Συζήτηση στον πολιτικό χώρο της Ταξικής Αντεπίθεσης τη 2η μέρα

ΗΜΟΥΝ ΕΙΜΑΙ ΘΑ ΕΙΜΑΙ!

Με μεγάλη συμμετοχή, πλούσια συζήτηση και με τη συγκλονιστική ομιλία της συντρόφισσας Ρόζας να εκπέμπει με ένταση το διαχρονικό «Ήμουν, είμαι και είμαι» της επανάστασης και του αγώνα, πραγματοποιήθηκε χθες στην ΑΣΟΕΕ η πρώτη μέρα του Διήμερου Εκδηλώσεων της Ταξικής Αντεπίθεσης. Η εκδήλωση ξεκίνησε με την προβολή του πολύ ενδιαφέροντος ιστορικού ντοκιμαντέρ «Κάναμε αυτό που έπρεπε» για τη δράση της παρτιζάνικής αντιφασιστικής οργάνωσης Volante Rossa που έδρασε στην Ιταλία κατά την πρώτη μεταπολεμική πενταετία.

Το κυρίως μέρος της εκδήλωσης άνοιξε με την εισήγηση της Ταξικής Αντεπίθεσης (παρατίθεται στο τέλος) και συνεχίστηκε με την ομιλία της Ρόζας. Με έναν λόγο άμεσο, γλαφυρό, με έναν λόγο που πέταγε κυριολεκτικά φωτιές και επαναστατικό πάθος, η συντρόφισσα μας ταξίδεψε σε ένα μακρύ οδοιπορικό αγώνα, το οποίο ξεκινά στα μέσα της δεκαετίας του 1970 στη Σαρδηνία: από τα πρώτα σκιρτήματα πολιτικοποίησης μέσα στο αυστηρό παραδοσιακό περιβάλλον του νησιού στην ένταξη σε φεμινιστικές οργανώσεις και στη Lotta Continua, ως τις πρώτες πράξεις δυναμικής ταξικής αντίστασης. Στη συνέχεια η εμπειρία της πρώτης φυλάκισης, η επαφή και η σύνδεση με πολιτικές κρατούμενες, οι αγώνες και οι εξεγέρσεις μέσα στις φυλακές, η διαρκής προσπάθεια για πολιτική αυτομόρφωση στη φυλακή ως απαραίτητου όρου για την περαιτέρω πολιτική στράτευση. Και μετά την αποφυλάκιση, η στράτευση στις Ερυθρές Ταξιαρχίες, ο αγώνας μέσα από τις γραμμές τους, οι συνθήκες της ταξικής πάλης στην Ιταλία και η διεθνής συγκυρία, το περιεχόμενο και η στρατηγική του ένοπλου αγώνα, η σύνδεση του εργατικού, του αντιιμπεριαλιστικού και του διεθνιστικού στοιχείου, οι εσωτερικές διεργασίες στις ΕΤ, η απαγωγή του αμερικανού στρατηγού του ΝΑΤΟ Ντόζιερ, το πέρασμα στην παρανομία, η σύλληψη, η φυλάκιση. Η απομόνωση, τα βασανιστήρια σε συντρόφους και συντρόφισσες, οι εξεγέρσεις στις φυλακές και η καταστροφή ειδικών τμημάτων τους, η εκτέλεση από τις ΕΤ του ανώτατου δικαστή και προϊσταμένου της καταστολής σε βάρος των πολιτικών κρατουμένων Τζιοβάνι ντ’ Ούρσο, η πάλη γραμμών στο εσωτερικό των Ερυθρών Ταξιαρχιών, η αταλάντευτη στράτευση της ίδιας ως το τέλος στις γραμμές του επαναστατικού αγώνα.

Μετά το τέλος της ομιλίας ακολούθησε πλούσιος πολιτικός διάλογος. Διαβάστηκε κείμενο του έγκλειστου μέλους της οργάνωσης Αναρχική Δράση Θ. Χατζηαγγέλου, και έγινε πολιτική τοποθέτηση εκ μέρους της Προλεταριακής Πρωτοβουλίας και της Κίνησης της Βιολέτας, με εκτεταμένες αναφορές στην ιστορία του ιταλικού επαναστατικού κινήματος, και ειδικά για τα ιστορικά στελέχη των Ερυθρών Ταξιαρχιών Π. Γκαλινάρι, Μ. Μορέτι και Μ. Φεράρι, στη σημασία της επαναστατική μνήμης, καθώς και στην ανάγκη οργάνωσης των σύγχρονων αντιστάσεων. Στη συνέχεια υπήρξαν πλήθος ερωτήσεων και τοποθετήσεων. Σταχυολογούμε ενδεικτικά, αυτές για τη σύνδεση της Ερυθρών Ταξιαρχιών με το ευρύτερο κίνημα, για τη διαδικασία γέννησης των ΕΤ εντός των εργοστασίων, για τις φεμινιστικές οργανώσεις στην Ιταλία τη δεκαετία του 1970 και το πώς προσλάμβανε για το γυναικείο – έμφυλο ζήτημα το επαναστατικό κίνημα και οι ΕΤ ειδικότερα, για το ιδεολογικό περιεχόμενο του αγώνα, για τη διάρρηξη της συνοχής εντός των γραμμών του κινήματος εξαιτίας της καταστολής, για τον αγώνα στις φυλακές και την αλληλεγγύη στους πολιτικούς κρατούμενους, για την απαγωγή και την εκτέλεση από τις ΕΤ του Α. Μόρο, για το πώς προσλάμβανε το κίνημα στην Ιταλία την ανάπτυξη του διεθνούς αλλά και του ελληνικού αντάρτικου και πολλές άλλες.

Η συνέχεια σήμερα Σάββατο 21 Γενάρη στις 6μμ στον πολιτικό χώρο της Ταξικής Αντεπίθεσης (Καλλιδρομίου 49 Εξάρχεια) με συζήτηση για τις αντιστάσεις και τους αγώνες ενάντια στην καπιταλιστική ”ειρήνη” και τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και το πολύμορφο κίνημα αντίστασης ενάντια στη δολοφονική μηχανή του ΝΑΤΟ από τη δεκαετία του’ 70 μέχρι σήμερα στην ιταλική χερσόνησο.
-θα ακολουθήσει μπαρ οικονομικής ενίσχυσης για την κάλυψη των εξόδων της εκδήλωσης

[Εισήγηση της Ταξικής Αντεπίθεσης]

Για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε καλυτέρα την ιστορία της σ. Ρόζας και των Ερυθρών Ταξιαρχιών γενικότερα, είναι χρήσιμο να αναλύσουμε -συνοπτικά έστω- το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο γεννηθήκαν και έδρασαν.
Οι πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες του 1950 και του 1960, που θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε ως αφετηρία, χαρακτηρίζονται σε διεθνές επίπεδο από την εδραίωση των νέων συσχετισμών ισχύος που κληροδοτεί το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και την όξυνση αυτού που η δυτική ρητορική όρισε ως “Ψυχρό Πόλεμο”. Οι ΗΠΑ, παίρνοντας τα ηνία – από τις παραδοσιακές ευρωπαϊκές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις που βγαίνουν σοβαρά αποδυναμωμένες από τον πόλεμο- γίνονται πλέον αυτές η ατμομηχανή του ευρωατλαντικού ιμπεριαλιστικού μπλοκ και ταυτόχρονα η κύρια αιχμή του εναντίον της ΕΣΣΔ.
Στο πλαίσιο αυτό, ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός θα λάβει πρωταγωνιστικό ρόλο στη λεηλασία των -πάλαι ποτέ παραδοσιακών κτήσεων του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού- καπιταλιστικών περιφερειών της ΝΑ Ασίας και της Λατινικής Αμερικής, με στρατιωτικές και οικονομικές επεμβάσεις και τη στήριξη δικτατορικών καθεστώτων. Σθεναρό ανάχωμα σε όλα τα παραπάνω έρχονται να βάλουν τα κομμουνιστικά ένοπλα κινήματα, τα οποία με πολιτική τους βάση ένα αντιιμπεριαλιστικό εθνικοαπελευθερωτικό πλαίσιο, εισάγουν το ένοπλο αντάρτικο ως βασικό επαναστατικό μέσο αγώνα και καταφέρνουν σημαντικές νίκες στην πολεμική μηχανή του Δυτικού ιμπεριαλισμού και των τοπικών συμμάχων του.

Την ίδια ώρα στα καπιταλιστικά κέντρα της Δύσης λάμβανε χώρα, τόσο η στρατιωτική ολοκλήρωση του ευρωατλαντικού άξονα μέσω της δημιουργίας του ΝΑΤΟ, όσο και η οικονομική ολοκλήρωση του με την ανοικοδόμηση -με τα αμερικανικά κεφάλαια του σχεδίου Μάρσαλ- της κατεστραμμένης από δυο παγκοσμίους πολέμους Ευρώπης. Με στόχο την εμβάθυνση της γεωπολιτικής και οικονομικής παρουσίας των ΗΠΑ στην Ευρώπη, το σχέδιο Μάρσαλ υπήρξε καθοριστικής σημασίας στην ταχεία ανάπτυξη του ύστερου ευρωπαϊκού βιομηχανικού καπιταλισμού, η όποια πραγματοποιείται στο έδαφός της εντατικής εκμετάλλευσης του προλεταριάτου που εισρέει μαζικά στις καπιταλιστικές μητροπόλεις.
Την ίδια περίοδο στην Ευρώπη, οι παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις (κομμουνιστικά κόμματα, αναρχικά κινήματα) που από τις αρχές του 20ου αιώνα και για μισό σχεδόν αιώνα υπήρξαν οι βασικοί φορείς της επαναστατικής προοπτικής, εμφανίζουν σαφείς τάσεις υποχώρησης και πολιτικής και ταξικής απονεύρωσης.
Ειδικότερα στην Ιταλία, το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου βρίσκει τους ενόπλους κομμουνιστές παρτιζάνους, αντιμέτωπους με τη γραμμή της ταξικής συνθηκολόγησης του πολιτικού τους φορέα, του ιταλικού κομμουνιστικού κόμματος (PCI), μια γραμμή που βάζει φρένο σε οποιαδήποτε προοπτική εμφύλιου ταξικού πολέμου στην Ιταλία.
Η εν λόγω συνθηκολόγηση – ουσιαστικά προάγγελος του ιστορικού συμβιβασμού λίγα χρόνια αργότερα – θα εξασφάλιζε στον βρισκόμενο σε δεινή θέση ιταλικό κρατικοκαπιταλιστικό σχηματισμό τον αναγκαίο ζωτικό χώρο για να ανασυγκροτηθεί, ώστε αφενός, να προβεί στις εκτεταμένες εργασιακές και κοινωνικές αναδιαρθρώσεις που είχε ανάγκη και αφετέρου, να ενταχθεί οργανικά στο οικονομικό και στρατιωτικό πλαίσιο του ευρύτερου ευρατλαντικού μπλοκ.
Έτσι, λοιπόν, η Ιταλία θα αποτελέσει ένα από τα ιδρυτικά μέλη του ΝΑΤΟ δίνοντας απλόχερα μια σειρά από βάσεις στο ΝΑΤΟ, για να αποτελέσει τον συνοριοφύλακα του δυτικού ιμπεριαλισμού στη Μεσόγειο. Παράλληλα, το ιταλικό κεφάλαιο εκμεταλλευόμενο την ταξική οπισθοχώρηση, εκτοξεύει τους ρυθμούς κερδοφορίας του μέσω της ραγδαίας ανάπτυξης στα βιομηχανικά κέντρα των μητροπόλεων του ιταλικού βορρά, καθιστώντας την Ιταλία την τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης . Στο έδαφος αυτό θα διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στο σύνολο των οικονομικών και πολιτικό συμφωνιών που θα οδηγήσουν μακροπρόθεσμα στη δημιουργία της ΕΟΚ και της ΕΕ.

Όμως σε πείσμα των καιρών, και παράλληλα με την γενικευμένη καπιταλιστική επίθεση που λαμβάνει χώρα, την ίδια περίοδο συντελούνται και μια σειρά αντίρροποι κοινωνικοί μετασχηματισμοί που θα αφήσουν ανεξίτηλο το αποτύπωμα τους στα δρώμενα της ταξικής πάλης των επόμενων χρόνων. Πιο συγκεκριμένα, τις δυο πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες θα συρρεύσουν μαζικά στα βιομηχανικά κέντρα εσωτερικοί μετανάστες από τον ιταλικό νότο (εκτιμάται πως τη δεκαετία μεταξύ του ’52 και του ’62, περίπου 15.000.000 Ιταλοί, περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού, άλλαξαν διαμονή). Το νέο αυτό προλεταριακό σώμα θα υποστεί την πιο στυγνή εκμετάλλευση από το βιομηχανικό κεφάλαιο του ιταλικού βορά, την ίδια στιγμή ωστόσο γίνεται μαχητικό υποκείμενο ταξικού αγώνα και σύγκρουσης. Τα πρώτα δείγματα γραφής του νέου κύκλου αγώνα που ανοίγει θα φανούν το 1962 στο Τορίνο, όπου με αφορμή τους αγώνες στο εργοστάσιο της Fiat οι μεταλλουργοί εργάτες θα κατέβουν στην πλατεία του Statuto, όπου – κόντρα στις αποθαρρυντικές παρεμβάσεις του PCI και του CGIL- θα ξεσπάσουν τριήμερες συγκρούσεις από χιλιάδες εργάτες με την αστυνομία . Τα παραπάνω συγκρουσιακά γεγονότα θα αποτελέσουν το επίσημο σημείο ρήξης αυτής της νέας προλεταριακής γενιάς με τον ταξικό συμβιβασμό της θεσμικής αριστεράς. Με μια σειρά από αντίστοιχες δυναμικές συγκρούσεις και αγώνες εντός και εκτός των εργοστασίων, και επηρεασμένη παράλληλα από το ευρύτερο επαναστατικό κύμα που δονεί την Ευρώπη, η νέα αυτή προλεταριακή γενιά θα φτάσει στο εργατικό “θερμό” φθινόπωρο του ’69, το οποίο θα κρατήσει την ένταση της ταξικής σύγκρουσης σε μια διαρκή ανοδική πορεία για τα επόμενα δέκα χρόνια.

Παράλληλα το ιταλικό κράτος και η αστική τάξη βλέποντας τους μαζικούς κοινωνικούς και ταξικούς αγώνες που έχουν αρχίσει να αναπτύσσονται, διαλέγουν να απαντήσουν με την λεγόμενη στρατηγική της έντασης, και έτσι με την χρήση υπέρμετρης αστυνομικής βίας καθώς επίσης και με την ενεργή συμμετοχή των φασιστικών ομάδων (που ποτέ δεν εξαλείφθηκαν πλήρως με το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου) καθώς και με την νατοϊκή ομπρέλα των δικτύων Gladio και Stay Behind, προχωρούν σε μαζικές συλλήψεις, φυλακίσεις, τραυματισμούς ακόμα και δολοφονίες διαδηλωτών. Αποκορύφωμα αυτής της στρατηγικής υπήρξε η βομβιστική επίθεση στην πλατεία Φοντάνα του Μιλάνου το Δεκέμβρη του ’69 με δεκάδες νεκρούς.

Η κλιμάκωση της κρατικής καταστολής με μαζικές φυλακίσεις και δολοφονίες αγωνιστών, κατέστησε σαφές πως η επιβίωση και η συνέχεια, όχι μόνο του ταξικού αγώνα αλλά και της ίδιας της εργατικής τάξης, μπορούσε να επέλθει μόνο μέσω της πολιτικής και οργανωτικής αναβάθμισης της. Στην κατεύθυνση αυτή μεγάλο μέρος της εργατικής τάξης θα αναζητήσει τις επαναστατικές απαντήσεις και τα κατάλληλα μέσα της αντεπίθεσης της στο ευρύτερα διαμορφωμένο διεθνές πλαίσιο. Τα ένοπλα κινήματα τόσο της ΝΑ Ασίας όσο και της Λατινικής Αμερικής δείχνουν πως η επανάσταση παρά τις διακηρύξεις συνθηκολόγησης της επίσημης ευρωπαϊκής αριστεράς είναι ακόμα δυνατή και μάλιστα εντός ενός ασύμμετρου πολέμου με εχθρούς που φαινομενικά φαντάζουν άτρωτοι λόγω της τεχνολογικής και οικονομικής υπεροχής που τους παρέχει οργανωμένους και άρτια εξοπλισμένους στρατούς.
Από τους Βιετκόνγκ έως τους Κουβανούς αντάρτες, το μήνυμα του επαναστατικού ένοπλου αγώνα ενάντια στην ιμπεριαλιστική πολεμική μηχανή της δύσης ηχεί δυνατά και φτάνει μέχρι τους προλετάριους στα εργοστασιακά κάτεργα των δυτικών μητροπόλεων με τα συνθήματα στους τοίχους του Τορίνο να λένε: «Το Βιετνάμ είναι στο εργοστάσιο». Ένα μήνυμα το οποίο έρχονται να φέρουν ακόμα πιο κοντά στα δυτικά μέτρα και σταθμά οι Τουπαμάρος στην Ουρουγουάη, που ξεκινούν ένοπλο αγώνα ενάντια σε μια αστική δημοκρατία, αλλά ακόμα περισσότερο η RAF που καλεί τους προλετάριους να φέρουν τον πόλεμο στα μετόπισθεν, μέσα στις καπιταλιστικές μητροπόλεις της Δύσης.

Με βαθιές τις επιδράσεις από το διαμορφωμένο διεθνές πλαίσιο του αντάρτικου αγώνα, στις αρχές της δεκαετίας του 70, αρχικά στις προλεταριακές γειτονιές και τα εργοστάσια του Μιλάνο, μέσα από σύνθετες διαδικασίες ζυμώσεις, θα ξεπηδήσουν οι πρώτοι ένοπλοι πυρήνες και σχηματισμοί, που θα εξαπλωθούν γρήγορα και στα υπόλοιπα βιομηχανικά κέντρα του ιταλικού Βορά (ενδεικτικά αναφέρουμε πως συνολικά υπήρξαν 250 ένοπλες οργανώσεις, 36.000 πολίτες διερευνήθηκαν για συμμετοχή σε ένοπλες οργανώσεις με 6.000 από αυτούς να καταδικάζονται σε δεκαετίες φυλάκισης). Η απόφαση έχει ήδη παρθεί και χιλιάδες προλετάριοι και προλετάριες μέσα από τις γραμμές των Ερυθρών Ταξιαρχιών και των υπολοίπων κομμουνιστικών και αναρχικών ένοπλων οργανώσεων θα διεξάγουν εκείνη την δεκαετία την δική τους και την τελευταία από τότε (στην Ευρώπη) επαναστατική απόπειρα για την έφοδο στον προλεταριακό ουρανό, αντιμετωπίζοντας στα ίσια το ιταλικό κρατικοκαπιταλιστικό σχηματισμό και τον ευρωατλαντικο ιμπεριαλισμό .