Στις 20 Αυγούστου με πανηγυρικό διάγγελμα, ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε το τέλος της «Ενισχυμένης Ευρωπαϊκής Εποπτείας» και την αυγή μιας «νέας μεταμνημονιακής εποχής ανάπτυξης και ευημερίας για όλους». Ασφαλώς δεν είναι η πρώτη φορά που το αστικό πολιτικό προσωπικό κηρύσσει το «τέλος των Μνημονίων». Τέσσερα καλοκαίρια πριν, τον Αύγουστο του 2018, ο τότε πρωθυπουργός Τσίπρας είχε εξαγγείλει με στόμφο από την Ιθάκη την «απεμπλοκή από τη μνημονιακή επιτροπεία», ενώ ακόμα και η πιο ultra μνημονιακή κυβέρνηση, αυτή των Σαμαρά- Βενιζέλου, δεν είχε διστάσει το μακρινό φθινόπωρο του 2014 να θεωρήσει τη χώρα «σε τροχιά εξόδου από τα μνημόνια»!
Προβαλλόμενο ως το τέλος της κρίσης και ως το αποτέλεσμα της επιτυχούς διαχείρισης της, το «τέλος των Μνημονίων» έχει καταστεί για τον εγχώριο αστισμό η μετωνυμία μιας νέας ηγεμονικής αφήγησης, η αφετηρία μιας νέας φάσης ανάπτυξης που θα αποκαταστήσει «τις αδικίες και τις στρεβλώσεις που προκάλεσε η ανωμαλία της μνημονιακής εποχής».
Σε πείσμα ωστόσο των κυβερνητικών εξαγγελιών, η πραγματικότητα είναι αδυσώπητη και συντρίβει όλους τους μύθους και τις εξαγγελίες της αστικής τάξης και των εκπρόσωπων της, κάνοντας τις, εκτός από εξόχως προκλητικές να φαντάζουν και γελοίες.
Καταρχήν όλοι οι μηχανισμοί επιτήρησης που είχαν συγκροτήσει ΕΕ και ΕΚΤ, και τους οποίους είχε αποδεχτεί ασμένως το ελληνικό κράτος στο πλαίσιο των αποικιοκρατικών δανειακών συμβάσεων που υπέγραψε για να αποφύγει την «άτακτη χρεοκοπία», παραμένουν σε ισχύ. Οι συμβάσεις αυτές απαιτούν ρητά αυστηρή επιτήρηση αλλά και αξιολογήσεις από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης μέχρι να αποπληρωθεί το 75% των δανείων. Όπως τονίζει το Άρθρο 14.1 του Κανονισμού 472/2013 της ΕΕ: «Τα κράτη μέλη παραμένουν υπό εποπτεία μετά το πρόγραμμα εφόσον δεν έχει εξοφληθεί τουλάχιστον το 75% της χρηματοδοτικής συνδρομής που έχει ληφθεί από ένα ή περισσότερα άλλα κράτη μέλη, τον ΕΜΧΣ (Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Χρηματοοικονομικής Σταθεροποίησης), τον ΕΜΣ (Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας) ή το ΕΤΧΣ (Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας». Ειδικότερα, κατά τη διάρκεια αυτής της νέας «μεταπρογραμματικής παρακολούθησης» όπως ονομάζεται, η ελληνική κυβέρνηση θα αξιολογείται δύο φορές –αντί για τέσσερις όπως γινόταν μέχρι τώρα, αυτή είναι η μοναδική διαφορά- από τον κατεξοχήν εγγυητή του μνημονιακού καθεστώτος, τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας.
Σε αυτό το πλαίσιο, λοιπόν, η Ελλάδα είναι δεσμευμένη να διατηρήσει την πολιτική δημοσιονομικής πειθαρχίας και αυξημένων πρωτογενών πλεονασμάτων μέχρι το 2060! -με άλλα λόγια να διατηρεί ένα μνημόνιο διαρκείας- και μάλιστα σε μια περίοδο όπου οι προσταγές της ΕΕ κατατείνουν ώστε από το 2023 να υπάρξει μεγαλύτερη δημοσιονομική σύσφιξη εξαιτίας της εκτόξευσης του ενεργειακού πληθωρισμού και των τιμών ενέργειας λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, ενώ θα συνεχιστεί ακάθεκτη η λαφυραγώγηση του δημόσιου πλούτου μέσω του λεγόμενου «Υπερταμείου Ανάκαμψης», το οποίο θα λειτουργεί με νεοαποικιοκρατικούς όρους για δεκαετίες.
Ταυτόχρονα, το δημόσιο χρέος, το οποίο εξακολουθεί να είναι το μεγαλύτερο της ευρωζώνης – 12 χρόνια και μετά από τρία μνημόνια, το δημόσιο χρέος από 340 δις και 147% του ΑΕΠ έχει φτάσει σχεδόν στα 400 δις και 190% του ΑΕΠ- και μάλιστα σε μια περίοδο που αυξάνεται αλματωδώς το κόστος δανεισμού -σημειώνουμε ότι για πρώτη φορά το ελληνικό δημόσιο δανείστηκε με επιτόκια μεγαλύτερα του 3,5% -, γεγονός που προδιαγράφει για το εγγύς μέλλον μια ανεξέλεγκτη έκρηξη δίδυμης κρίσης χρέους και ελλειμμάτων, που θα απαιτήσει με τη σειρά της νέες επαχθέστατες δανειακές συμβάσεις για να αποφευχθεί η χρεοκοπία.
Όσο για τον έτερο σταθμό που υποτίθεται ότι θα επισφραγίσει την έξοδο από της Ελλάδας από τα μνημόνια και την κρίση, την περιβόητη «αλλαγή επενδυτικής βαθμίδας από τους οίκους αξιολόγησης», αυτή εκτός από την απαρέγκλιτη τήρηση του νέου καθεστώτος ελέγχου που προϋποθέτει, απαιτεί προηγουμένως την υλοποίηση σειράς αντεργατικών αντιλαϊκών «μεταρρυθμίσεων», με προεξάρχουσες αυτές σε υγεία-παιδεία, εργασιακές σχέσεις και ασφαλιστικό.
Κανένα τέλος της ιμπεριαλιστικής επιτροπείας δεν υπάρχει, λοιπόν, και πολύ περισσότερο κανένα τέλος των μνημονίων. Σε κάθε περίπτωση κανένα μνημόνιο δεν τέλειωσε, από τη στιγμή που οι χιλιάδες εφαρμοστικοί νόμοι και τα σωρευμένα αντιλαϊκά μέτρα που πέρασαν από το 2010 ως σήμερα παραμένουν σε πλήρη ισχύ. Από τη στιγμή που η ίδια πολιτική της εντατικοποίησης της εκμετάλλευσης, του κοινωνικού εκφασισμού και της καταστολής, της καταστροφής του φυσικού περιβάλλοντος θα συνεχιστεί και μάλιστα κλιμακούμενη.
Την έξοδο από τα μνημόνια μπορεί να την επιβάλλει μόνο το εργατικό λαϊκό κίνημα, μόνο η ορμητική είσοδος της εργατικής τάξης, του λαού και της νεολαίας στο προσκήνιο∙ μόνο η πάλη για παύση πληρωμών στους τοκογλύφους-δανειστές και διαγραφή του χρέους, μόνο η πάλη για έξοδο από την ΕΕ και κάθε ιμπεριαλιστικό οργανισμό. Και μόνο έτσι η πάλη ενάντια στα μνημόνια -όπως η ιστορική εμπειρία όλης της προηγούμενης περιόδου κατέδειξε εμφατικά- μπορεί στη πράξη να καταστεί ένας αποφασιστικός κόμβος μιας επαναστατικής στρατηγικής.
Όπως γράφαμε ως Ταξική Αντεπίθεση τον Αύγουστο του 2018 σχετικά με τις τότε εξαγγελίες Τσίπρα για την έξοδο από τα Μνημόνια: «Τα μνημόνια, λοιπόν, δεν ήταν μια μεταφυσική παρένθεση ή μια μαγική εικόνα, αλλά ιστορική και υλική αποκρυστάλλωση ταξικών συσχετισμών, η απάντηση στη δομική καπιταλιστική κρίση από τη σκοπιά των συμφερόντων του κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού. Λειτούργησαν με διπλό τρόπο, τόσο ως βασικός μοχλός απαξίωσης της εργατικής δύναμης, όσο και ως ιμάντας μεταβίβασης αξίας και υπεραξίας από την εξαρτημένη περιφέρεια προς το ιμπεριαλιστικό κέντρο. Κεντρικός τους στόχος υπήρξε η τεράστια μεταφορά παραγόμενων αξιών στο όνομα της εξυπηρέτησης του κρατικού χρέους και η επιτάχυνση της εφαρμογής ενός μοντέλου κεφαλαιακής συσσώρευσης, που βασίζεται στην ιδιαίτερη ένταση της πολύπλευρης εκμετάλλευσης, στην αφαίρεση κεκτημένων της ταξικής πάλης, στην παραπέρα μεταβολή του συσχετισμού ισχύος ανάμεσα στις κυρίαρχες και κυριαρχούμενες τάξεις και στη μεταφορά τεράστιου όγκου πλούτου από την εργασία στο κεφάλαιο. Η τυπική «λήξη» των μνημονίων δε σημαίνει άρση των όρων εκμετάλλευσης και κυριαρχίας του κεφαλαίου, αλλά το αντίθετο: το κεφάλαιο βγαίνει ακόμα πιο ισχυρό, ακόμα πιο δυνατό, με μια κοινωνία γονατισμένη από τη διαρκή φτωχοποίησή της και την έλλειψη χειραφετητικού οράματος. Και με αυτό το βασικό αβαντάζ το κεφάλαιο θα εξακολουθήσει και θα κλιμακώσει την ίδια επίθεση…».
Στην πραγματικότητα το διάγγελμα Μητσοτάκη αποτέλεσε την ανακοίνωση για την είσοδο και την παραμονή σε ένα νέο Μνημόνιο διαρκείας, σε μια νέα φάση έντασης της λιτότητας και εμβάθυνσης της εξάρτησης από την ΕΕ. Με την εξαγγελία των «οικονομικών επιτυχιών» της κυβέρνησης, εγκαινιάζεται λοιπόν ένας νέος, ακόμα πιο σκληρός γύρος ταξικής επίθεσης: λιγότεροι μισθοί, λιγότερη περίθαλψη, λιγότερα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα, περισσότεροι φόροι, περισσότερες πολεμικές δαπάνες και καταστολή και περισσότερη εξαθλίωση είναι τα στοιχεία που συνθέτουν το νέο θαυμαστό κόσμο της «μεταμνημονιακής ισχυρής Ελλάδας».
Αντίστοιχα, ωστόσο, όπως η προ κρίσης «ισχυρή Ελλάδα» τροχοδρόμησε την μνημονιακή εποχή της κρίσης, η νέα «ισχυρή Ελλάδα» της μεταμνημονιακής εποχής» θα αποτελέσει το επιστέγασμα της κρίσης, την πιο αποκαλυπτική έκφραση της οικονομικής και πολιτικής χρεοκοπίας της χώρας, την πιο ηχηρή επιβεβαίωση της ολοκληρωτικής αδυναμίας του καπιταλιστικού κόσμου να θεμελιώσει μια βιώσιμη στρατηγική για την κοινωνική πλειοψηφία.
Θα αποτελούσε ωστόσο ανεπίτρεπτη αφέλεια και ολιγωρία, αν η τακτική από τη δική μας πλευρά επαφιόταν στην όξυνση των εγγενών αντιθέσεων του συστήματος και της αστάθειας που αυτή παράγει. Γιατί όπως σαφώς έδειξε η κρίσιμη πενταετία 2010-2015, η απότομη και σε βάθος αλλαγή των κοινωνικών συνθηκών απαιτεί αντίστοιχου βάθους πολιτική και ταξική οργάνωση ώστε η αυθόρμητη εξέγερση να κάνει το αποφασιστικό βήμα προς την αυτοτελή επαναστατική δράση. Πόσο μάλλον σήμερα, εν μέσω κινηματικής άμπωτης, όπου η αυθόρμητη κίνηση των μαζών έχει συρρικνωθεί σημαντικά ή ακόμα κινδυνεύει να εκτραπεί σε οδούς αντιδραστικούς για το λαϊκό κίνημα.
Στην κατεύθυνση αυτή, η περίοδος που ανοίγεται μπροστά μας είναι σημαντική. Ο νέος γύρος της αντεργατικής-αντιλαϊκής επίθεσης που προετοιμάζεται δεν επιτρέπει καθυστερήσεις και κωλυσιεργίες
Απέναντι σε αυτήν την πολύ συγκεκριμένη διάταξη μάχης που λαμβάνει ο ταξικός εχθρός σήμερα, μοναδική διέξοδος για όλους τους εργαζόμενους-ες, τους άνεργους-ες, τις νέες και τους νέους, για όλους εμάς που βλέπουμε το παρόν μας να συνθλίβεται μέσα στις ατελείωτες μορφές ελαστικής εργασίας και τα προγράμματα κατάρτισης, την απλήρωτη εργασία, τους χαμηλούς μισθούς και την εργοδοτική αυθαιρεσία και το μέλλον μας να υποθηκεύεται – ακόμα και ως κρέας για κανόνια- στο όνομα αστικών και ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών, είναι αυτή του μαζικού ανυποχώρητου ταξικού αγώνα.
Του αγώνα για δουλειά, αξιοπρεπή μισθό, συνδικαλιστικά δικαιώματα. Του αγώνα για κοινωνική ασφάλιση, δημόσια υγεία και παιδεία. Ενός αγώνα που επικοινωνεί και αλληλεπιδρά με τον αγώνα ενάντια στον πόλεμο, τον εθνικισμό, το φασισμό και ενοποιείται πολιτικά στην πάλη για την ανατροπή της διπλής κυριαρχίας αστικής τάξης και ιμπεριαλισμού ανοίγοντας το δρόμο στην προοπτική της κοινωνικής επανάστασης.
Παραμερίζοντας ηγεμονισμούς, τακτικισμούς και εσωστρέφειες, οι δυνάμεις του κινήματος που βρέθηκαν σε κοινές πρωτοβουλίες αγώνα το προηγούμενο διάστημα πρέπει άμεσα να ξανασυναντηθούν, πιο αναβαθμισμένα αυτή τη φορά. Το άνοιγμα ενός εκ βαθέων διαλόγου ανάμεσά τους αποτελεί ένα από τα κρίσιμα ζητήματα του καιρού μας!