Φωτ. shutterstock
Την περασμένη Πέμπτη στις 9 Ιουνίου, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανακοίνωσε μετά το πέρας της συνεδρίασής της για τον καθορισμό της νομισματικής της πολιτικής, ότι τον ερχόμενο Ιούλιο θα αυξήσει τα επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης. Κάτι που σημαίνει ότι το βασικό της επιτόκιο αυτό της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων από το -0,50% θα διαμορφωθεί στο -0,25%.
Οι κεντρικές τράπεζες και τα οικονομικά επιτελεία των κυβερνήσεων ανά τον κόσμο έχουν επικεντρωθεί σε έναν και μόνο στόχο: τη χαλιναγώγηση του πληθωρισμού, του οποίου η ανοδική πορεία μοιάζει να είναι δίχως όρια.
Με τον πληθωρισμό να έχει καταγράψει νέο ιστορικό υψηλό ρεκόρ στην Ευρωζώνη τον Μάιο διαμορφούμενος στο 8,1%, η ΕΚΤ έχει ήδη από καιρό προαναγγείλει ότι έχει έρθει η ώρα η υπέρμετρα χαλαρή νομισματική της πολιτική να λάβει τέλος.
Στο πλαίσιο αυτό μετά από περισσότερα από επτά συνολικά έτη κλείνει ένας μεγάλος κύκλος των αγορών ομολόγων (το επονομαζόμενο QE ή αλλιώς ποσοτική χαλάρωση) την 1η Ιουλίου και παράλληλα στον ίδιο μήνα θα αυξηθούν τα επιτόκια.
Η κίνηση αυτή έχει διττή σημασία: από τη μία συνιστά την πρώτη αύξηση επιτοκίων από τις 13 Απριλίου του 2011 και αν επιβεβαιωθούν οι εξαγγελίες των υπευθύνων χάραξης πολιτικής της ΕΚΤ, το 2022 (πιθανόν και τον Σεπτέμβριο όπως άφησε να εννοηθεί η επικεφαλής της, Κριστίν Λαγκάρντ) θα σηματοδοτήσει και το τέλος των αρνητικών επιτοκίων μετά από οκτώ χρόνια (στις 11 Ιουνίου του 2014 μειώθηκε το βασικό επιτόκιο στο -0,10%).
Στο παρελθόν φυσικά και η ΕΚΤ έχει αυξήσει τα επιτόκια πολλές φορές, ωστόσο έχει σημασία να εξετάσει κάποιος τι έχει ακολουθήσει τις αυξήσεις αυτές σε κάποιες περιπτώσεις.
Το «ντεμπούτο» των επιτοκίων και η φούσκα του «dot.com»
Στην τελική ευθεία για το πέρασμα στον 21ο αιώνα, την 1η Ιανουαρίου του 1999 εισάγεται (ακόμη σε άυλη μορφή) το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα, το ευρώ. Μαζί με αυτό κάνουν την εμφάνισή τους τα επιτόκια της ΕΚΤ, τα οποία είχαν διαμορφωθεί ως εξής: 2% το επιτόκιο διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων, 3% της πράξης κύριας αναχρηματοδότησης και 4,5% της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης.
Είναι η εποχή στην οποία στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού τους επενδυτές «σαγηνεύουν» οι μετοχές νεοεμφανιζόμενων εταιρειών, όπως οι Amazon, eBay, PayPal. Είναι το «next big thing», οι επενδυτές συρρέουν να αγοράσουν μετοχές, έως ότου συνειδητοποιήσουν ότι είναι η επόμενη μεγάλη «φούσκα» στη Wall Street, καθώς η αποτίμησή τους δεν ανταποκρινόταν σε καμιά περίπτωση στην πραγματική τους αξία. Η «φούσκα» έσκασε και ο θόρυβος ακούσθηκε σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου.
Η ΕΚΤ τον Οκτώβριο του 2000 αυξάνει το επιτόκιό της στο 3,75%, επίπεδο σχεδόν διπλάσιο από το 2% του αρχικού του καθορισμού. Διατηρείται σε αυτό το επίπεδο έως τον Μάιο του 2001. Σε κάτι περισσότερο από ένα χρόνο, τον Ιούνιο του επόμενου έτους το ορίζει σε ιστορικό χαμηλό (εκείνη την εποχή), στο 1% κι εκεί θα μείνει έως τα τέλη του 2005 και συγκεκριμένα τον Δεκέμβριο, όταν το ανεβάζει στο 1,25% και συγχρόνως ανοίγει έναν νέο ανοδικό κύκλο. Θα φθάσει τον Ιούλιο του 2008 στο 3,25%. Η χρηματοπιστωτική κρίση του διαστήματος 2007/09 είχε ήδη κάνει την εμφάνισή της.
Η κρίση του 2007/09
Τα αντακλαστικά της ΕΚΤ είναι αργά. Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ έχει ήδη μειώσει τα επιτόκιά της (άλλωστε τα δικά της ενυπόθηκα δάνεια χαμηλής εξασφάλισης ήταν η γενεσιουργός αιτία της κρίσης), κάτι που η ΕΚΤ το έκανε μετά από ένα χρόνο αφότου ξέσπασε η κρίση (μια συνήθεια που παραδοσιακά ισχύει με το ανώτατο ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό ίδρυμα να αντιδράει κατόπιν της Fed).
Από τον Ιούλιο του 2008 και το 3,25% τον Απρίλιο του 2009 το βασικό επιτόκιο έχει διαμορφωθεί σε νέο ιστορικό στο 0,25%. Δύο χρόνια αργότερα τον Απρίλιο του 2011 από το 0,25% το επιτόκιο αυξάνεται στο 0,50% και Ιούλιο του ίδιου έτους στο 0,75%. Ήταν η τελευταία αύξηση επιτοκίων. Η κρίση του δημόσιου χρέους στην Ευρωζώνη έμοιαζε με μια μαύρη τρύπα. Μια κρίση που απείλησε ακόμη και την ύπαρξη του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος, του ευρώ.
Η κρίση χρέους της Ευρωζώνης και το «Whatever it takes»
Έχοντας εισέλθει στη δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα, οι ευρωπαϊκές οικονομίες είναι ακόμη «ζαλισμένες» από τη χρηματοπιστωτική κρίση. Ο πληθωρισμός έχει «κάτσει» επίμονα στο 3% από τον Σεπτέμβριου έως τον Δεκέμβριο του 2011.
Εκείνη τη χρονιά κάνουν την εμφάνισή τους όλο και συχνότερα αναφορές ότι οι πολυεθνικές και τα επενδυτικά funds μετακινούν τα κεφάλαιά τους από τις τράπεζες της Ευρωζώνης, προς εκείνες των ΗΠΑ και της Βρετανίας, καθώς η Ευρωζώνη θεωρείται πλέον ένα οικονομικό περιβάλλον «υψηλού ρίσκου».
Αποτέλεσμα, η ρευστότητα να περιορισθεί και η επονομαζόμενη κρίση χρέους στη ζώνη του ευρώ να διογκωθεί.
Ήταν αυτή η κατάσταση που στις 26 Ιουλίου του 2012 ο τότε επικεφαλής της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι από το βήμα συνεδρίου στο Λονδίνο, σε ερώτηση τι είναι διατεθειμένος να κάνει για να διασώσει το ευρώ αναφώνησε κάτι που έμελλε να μείνει στην ιστορία: «Οτιδήποτε χρειασθεί» (Whatever it takes).https://www.youtube.com/embed/tB2CM2ngpQg
Τον Ιούλιο του 2012 η ΕΚΤ υιοθετεί για πρώτη φορά το μηδενικό επιτόκιο.
Τον Ιούνιο του 2014 περνάει το βασικό της επιτόκιο σε αρνητικό έδαφος για πρώτη φορά (και έχει μείνει εκεί -σε αρνητικό έδαφος- έως σήμερα), στο -0,10%.
Το πρόβλημα πλέον έγκειται αλλού: ο πληθωρισμός έχει βαλτώσει. Από τον Δεκέμβριο του 2013 έως τον ίδιο μήνα του 2017 δεν έχει καταφέρει να αγγίξει το 1%.
Ο επίσημος στόχος της ΕΚΤ είναι για πληθωρισμό λίγο χαμηλότερα του 2%. Έρχεται για κάποιο διάστημα του 2018, ωστόσο στη συνέχεια κατεβάζει ταχύτητα. Τον Σεπτέμβριο του 2019 η ΕΚΤ μειώνει το επιτόκιό της στο -0,50%. Εκείνο τον μήνα ο πληθωρισμός έτρεξε με ρυθμό 0,8%. Σε λίγους μήνες αυτό που χτύπησε τον κόσμο (η πανδημία) δεν άφησε περιθώριο ούτε να σκεφτούν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής της ΕΚΤ για κάποια αύξηση των επιτοκίων.
Τα συμπεράσματα
Το «τρία στα τρία», δηλαδή όταν η ΕΚΤ αποφάσιζε να αλλάξει πλεύση, να αυξάνει τα επιτόκια και να επακολουθεί ύφεση, είναι ένα δυσοίωνο ποσοστό.
Η εντολή κάθε κεντρικής τράπεζας είναι να διασφαλίζει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Οι οικονομίες κάνουν κύκλους και το μοτίβο είναι συγκεκριμένο: της οικονομικής ακμής έπεται οικονομική παρακμή και τούμπαλιν.
Είναι δεδομένο ότι η ΕΚΤ όταν χρειάσθηκε επιστράτευσε τα διαθέσιμα εργαλεία της (δεν πρέπει να λησμονούνται τα δύο προγράμματα αγορών ομολόγων 2,6 τρισ. ευρώ το 2015 και 1,8 τρισ. ευρώ στην πανδημία).
Ασφαλή συμπεράσματα για το αν ο νέος κύκλος αύξησης των επιτοκίων θα επιφέρει νέα οικονομική κρίση είναι παρακινδυνευμένο να ειπωθούν.
Το Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο (IIF) φρόντισε ήδη να προειδοποιήσει ότι η αύξηση των επιτοκίων και η ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ ενδέχεται να πυροδοτήσουν μια νέα κρίση χρέους, επισημαίνοντας ότι η στροφή στη ρητορική της ΕΚΤ έχει προκαλέσει σταθερή αύξηση στα spreads της περιφέρειας, με την Ιταλία και την Ελλάδα να οδηγούν την τάση.
Σίγουρα η πανδημία, ο πόλεμος στην Ουκρανία, η ενεργειακή κρίση και ο ιπτάμενος πληθωρισμός δεν αποτελούν τους καλύτερους συμμάχους για την παγκόσμια, αλλά και εν προκειμένω για την οικονομία της Ευρωζώνης.
πηγή: moneyreview.gr