Στις 21 Αυγούστου του 2018, ο τότε πρωθυπουργός της χώρας, Αλέξης Τσίπρας, με διάγγελμά του από την Ιθάκη ανακοίνωσε την οριστική λήξη των μνημονίων και της επιτροπείας: «Η χώρα μας ανακτά το δικαίωμα της, να ορίζει αυτή τις τύχες και το μέλλον της. Σαν μια κανονική ευρωπαϊκή χώρα. Χωρίς εξωτερικούς καταναγκασμούς. Χωρίς άλλους εκβιασμούς. Χωρίς άλλες θυσίες του λαού μας». Τέσσερα χρόνια μετά, στις 20 Αυγούστου του 2022, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης από την Κρήτη ανακοίνωσε κι αυτός με τη σειρά του τη λήξη των μνημονίων και της επιτροπείας: «Η σημερινή εξέλιξη σηματοδοτεί το τέλος των Μνημονίων και όσων επιβλήθηκαν στο όνομά τους (…) Η απαλλαγή από την Ενισχυμένη Εποπτεία σημαίνει μεγαλύτερη εθνική ευχέρεια στις οικονομικές μας επιλογές». Λίγους μήνες πριν, τον Ιούνιο του 2022 ο Κ. Μητσοτάκης έλεγε: «με τη σφραγίδα του Eurogroup, η οικονομία μας απελευθερώνεται, πλέον, από το καθεστώς Ενισχυμένης Εποπτείας (…) Και, ταυτόχρονα, ανοίγει μία νέα εποχή αυτόνομων επιλογών για την ανάπτυξη της χώρας και την ευημερία των πολιτών της». Τελικά, ποιος έβγαλε τη χώρα από τα μνημόνια και την επιτροπεία; Ο ΣΥΡΙΖΑ το 2018 ή η Νέα Δημοκρατία το 2022;


Η απάντηση είναι απλή: κανένας από τους δυο. Γιατί στην πραγματικότητα ποτέ δεν βγήκαμε από τα μνημόνια. Απλώς η αντικοινωνική μνημονιακή πολιτική (ως ειδική έκφραση της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης στην Ελλάδα από το 2010 και μετά) έχει ενσωματωθεί ατόφια στη λεγόμενη «μετά-μνημονιακή» εποχή, ενώ η επιτροπεία από την ΕΕ σε διάφορες μορφές θα συνεχιστεί περνώντας σε νέα φάση. ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ χέρι χέρι πουλάνε πολιτικό παπατζιλίκι συμβολοποιώντας το μνημόνιο και εμφανίζοντας τα διάφορα στάδια εφαρμογής του ως μυθική «Έξοδο» από την κοιλάδα των δακρύων. Είναι ήδη γνωστό από το 2013 πως η εποπτεία χρέους θα διατηρηθεί μέχρι την αποπληρωμή του 75% των δανείων που έλαβε η Ελλάδα από τους μηχανισμούς στήριξης. Μέχρι να αποπληρωθούν δηλαδή 188 δισεκατομμύρια ευρώ, όπως προβλέπει το Άρθρο 14.1 του Κανονισμού 472/2013 της ΕΕ: «Τα κράτη μέλη παραμένουν υπό εποπτεία μετά το πρόγραμμα εφόσον δεν έχει εξοφληθεί τουλάχιστον το 75% της χρηματοδοτικής συνδρομής που έχει ληφθεί από ένα ή περισσότερα άλλα κράτη μέλη, τον ΕΜΧΣ (Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Χρηματοοικονομικής Σταθεροποίησης), τον ΕΜΣ (Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας) ή το ΕΤΧΣ (Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας». Στην πραγματικότητα, δηλαδή, η εποπτεία και επιτήρηση της ελληνικής οικονομίας, της εξυπηρέτησης δηλαδή των συμφερόντων του κεφαλαίου και των ιμπεριαλιστών δανειστών, θα συνεχιστεί επ’ αόριστο με τα «μνημόνια διαρκείας» που έχουν επιβληθεί (αφού οι χιλιάδες εφαρμοστικοί νόμοι που έχουν ψηφιστεί κατά τη διάρκεια των τριών διαδοχικών μνημονίων παραμένουν σε πλήρη ισχύ).
Αντίστοιχο παπατζιλίκι με την μυθική «Έξοδο» από τα μνημόνια και την επιτήρηση πούλησε ο Κ. Μητσοτάκης τον περασμένο Απρίλιο, όταν διαφήμιζε την αποπληρωμή του δανείου του ΔΝΤ, λέγοντας μάλιστα: «κλείνει ένα γκρίζο κεφάλαιο που άνοιξε τον Μάρτιο του 2010». Βεβαίως, η αποπληρωμή της τελευταίας δόσης στο ΔΝΤ (1,86 δις ευρώ) είναι ένα φθηνό επικοινωνιακό κόλπο αφού βασικός χρηματοδότης του ελληνικού χρέους δεν είναι το ΔΝΤ αλλά ο Μηχανισμός Στήριξης της ΕΕ. Το 2010, όταν το ελληνικό κράτος χρεοκόπησε, το χρέος έφτανε στα 330 δις ευρώ (περίπου 130% επί του ΑΕΠ). Μετά από 3 διαδοχικά μνημόνια, φτωχοποίηση της κοινωνίας και καταβαράθρωση του ΑΕΠ, με την τυπική λήξη των μνημονίων το 2018 και τη μετάβαση στη «μετα-μνημονιακή» Ελλάδα το χρέος έφτασε στα 334 δις ευρώ. Δηλαδή, παρά τα δυσβάστακτα μέτρα και το PSI το χρέος έμεινε ίδιο ως προς το απόλυτο μέγεθος ενώ εκτοξεύθηκε ως λόγος προς το ΑΕΠ. Σήμερα μετά από τρία χρόνια διακυβέρνησης των αρίστων έχουν προστεθεί πάνω από 50 δισεκατομμύρια επιπλέον κρατικό χρέος, σπάζοντας το φράγμα του 200% επί του ΑΕΠ. Το ύψος του χρέους σύμφωνα με τον ΟΔΔΗΧ έχει ξεπεράσει σήμερα τα 394 δισεκατομμύρια ευρώ, με αυξητικές τάσεις και με το μεγαλύτερό του κομμάτι (244 δισ.) να βρίσκεται στα χέρια των Μηχανισμών Στήριξης της ΕΕ. Για την ακρίβεια, βασικοί πιστωτές του ελληνικού κράτους (με στοιχεία έως 30/06/2022) είναι το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (33,21%), ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (15,18%), διάφορες χώρες της ΕΕ στο πλαίσιο διμερών συμφωνιών (12,38%), ενώ υπάρχει και συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, της Τράπεζας Ανάπτυξης και του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Σταθερότητας (περίπου 3%). Είναι ενδεικτικό πως ενώ το 2010 η σύνθεση του ελληνικού χρέους ανά είδος πιστωτή αφορούσε κατά 84% τον ιδιωτικό τομέα και κατά 16% τον επίσημο, σήμερα το 76% αφορά τον επίσημο τομέα και μόλις το 24% τον ιδιωτικό, γεγονός που μειώνει αντικειμενικά τη διαπραγματευτική ισχύ του ελληνικού κράτους (παρά την αμίμητη μπούρδα που εκτόξευε ο Τσίπρας από τη Λαμία τον Νοέμβριο του 2014: «Εμείς θα βαράμε το νταούλι και αυτοί θα χορεύουνε, δεν θα παίζουνε αυτοί το ζουρνά και εμείς θα χορεύουμε»).
Παρά, λοιπόν, τα όσα διακηρύσσουν οι πολιτικοί απατεώνες, όπως ο βουλευτής της ΝΔ Μπάμπης Παπαδημητρίου που έλεγε τον περασμένο Φλεβάρη πως «τα οικονομικά της χώρας είναι αλφάδι», μόλις τον περασμένο Ιούνη σε έκθεσή του ο ESM ανέφερε πως «μακροπρόθεσμα η Ελλάδα παραμένει ευάλωτη λόγω των μακροοικονομικών ανισορροπιών, ιδιαίτερα του πολύ υψηλού δημόσιου χρέους της, καθώς και του επίμονου επενδυτικού κενού, της χαμηλής παραγωγικότητας και των υψηλών μη εξυπηρετούμενων δανείων».
Αυτή τη νέα εκτόξευση του χρέους θα κληθεί να την πληρώσει για μια φορά ακόμα ο εργαζόμενος λαός και η κοινωνική βάση, αφού το χρέος δεν είναι ένας απλός και ουδέτερος στατιστικός δείκτης, αλλά πολιορκητικός κριός για την άλωση όσων εργατικών και κοινωνικών κατακτήσεων είχαν μείνει όρθιες από τον προηγούμενο μνημονιακό κύκλο καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης. Ήδη από το 2020 το ΔΝΤ προειδοποίησε πως για να δαμαστεί η κούρσα υπερχρέωσης «επιβάλλεται να ληφθούν μετά το τέλος της πανδημίας αυστηρά μέτρα λιτότητας». Από το 2024 θα τεθεί εκ νέου σε ισχύ το αναθεωρημένο ευρωπαϊκό Σύμφωνο Σταθερότητας, που δεσμεύει τις χώρες της ΕΕ σε ρύθμιση των χρεών τους με ειδικά μέτρα, τα οποία κάποιοι οικονομικοί αναλυτές ονομάζουν «μίνι μνημόνια». Αυτά τα πακέτα μέτρων θα εγκρίνονται από την Κομισιόν και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και θα είναι πιο σκληρά σε χώρες που είναι πιο ευάλωτες σε μια ενδεχόμενη κρίση χρέους, όπως η Ελλάδα. Ας μην ξεχνάμε πως η χρηματοδότηση των χωρών της ΕΕ μέσω του προγράμματος του «νέου μέσου ανάκαμψης» NGEU που ξεκίνησε το 2020 προβλέπει πως κυβερνήσεις θα πρέπει να δίνουν εισακτέες εξετάσεις με την κατάρτιση εθνικών σχεδίων ανάκαμψης και ανθεκτικότητας: «Τα σχέδια θα πρέπει να ακολουθούν τις συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου και να συμβάλλουν στην ενίσχυση του αναπτυξιακού δυναμικού». Η Ελλάδα θα εισπράξει 32 δισεκατομμύρια, εκ των οποίων τα 12,7 θα είναι με τη μορφή δανείων και θα επιβαρύνουν επιπλέον το θηριώδες χρέος.
Για να εξισορροπηθούν οι δημοσιονομικοί εκτροχιασμοί υπάρχει μονάχα μια οδός: να γίνει αβίωτος ο βίος του εργαζόμενου λαού με δεκαετίες λιτότητας και δημοσιονομικής πειθαρχίας. Και αυτό θα πλασαριστεί ως το νέο «εθνικό μας καθήκον», για να ορθοποδήσει η ελληνική οικονομία (το κεφάλαιο δηλαδή). Η προσπάθεια να δαμαστεί το θηριώδες χρέος και η επιστροφή στα αιματοβαμμένα πρωτογενή πλεονάσματα, μαζί με άλλες δομικές αδυναμίες του ελληνικού καπιταλισμού (χρηματοπιστωτική αστάθεια, αύξηση του κόστους δανεισμού, έλλειμμα εμπορικού ισοζυγίου, χαμηλή παραγωγικότητα, ενεργειακή εξάρτηση κλπ) σε συνδυασμό με την κοστοβόρα πολεμική προπαρασκευή του ελληνικού κράτους και την εκπλήρωση των «συμμαχικών υποχρεώσεων» στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, δημιουργεί ένα εφιαλτικό τοπίο για την κοινωνία και αναμένεται ένα σκοτεινό μέλλον που μπορεί να ανατραπεί μόνο αν οργανώσουμε ένα αντίπαλο δέος απέναντι στο ταξικό σφαγείο και τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο.
Πέρα, λοιπόν, από την αστική ρητορική, αλλά και τον εθνικιστικό «αντιμνομονιακό» βούρκο (ΕΠΑΜ, Λαφαζάνης, Κωνσταντοπούλου κλπ), θα πρέπει να τονίσουμε ξανά τι ακριβώς ήταν τα μνημόνια από ταξική σκοπιά: «Tα μνημόνια, λοιπόν, δεν ήταν μια μεταφυσική παρένθεση ή μια μαγική εικόνα, αλλά ιστορική και υλική αποκρυστάλλωση ταξικών συσχετισμών, η απάντηση στη δομική καπιταλιστική κρίση από τη σκοπιά των συμφερόντων του κεφαλαίου και του ιμπεριαλισμού. Λειτούργησαν με διπλό τρόπο, τόσο ως βασικός μοχλός απαξίωσης της εργατικής δύναμης, όσο και ως ιμάντας μεταβίβασης αξίας και υπεραξίας από την περιφέρεια προς το κέντρο. Κεντρικός τους στόχος υπήρξε η τεράστια μεταφορά παραγόμενων αξιών στο όνομα της εξυπηρέτησης του κρατικού χρέους και η επιτάχυνση της εφαρμογής ενός μοντέλου κεφαλαιακής συσσώρευσης, που βασίζεται στην ιδιαίτερη ένταση της πολύπλευρης εκμετάλλευσης, στην αφαίρεση κεκτημένων της ταξικής πάλης, στην παραπέρα μεταβολή του συσχετισμού ισχύος ανάμεσα στις κυρίαρχες και κυριαρχούμενες τάξεις και στη μεταφορά τεράστιου όγκου πλούτου από την εργασία στο κεφάλαιο. Η τυπική λήξη των μνημονίων δε σημαίνει άρση των όρων εκμετάλλευσης και κυριαρχίας του κεφαλαίου, αλλά το αντίθετο: το κεφάλαιο βγαίνει ακόμα πιο ισχυρό, ακόμα πιο δυνατό, με μια κοινωνία γονατισμένη από τη διαρκή φτωχοποίησή της και την έλλειψη χειραφετητικού οράματος Και με αυτό το βασικό αβαντάζ το κεφάλαιο θα εξακολουθήσει την ίδια επίθεση και χωρίς την τυπική ύπαρξη μνημονίων».

Πολύκαρπος Γ.

Πηγή: https://ipposd.org/2022/09/21/το-διαρκές-παραμύθι-της-εξόδου-από-τα/