[…] Σήμερα 14 χρόνια μετά, αντλώντας διδάγματα από την ιστορική μας διαδρομή πρέπει να τιμήσουμε τον Αλέξη Γρηγορόπουλο. Να τιμήσουμε την εξέγερση και να περιφρουρήσουμε τα νοήματά της. Ειδικά, σε μια περίοδο ταξικής και κινηματικής υποχώρησης και πρωτοφανούς παράλληλα έντασης της επίθεσης κράτους και κεφαλαίου πρέπει να οργανώσουμε τις δυνάμεις μας. Αναρχικοί/ες και κομμουνιστές/τριες μαζί να βρεθούμε σε κάθε κοινωνικό και εργασιακό χώρο, δίπλα στις πραγματικές ανάγκες και αγωνίες της νεολαίας, του προλεταριάτου, της κοινωνίας ενάντια στην κρατική καταστολή, τη φτώχεια, την ταξική υποτίμηση, τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, τον κοινωνικό εκφασισμό, την πατριαρχία. Στην οργάνωση και την προετοιμασία ενός ρεαλιστικού εξεγερτικού -επαναστατικού σχεδίου, του μοναδικά ικανού εν τέλει παράγοντα για τη τη νίκη και των επιμέρους αγώνων.
Σήμερα, 14 χρόνια μετά τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου , και με το αίμα ακόμα ζεστό από το βαρύτατο τραυματισμό στο κεφάλι 16 χρονου Ρομά από πυρά μπάτσων στη Θεσσαλονίκη, όσο και από το θάνατο 12χρονου μαθητή στις Σέρρες σε δημόσιο σχολείο εξαιτίας της διάλυσης των υποδομών του, σήμερα που καταφανώς εγκαθιδρύεται ένα ασφυκτικό καθεστώς κρατικού ολοκληρωτισμού και στυγνής ταξικής εκμετάλλευσης, δεν μπορούμε παρά να βρεθούμε στις 6 Δεκεμβρίου με διάθεση σύγκρουσης και εξέγερσης στο δρόμο.
Στις 4μμ στη γειτονιά από όπου ξεκίνησε η Εξέγερση, τα υπό αστυνομική κατοχή Εξάρχεια, στη συμβολή των οδών Μπενάκη και Βαλτετσίου για να σπάσουμε τον αποκλεισμό της γειτονίας που επιβάλλει ο αστυνομικός στρατός Κατοχής
Στις 6μμ στη Διαδήλωση Μνήμης και Εξέγερσης στα Προπύλαια
Στις 9μμ στο σημείο-μνημείο της δολοφονίας του αναρχικού μαθητή Αλέξη Γρηγορόπουλου
Aακολουθεί το κείμενο (απόσπασμα) της εισήγησης της πολιτικής εκδήλωσης για την Εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008 που πραγματοποιήθηκε με τη συμμετοχή πολλών συντρόφων και συντροφισσών στον πολιτικό χώρο της Ταξικής Αντεπίθεσης την Πέμπτη 1η Δεκεμβρίου.
«Η εξέγερση του Δεκέμβρη άφησε πίσω της γκρεμίσματα. Εκείνες τις μέρες οι διαχωρισμοί, τα ψέματα και οι στρατοί του κεφαλαίου δεν μπορούσαν να σταθούν στα πόδια τους. Για τρεις εβδομάδες, κατέρρευσε κάθε ψευδαίσθηση κοινωνικής ειρήνης. Η συναίνεση αποδείχτηκε ακόμα ένας μύθος και η κοινωνική νομιμοποίηση του καθεστώτος δέχτηκε βαριά πλήγματα. Η λαϊκή αντι-βια έγινε πολύτιμο βίωμα χιλιάδων εξεγερμένων, το κρατικό μονοπώλιο στη βία έσπασε. Η μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία στάθηκε δίπλα στους εξεγερμένους, έστω και παθητικά. Ένα ετερόκλητο πλήθος κόσμου από τις γραμμές των καταπιεσμένων συναντήθηκε στους δρόμους της εξέγερσης. Μέσα από τη σύγκρουση με το κράτους και τους μηχανισμούς εξουσίας, μαθητές, φοιτητές, εργάτες, γυναίκες, ντόπιοι και μετανάστες κατάργησαν στην πράξη τους μεταξύ τους διαχωρισμούς, και μετατράπηκαν σε ένα νέο υποκείμενο, αφηρημένο μεν, αλλά απόλυτα πραγματικό, σε εξεγερμένους. Η συντροφικότητα και η αλληλεγγύη συγκρότησε, απροσδόκητα, μια νέα ποιότητα κοινωνικότητας και σχέσεων. Ένα υλικό αντι-παράδειγμα ενός νέου κόσμου, ενάντια στην ιδιώτευση και τον κοινωνικό κανιβαλισμό, που μπορεί και πρέπει να ανατείλει. Το “τέλος της ιστορίας” μετρήθηκε στα οδοφράγματα και βρέθηκε λειψό. Αν “οι εξεγέρσεις δεν είναι ουτοπία”, ποιος μπορεί να υποστηρίξει ότι η κοινωνική επανάσταση αποτελεί μονάχα αντικείμενο μελέτης ενός μακρινού παρελθόντος; Η προοπτική νίκης σάρωσε τις μεταμοντέρνες και νεοφιλελεύθερες ιδεολογίες της ήττας. Ο κόσμος του αγώνα, αλλά και πλατιά κοινωνικά κομμάτια, οπλίστηκαν με δύναμη, ελπίδα και αυτοπεποίθηση. Το όραμα ενός κόσμου απαλλαγμένου από τα δεσμά της εκμετάλλευσης και της φτώχειας επανέρχεται δυναμικά στις συζητήσεις και τα σχέδια. Στην πράξη αποδείχθηκε ότι τα πάντα βρίσκονται σε μια σταθερή και μόνιμη διεργασία αλλαγής, κίνησης και ανάπτυξης, ότι το ξέσπασμα εξεγέρσεων -ακόμα και μέσα στην καρδιά της ΕΕ και σε μια εποχή όπου όλα φαινόντουσαν να κινούνται μέσα σε προκαθορισμένα πλαίσια- αποτελεί ιστορική νομοτέλεια, αφού η διαρκής πάλη των τάξεων μέσα στην κοινωνία συνιστά την εσωτερική ώθηση της κίνησης και της εξέλιξης. Και αυτό είναι, σίγουρα, το μεγαλύτερο επίτευγμα του Δεκέμβρη» [Χρήστος Πολίτης- Εισήγηση Ταξικής Αντεπίθεσης Δεκέμβρης 2017]
Η εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008 αποτελεί τη μεγαλύτερη κοινωνική εξέγερση που έχει έχει πραγματοποιηθεί στη χώρα μετά το 1973. Εισέβαλε με βία στην ιστορία και καθόρισε τη σύγχρονη Ελλάδα, φέρνοντας με εκρηκτικό τρόπο στην επιφάνεια όλες τις αντιφάσεις, τις αντιθέσεις και τα αδιέξοδα του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού. Ακριβώς για αυτό δεν αποτέλεσε το προγραμματισμένο ραντεβού ενός πολιτικού χώρου, αλλά είχε όλα τα χαρακτηριστικά της αυθόρμητης και αυτόνομης κοινωνικής κίνησης, η οποία συμπύκνωσε, με τρόπο αστάθμητο και ταυτόχρονα μοναδικό, την αντίδραση στις ποικιλώνυμες ταξικές επιβολές εναντίον της νεολαίας, του προλεταριάτου, της κοινωνίας .
Αυτό δεν αναιρεί την επιρροή και το ρόλο των οργανωμένων πολιτικών κομματιών είτε πριν το ξέσπασμα της εξέγερσης, είτε κατά τη διάρκεια της. Τα πολιτικά χαρακτηριστικά του αναρχικού κινήματος, που είχε την βασική πολιτική πρωτοβουλία τον Δεκέμβρη του 2008, δεν θα μπορούσαν να μην επηρεάσουν το εύρος, τη δυναμική και τα αποτελέσματα του Δεκέμβρη.
Η ενεργή συμμετοχή των αναρχικών, ειδικά, τη δεκαετία 1998-2008 σε σημαντικές κοινωνικές και ταξικές μάχες (αντιφασιστικοί αγώνες, μαθητικά, εξεταστικά 1998, συλλήψεις 17Ν το 2002, απεργία σωματείου βάσης στη pizza hut το 2003, αντιπολεμικές κινητοποιήσεις, σύνοδος κορυφής της ΕΕ στη Θεσσαλονίκη και κίνημα αλληλεγγύης στους 7 το 2003, σαμποτάζ συστημάτων επιτήρησης, φοιτητικές κινητοποιήσεις 2006-2007, μαζική απεργία πείνας στις ελληνικές φυλακές το 2008, κλπ) βάθυνε τη σύνδεση τους με την επαναστατική πολιτική. Τα γρήγορα αντανακλαστικά του κινήματος και η ζωντάνια του, η αυτοθυσία του, η σταθερή σύγκρουση με τον ρεφορμισμό και η μαχητικότητα του είχαν σαν αποτέλεσμα να αποκτήσει πλέον συσσωρευμένη εμπειρία στις πρακτικές άμεσης δράσης, μαζικότητα, σταθερή παρουσία σε αρκετές πόλεις και σημαντική πρωτοβουλία κινήσεων. Η έμπρακτη προπαγάνδα και η δράση του (με στόχο Αστυνομικά Τμήματα, τράπεζες, εφορίες, κομματικά γραφεία, κάμερες κλπ) τα προηγούμενα χρόνια της εξέγερσης είχε καταδείξει, δυναμικά, τους υπεύθυνους της εκμετάλλευσης και της αδικίας.
Ο αφορμαλισμός, παρά τη συνεισφορά του έδειξε σαφώς και τα όρια του το 2008. Δεν υπήρξε ενότητα και συγκέντρωση δυνάμεων, δοκιμάστηκαν διαφορετικοί, αποκομμένοι και ανεξάρτητοι μεταξύ τους σχεδιασμοί, με αποτέλεσμα όλος εκείνος ο πρωτόγνωρος πλούτος των πρακτικών να μην συγκλίνουν στο ίδιο σημείο, να μην εξυπηρετούν ένα κοινό και συνολικό σχέδιο. Άρα και να μην μπορούν να διεκδικήσουν τα μεγαλύτερα δυνατά πολιτικά αποτελέσματα. Φυσικά δεν απαξιώνουμε την αξία της πολύμορφης δράσης του 2008, γιατί έτσι θα απαξιώναμε την ίδια την αξία της εξέγερσης. Xρέος μας όμως σήμερα είναι να κατανοήσουμε γιατί αυτός ο πλούτος των πρακτικών (από τις συγκεντρώσεις και τις διαδηλώσεις μέχρι τη συνεχή παραγωγή εντύπων, αφισών και εκπομπών σε κινηματικά ραδιόφωνα, από τις συγκρούσεις και τις οδομαχίες μέχρι τις εμπρηστικές και ένοπλες επιθέσεις, από τα κατειλημμένα κέντρα αγώνα μέχρι τις παρεμβάσεις στα τηλεφωνικά κέντρα του ΟΤΕ και από τα σαμποτάζ των ακυρωτικών μηχανημάτων στο ΜΕΤΡΟ και τον ΗΣΑΠ μέχρι την απαλλοτρίωση των super market) δεν αξιοποιήθηκε πολιτικά στο βαθμό που θα μπορούσε και θα όφειλε.
Έλειψαν όμως και τα κατάλληλα αναλυτικά εργαλεία που θα μας βοηθούσαν να κατανοήσουμε την πολυπλοκότητα, τον αντικειμενικό νομοτελειακό χαρακτήρα και τη διαλεκτική της εξέγερσης. Έλειψαν και τα αναλυτικά εργαλεία για τη σχέση των επαναστατικών δυνάμεων, των ταξικών αγώνων και των κοινωνικών κινημάτων. Σίγουρα η εμπειρία του Δεκέμβρη, δεν απολογίστηκε και δεν αξιοποιήθηκε όσο θα μπορούσε. Περισσότερο λειτούργησε σαν μια φυσική δικαίωση όσων λέγαμε και όσων κάναμε μέχρι τότε, παρά σαν την αναγνώριση των ορίων της δράσης μας. Έτσι, λίγα χρόνια μετά, στις αντιμνημονιακές ταραχές του 2010-2012 δεν μπορέσαμε, παρότι ο σπόρος της Εξέγερσης του Δεκέμβρη ήταν φανερός σε όλη την γκάμα των πολιτικών και κινηματικών πρακτικών της περιόδου – να εκμεταλλευτούμε προς όφελος της επαναστατικής διαδικασίας και των λαϊκών συμφερόντων τις “αντικειμενικές συνθήκες” που είχαν διαμορφώσει η καπιταλιστική κρίση και οι μνημονιακές πολιτικές.
[…] Σήμερα 14 χρόνια μετά, αντλώντας διδάγματα από την ιστορική μας διαδρομή πρέπει να τιμήσουμε τον Αλέξη Γρηγορόπουλο. Να τιμήσουμε την εξέγερση και να περιφρουρήσουμε τα νοήματά της. Ειδικά, σε μια περίοδο ταξικής και κινηματικής υποχώρησης και πρωτοφανούς παράλληλα έντασης της επίθεσης κράτους και κεφαλαίου πρέπει να οργανώσουμε τις δυνάμεις μας. Αναρχικοί/ες και κομμουνιστές/τριες μαζί να βρεθούμε σε κάθε κοινωνικό και εργασιακό χώρο, δίπλα στις πραγματικές ανάγκες και αγωνίες της νεολαίας, του προλεταριάτου, της κοινωνίας ενάντια στην κρατική καταστολή, τη φτώχεια, την ταξική υποτίμηση, τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, τον κοινωνικό εκφασισμό, την πατριαρχία. Στην οργάνωση και την προετοιμασία ενός ρεαλιστικού εξεγερτικού -επαναστατικού σχεδίου, του μοναδικά ικανού εν τέλει παράγοντα για τη τη νίκη και των επιμέρους αγώνων.