες του ελληνικού εθνικισμού ήρθε δια στόματος του στρατιωτικού αναλυτή Εράι Γκιουτσλουέρ :«Η Ελλάδα στους εξοπλισμούς, αν δεν φάει, δεν πιει και δεν κοιμηθεί και δεν δουλέψουμε καθόλου εμείς, τότε μπορεί σε 30 χρόνια να μας φτάσει»…
Όσον αφορά τη στρατιωτικοποίηση της Ευρώπης, αξίζει να αναφερθούμε και στο νέο υποψήφιο σημείο ανάφλεξης του πολέμου (για μια φορά ακόμα) στα Βαλκάνια, όπου τα ανοιχτά μέτωπα είναι πολλά. Ενδεικτική είναι η κούρσα εξοπλισμών της Σερβίας. Στις 12 Απριλίου του 2022 έξι γιγαντιαία μεταγωγικά αεροσκάφη από την Κίνα «ξεφόρτωσαν» στο αεροδρόμιο Νίκολα Τέσλα του Βελιγραδίου ολοκληρωμένα συστήματα πυραυλικής αεράμυνας (HQ-22). Ταυτόχρονα η Σερβία εκτός από ρωσικά όπλα αγοράζει γαλλικά άεροσκάφη Rafale και πυραύλους Mistral, τουρκικά drones Bayraktar και κινεζικά drones Pterodactyl-1.
Σε παγκόσμιο επίπεδο η φρενήρης κούρσα εξοπλισμών αποτυπώνεται στην έκθεση του Διεθνούς Ινστιτούτου Ερευνών της Στοκχόλμης για την Ειρήνη (SIPRI) για το 2021, που παρατηρεί νέα σημαντική αύξηση των «αμυντικών» δαπανών σε ολόκληρο τον πλανήτη. Παγκοσμίως, πάνω από 2,1 τρισεκατομμύρια δολάρια ξοδεύτηκαν το 2021 (πριν το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία) για να γεμίσουν τις τσέπες των πολεμικών βιομηχανιών. Το 62% των δαπανών αφορούν μια χούφτα κρατών (ΗΠΑ, Κίνα, Ρωσία, Βρετανία και Ινδία), ενώ το ήμισυ των εξοπλισμών γίνονται από τις χώρες του ΝΑΤΟ. Οι ΗΠΑ είναι πρωταθλήτριες στον μιλιταριστικό μαραθώνιο ξοδεύοντας 800 εκ. Δολάρια (το 38% του παγκόσμιου μεριδίου). Ακολουθεί η Κίνα με 293 εκ, αυξάνοντας για 27η συνεχόμενη χρονιά τις στρατιωτικές της δαπάνες, εκσυγχρονίζοντας παράλληλα τις υποδομές της με σκοπό να αμφισβητήσει σταδιακά το στρατηγικό τεχνολογικό πλεονέκτημα των ΗΠΑ. Από την πλευρά της η Ρωσία δαπάνησε 65,9 δισ. δολάρια (4,1% του ΑΕΠ). Αξιοσημείωτη είναι και η αύξηση των στρατιωτικών δαπανών της Ιαπωνίας κατά 6,75 δισ., ο εξοπλισμός της Νότιας Κορέας, η αγορά πυραυλοκίνητων υποβρυχίων από την Αυστραλία με εκτιμώμενο κόστος έως και 128 δισεκατομμύρια δολάρια (στο πλαίσιο της συμφωνίας AUKUS και του σχεδιασμού περικύκλωσης της Κίνας) και η στρατιωτική ενίσχυση της Ταϊβάν από τις ΗΠΑ (που οξύνει τον σινο-αμερικάνικο ανταγωνισμό, με την Κίνα να απειλεί πως θα λάβει «αποφασιστικά μέτρα» σε περίπτωση βαθύτερης εμπλοκής των ΗΠΑ). Στις κινήσεις αυτές η Κίνα απαντάει χτίζοντας δικές της συμμαχίες, όπως έγινε με τη συμφωνία που υπέγραψε με τα νησιά Σολομώντα που δημιουργεί συνθήκες μόνιμης στρατιωτικής παρουσίας σ’ αυτό το στρατηγικό σημείο του Ειρηνικού. Μεγαλύτεροι εξαγωγείς όπλων είναι οι ΗΠΑ (37% του παγκόσμιου μεριδίου) και η Ρωσία (20%). Ακολουθούν Γαλλία, Γερμανία, Κίνα, Βρετανία και Ισπανία. Μεγαλύτεροι εισαγωγείς όπλων είναι η Σαουδική Αραβία, η Ινδία, η Αίγυπτος και η Αυστραλία.
Στην έκθεσή του το SIPRI κάνει λόγο και για την κλιμακούμενη πυρηνική απειλή, με τις δυο μεγάλες πυρηνικές δυνάμεις (ΗΠΑ και Ρωσία, που κατέχουν μαζί το 90% των πυρηνικών κεφαλών) να προσαρμόζουν τα πυρηνικά τους δόγματα προς πιο επιθετικές κατευθύνσεις. Μεγαλύτερη πυρηνική δύναμη σε απόλυτους αριθμούς είναι η Ρωσία, η οποία κατέχει πάνω από 6.000 πυρηνικές κεφαλές. Πλεονέκτημα της Μόσχας είναι η κατοχή μεγάλου πλήθους τακτικών πυρηνικών όπλων που μπορεί να χρησιμοποιήσει άμεσα, όπως και ισχυρότατων συμβατικών όπλων (όπως η «υπερβόμβα» Fab-300, η θερμοβαρική βόμβα κλπ). Οι ΗΠΑ κατέχουν περίπου 5.500 πυρηνικές κεφαλές και αυξάνουν διαρκώς τις δαπάνες του στρατιωτικού προϋπολογισμού σχετικά με τον εκσυγχρονισμό του πυρηνικού τους οπλοστασίου. Τα τελευταία χρόνια οι ΗΠΑ ακολουθούν στην πυρηνική τους πολιτική το επιθετικό δόγμα του «πρώτου προληπτικού πλήγματος», που συνδυάζεται με το παραδοσιακό δόγμα της «αμοιβαίας εξασφαλισμένης καταστροφής», όρος επινοημένος στις αρχές της δεκαετίας του 1960 από τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Ρόμπερτ ΜακΝαμάρα. Τις δυο πυρηνικές υπερδυνάμεις ακολουθούν με μεγάλη διαφορά η Κίνα, η Γαλλία, η Βρετανία, το Πακιστάν, η Ινδία, το Ισραήλ και η Β. Κορέα. Η Κίνα αν και κατέχει σχετικά μικρό αριθμό πυρηνικών κεφαλών επεκτείνεται ταχύτατα και σ’ αυτόν τον τομέα, καθώς σύμφωνα με μια έκθεση του αμερικανικού Πενταγώνου αναμένεται να αυξήσει τις πυρηνικές της βόμβες σε 1000 ως το 2030, από 350 που είναι σήμερα. Ας μην ξεχνάμε πως σ’ αυτό το επικίνδυνο περιβάλλον δεν λείπουν και οι φωνές του ελληνικού εθνικισμού που θεωρούν πως η «φιλοξενία» αμερικανικών πυρηνικών κεφαλών στο ελληνικό έδαφος αποτελεί «παράθυρο ευκαιρίας» για την αναβάθμιση του γεωστρατηγικού ρόλου της Ελλάδας.
Η κούρσα εξοπλισμών που περιεγράφηκε πιο πάνω μόνο τυχαία δεν είναι. Αντανακλά την όξυνση των αστικών και ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών, την πολεμική προπαρασκευή των κρατών, την κατασταλτική τους οχύρωση ενάντια στον «εσωτερικό εχθρό» και τη μιλιταριστική οχύρωση ενάντια στον «εξωτερικό εχθρό». Η ιστορία μας διδάσκει πως ο πόλεμος είναι η συνέχιση της ληστρικής εκμετάλλευσης με άλλα μέσα. Το χτίσιμο ενός δυναμικού αντιπολεμικού κινήματος (απέναντι στον απονευρωμένο αστικό ειρηνισμό) είναι μονόδρομος για να σταθεί ανάχωμα στην ιμπεριαλιστική λεηλασία και να προετοιμάσει το δρόμο για τον εμφύλιο ταξικό πόλεμο, την κοινωνική επανάσταση που θα βάλει τέρμα στην αλληλοσφαγή των λαών για των αφεντάδων τους το φαΐ.

Πολύκαρπος Γ.

πηγή