Στις 23 Δεκεμβρίου 1947 ανακοινώνεται από τον ραδιοφωνικό σταθμό της «Ελεύθερης Ελλάδας» η ανακήρυξη της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης της Ελλάδας. Σύμφωνα με την ιδρυτική πράξη, σκοπός της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης (ΠΔΚ), είναι «ο αγώνας με όλα τα μέσα και με όλες τις δυνάμεις του λαού για την απελευθέρωση της Ελλάδας από το ζυγό των ξένων ιμπεριαλιστών και των οργάνων τους, την αποκατάσταση της εθνικής ανεξαρτησίας» και η διακυβέρνηση της χώρας και άμεσα των ελεύθερων περιοχών «πάνω σε λαϊκές δημοκρατικές βάσεις, με την ανάπτυξη των λαϊκοδημοκρατικών θεσμών και μεταρρυθμίσεων όπως της λαϊκής δικαιοσύνης, της αγροτικής μεταρρύθμισης, της λαϊκής παιδείας και την εθνικοποίηση των ξένων εταιριών, των μεγάλων τραπεζών, της βαριάς βιομηχανίας». Ενώ ως θεμέλιο της ίδρυσής της και όρο για την εδραίωση και την ανάπτυξή της ορίζονται «οι αγώνες του λαού και η πολεμική επίδοση του Δημοκρατικού Στρατού της Ελλάδας».
Η σύνθεση της ΠΔΚ ήταν η ακόλουθη: πρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Στρατιωτικών: Μάρκος Βαφειάδης, αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Εσωτερικών: Γιάννης Ιωαννίδης. υπουργός Εξωτερικών: Πέτρος Ρούσσος, υπουργός Δικαιοσύνης: Μιλτιάδης Πορφυρογένης, υπουργός Κοινωνικής Πρόνοιας και προσωρινά Παιδείας: Πέτρος Κόκκαλης, υπουργός Οικονομικών: Βασίλης Μπαρτζιώτας, υπουργός Γεωργίας: Δημήτρης Βλαντάς, υπουργός Εθνικής Οικονομίας και προσωρινά Επισιτισμού: Λεωνίδας Στρίγκος.Προϊόν των αποφάσεων της 3ης Ολομέλειας της ΚΕ του ΚΚΕ τον Σεπτέμβριο του 1947, ο σχηματισμός της ΠΔΚ, ήρθε να επενδύσει πολιτικά το πέρασμα του ΔΣΕ στο στάδιο του τακτικού στρατού και να οργανώσει με όρους κυβερνητικούς-κρατικούς την οικονομική και πολιτική δραστηριότητα στις απελευθερωμένες περιοχές. Γεγονός, αν μη τι άλλο, ζωτικής σημασίας, αφενός επειδή από την εύρυθμη λειτουργία των περιοχών αυτών εξαρτιόταν σε μεγάλο βαθμό η δυνατότητα του ΔΣΕ να διατηρεί μόνιμα, σταθερά και ασφαλή μετόπισθεν, άρα και βάσεις ανεφοδιασμού, στρατολόγησης και επιμελητειακής υποστήριξης, και αφετέρου, και σε πλήρη συνάρτηση με τα παραπάνω, επειδή από τη βιωσιμότητα αυτής της ανεπίσημης λαϊκοδημοκρατικής εξουσίας, και βέβαια από την περαιτέρω γεωγραφική της εξάπλωση, θα κρινόταν στο εσωτερικό ο ρεαλισμός του επαναστατικού εγχειρήματος και στο εξωτερικό η αναγνώρισή της. Η Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση εξέδωσε σειρά νόμων και διαταγμάτων.
Πέρα από τους νόμους που αφορούσαν την οργάνωση του ΔΣΕ, η ΠΔΚ παρουσίασε ένα στοχευμένο νομοθετικό έργο γύρω από βασικά θέματα της κοινωνικής και οικονομικής ζωής, με σπουδαιότερους τους ακόλουθους νόμους: α) τον νόμο της αμνηστίας, που έδινε τη δυνατότητα υλοποίησης της πολιτικής τής συμφιλίωσης της ΠΔΚ με τη χορήγηση αμνηστίας σε όσους είχαν τελέσει εγκλήματα σε βάρος του λαϊκού κινήματος και οικειοθελώς αποφάσιζαν να αποκηρύξουν το παρελθόν τους και να θέσουν τους εαυτούς τους στην υπηρεσία του∙ β) τον νόμο για την ακύρωση των αγοραπωλησιών ακινήτων που πραγματοποιήθηκαν επί Κατοχής, ο οποίος επιχειρούσε να ακυρώσει την τεράστια μεταφορά πλούτου από τα φτωχά, εργατικά λαϊκά στρώματα προς την αστική τάξη που συντελέστηκε μέσω του μαυραγοριτισμού∙ γ) τον φορολογικό νόμο, που ικανοποιούσε ένα διαχρονικό λαϊκό αίτημα εισάγοντας ένα σύστημα ουσιαστικής προοδευτικής φορολόγησης∙ δ) τον νόμο για τα εργασιακά ζητήματα, η ουσία του οποίου συμπυκνωνόταν στο πρώτο άρθρο του, στο οποίο η εργασία οριζόταν ως «βασική κοινωνική λειτουργία που δημιουργεί δικαίωμα για την απόλαυση όλων των αγαθών της ζωής», με ρητές παράλληλα διατάξεις για την προστασία του απεργιακού δικαιώματος, την ανεξαρτησία των συνδικάτων, την ισοτιμία της γυναίκας στην αμοιβή, τις άδειες, τις κοινωνικές ασφαλίσεις∙ε) τον νόμο για τη διανομή της γης σε ακτήμονες και μικροκαλλιεργητές.
Με νομοθετικές πράξεις η ΠΔΚ καθιέρωσε ακόμα τους βασικούς θεσμούς της νεοπαγούς λαϊκής εξουσίας. Ως κύριος φορέας της λαϊκής εξουσίας σε κάθε χωριό ή πόλη οριζόταν το Λαϊκό Συμβούλιο (με επταμελή σύνθεση για πόλεις κάτω των 2.500 κατοίκων και εννιαμελή για πόλεις με περισσότερους κατοίκους), με θητεία δύο ετών, το οποίο εκλεγόταν με καθολική μυστική ψηφοφορία όλων των κατοίκων, αντρών και γυναικών, άνω των 18 ετών. Το Λαϊκό Συμβούλιο συνεδρίαζε δημόσια και λάμβανε αποφάσεις πλειοψηφικά. Στη δικαιοδοσία του υπαγόταν η δημοτική περιουσία, η τοπική οικονομία, η προετοιμασία του πληθυσμού για τον λαϊκό αγώνα, η δημόσια υγεία, ο πολιτισμός, οι υπηρεσίες κοινής ωφέλειας.Ειδικότερα σε ό,τι αφορά τον οικονομικό τομέα, τα Λαϊκά Συμβούλια αποτέλεσαν τον μοχλό για την αλλαγή των σχέσεων ιδιοκτησίας γης στην αποκλειστικά αγροτική επικράτεια της Ελεύθερης Ελλάδας. Με το σύνθημα «η γη ανήκει στους καλλιεργητές», τα Λαϊκά Συμβούλια προχώρησαν στην απαλλοτρίωση της μεγάλης αγροτικής ιδιοκτησίας και των δημόσιων και εκκλησιαστικών γαιών, υλοποιώντας την αγροτική μεταρρύθμιση που είχε ήδη τεθεί σε ισχύ από τον Αύγουστο του 1947 με την Πράξη αριθ. 3 του Γενικού Αρχηγείου του ΔΣΕ. Με τη διανομή της γης στους αγρότες και τη δημιουργία ισχυρών γεωργικών συνεταιρισμών, η αγροτική παραγωγή στην ελεύθερη Ελλάδα θα γνωρίσει αξιοσημείωτη αύξηση, γεγονός που θα εξασφαλίσει στους αγροτικούς πληθυσμούς την οικονομική τους αυτάρκεια και στον ΔΣΕ μια σημαντική πηγή ανεφοδιασμού. Ως βασικός φορέας της λαϊκής εξουσίας, ο θεσμός του Λαϊκού Συμβουλίου βρέθηκε από πολύ νωρίς στο επίκεντρο της προσοχής της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης όσον αφορά θέματα δημοκρατικής λειτουργίας και αντιμετώπισης φαινομένων απόσπασης από την κοινωνική βάση. Στην κατεύθυνση αυτή θα συγκροτηθεί ένα ακόμα όργανο λαϊκής εξουσίας, που μάλιστα οριζόταν ως κυρίαρχο, η Γενική Συνέλευση Κατοίκων. Η Γενική Συνέλευση αποτελούσε μια προωθημένη έκφραση άμεσης δημοκρατίας, μέσω της οποίας οι κάτοικοι αποτιμούσαν τα πεπραγμένα του Λαϊκού Συμβουλίου, έχοντας δικαιοδοσία τροποποίησης ή ακόμα και ανάκλησης των αποφάσεών του. Η μαζική συμμετοχή του πληθυσμού της Ελεύθερης Ελλάδας στις Γενικές Συνελεύσεις Κατοίκων και στα Λαϊκά Συμβούλια θα καταστήσει τους θεσμούς αυτούς πραγματικά κύτταρα λαϊκής αυτοοργάνωσης και κοινωνικής χειραφέτησης με μεγάλο κύρος και επιρροή στον λαό. Εντοπίζοντας και αντιμετωπίζοντας τα σύνθετα λαϊκά προβλήματα, τα όργανα της Λαϊκής Αυτοδιοίκησης στις Ελεύθερες Περιοχές της Ελλάδας θα αποτελέσουν την έμπρακτη απόδειξη της δυνατότητας και της ικανότητας των λαϊκών μαζών να καθορίσουν οι ίδιες τη μοίρα τους, λαμβάνοντας ενεργό μέρος στη διοίκηση των κυβερνητικών, δικαστικών, υγειονομικών, εκπαιδευτικών οργανισμών.
Μία χαρακτηριστική εικόνα της δραστηριότητας των Λαϊκών Συμβουλίων σε μία από τις περιοχές της χώρας όπου η λαϊκή εξουσία κατόρθωσε να ριζώσει για δύο σχεδόν χρόνια, την περιοχή Βίτσι-Πρέσπες, μας δίνει ο Ν. Κέντρος στο βιβλίο του Ο Εμφύλιος στη Φλώρινα: «Σε όλα τα ελεγχόμενα και ημιελεγχόμενα από τα τμήματα του ΔΣΕ χωριά της περιφέρειας Φλώρινας πρόβαλε η ανάγκη να οργανωθεί η λαϊκή εξουσία σύμφωνα με τις πράξεις του Γενικού Αρχηγείου του ΔΣΕ και στη συνέχεια με νομοθετικές πράξεις της ΠΔΚ. Έτσι από το Νοέμβρη του 1947 στην περιοχή Βίτσι-Πρέσπες-Κορέστεια έγιναν εκλογές με μυστική ψηφοφορία για την ανάδειξη τοπικών Λαϊκών Συμβουλίων, στα οποία η συμμετοχή των γυναικών ήταν ίση με τη συμμετοχή των ανδρών. […] Στο μεταξύ στη Φλώρινα, στις 23 Νοέμβρη 1947, συνήλθε η Α΄ Γενική Συνέλευση των αντιπροσώπων των Λαϊκών Συμβουλίων. Πήραν μέρος 120 αντιπρόσωποι, άνδρες και γυναίκες.
Η συνέλευση συζήτησε τα φλέγοντα ζητήματα της διανομής της γης, του επισιτισμού, της ανοικοδόμησης, της σποράς, της εκπαίδευσης κ.λπ. Έγινε εκλογή του Επαρχιακού Συμβουλίου. Από τις πρώτες μέριμνες του Συμβουλίου ήταν τα προβλήματα της υγείας. Εξασφάλισε περιοδεύοντα γιατρό με νοσοκόμα που παρείχε δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στους αρρώστους. Για τους πιο βαριά αρρώστους ιδρύθηκαν επαρχιακά νοσοκομεία στην Οξυά Πρέσπας και στο Μοσχοχώρι Κορεστίων. […] Σε όλα τα ελεγχόμενα χωριά της Φλώρινας άρχισαν να λειτουργούν σχολεία. Στα σλαβόφωνα χωριά λειτούργησαν σχολεία στη μητρική τους γλώσσα. […] Σε όλα τα χωριά λειτούργησαν Λαϊκά Δικαστήρια με ίση συμμετοχή ανδρών και γυναικών. […] Ιδρύθηκαν επίσης γεωργικοί συνεταιρισμοί».
Ένας ακόμα βασικός θεσμός της νεοσύστατης λαϊκής εξουσίας που εγκαθίδρυε με νόμο της η ΠΔΚ ήταν αυτός της Λαϊκής Δικαιοσύνης. Με βάση τη μεγάλη εμπειρία στην Ελεύθερη Ελλάδα της Κατοχής, ο θεσμός της Λαϊκής Δικαιοσύνης έκανε υπόθεση του λαού ένα από τα κορυφαία ζητήματα της κοινωνικής οργάνωσης, αυτό της δικαιοσύνης και της απόδοσής της. Ανατρέποντας στην πράξη εδραιωμένες σε αιώνες εκμεταλλευτικών συστημάτων αντιλήψεις που θέλουν τις υποτελείς τάξεις ανίκανες να παράγουν δίκαιο και να δικαιοδοτούν, ο θεσμός της Λαϊκής Δικαιοσύνης έφερε στο επίκεντρο του Δικαίου τον εργαζόμενο άνθρωπο και τις ανάγκες του εντός των συγκεκριμένων συνθηκών που ο λαϊκός πόλεμος όριζε. Η Λαϊκή Δικαιοσύνη αποτέλεσε έκφραση μιας νέας αντίληψης για τις κοινωνικές σχέσεις, φέρνοντας στο προσκήνιο μορφές διευθέτησης των κοινωνικών προστριβών απαλλαγμένες από το κατασταλτικό πλαίσιο της αστικής δικαιοσύνης, οι οποίες έθεταν σε νέα βάση τις κατακουρελιασμένες από την αστική και χριστιανική ηθική έννοιες της συγχώρεσης, της κατανόησης, της κοινοκτημοσύνης.