Τέταρτη μέρα στο δρόμο χθες, ύστερα από την 1η Μαρτίου, και η διάχυτη ταξική οργή για το καπιταλιστικό έγκλημα στα Τέμπη, εκφράστηκε ακόμα πιο μαζικά, οργανωμένα και συνειδητά στο πανεργατικό παλλαϊκό συλλαλητήριο στο Σύνταγμα. Με το αστικό μπλοκ και το πολιτικό του προσωπικό να αδυνατούν να οικοδομήσουν μια έστω υποτυπώδη πολιτική γραμμή άμυνας, πέρα από την ωμή καταστολή, και τη λαϊκή αγανάκτηση να φουντώνει, την ώρα που τα κύματα της ακρίβειας και της φτώχειας γίνονται ακόμα πιο ορμητικά, είναι σαφές ότι η ταξική πάλη εισέρχεται σε κρίσιμη φάση.
Ασφαλώς απέχουμε ακόμα – αν και τα πράγματα είναι δυναμικά και εξελίσσονται – από την κατάσταση εκείνη όπου οι «από πάνω δεν μπορούν να κυβερνήσουν όπως πριν και οι από κάτω δεν θέλουν να ζουν όπως παλιά», το σίγουρο είναι όμως ότι σε αυτήν εδώ τη στιγμή, σε αυτήν την «παρούσα στιγμή» της ταξικής πάλης, οι όροι και οι δυνατότητες για μια προλεταριακή λαϊκή αντικαπιταλιστική εξέγερση είναι μπροστά μας. Και εδώ ακριβώς είναι ο ρόλος του υποκειμενικού παράγοντα, του επαναστατικού κινήματος δηλαδή, στο να διατηρήσει την υπάρχουσα κοινωνική δυναμική, να την αναπτύξει περαιτέρω , να της δώσει πολιτικό ορίζοντα και προοπτική.
Στη κατεύθυνση αυτή ο πολιτικός και οργανωτικός συντονισμός των ομάδων και των συλλογικοτήτων που βρίσκονται στο δρόμο είναι επιβεβλημένος.
Σε κάθε περίπτωση το καπιταλιστικό έγκλημα στα Τέμπη πολώνει ραγδαία την ταξική πάλη, κάνοντας πιο εμφανή από ποτέ τα τελευταία χρόνια τα δυο αντίπαλα ταξικά μέτωπα στη χώρα και τις στρατηγικές τους : από τη μια το μέτωπο της εργατικής τάξης, του λαού και της νεολαίας, το μέτωπο της ζωής, της αλληλεγγύης, της δημιουργίας, το μέτωπο της κοινωνικής και ταξικής απελευθέρωσης και από την άλλη το μέτωπο του ελληνικού κράτους και κεφαλαίου, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, το μέτωπο του θανάτου, της φτώχειας, του πολέμου, της καταστολής, της γυναικείας καταπίεσης, της πολιτιστικής σήψης.
Αυτή η ιστορικού χαρακτήρα αντίθεση θέτει σήμερα πιο εμφατικά από ποτέ την ανάγκη επαναστατικής υπέρβασης της.